Παρά το γεγονός ότι στον χώρο που βρίσκεται δεξιά της ΝΔ αναπτύσσεται εσχάτως μια πολιτική δυναμική, η καλή δημοσκοπική πορεία των κομμάτων που κινούνται εκεί δεν αρκεί για να κρύψει τα πολιτικά τους αδιέξοδα.
Η ελληνική Άκρα Δεξιά -ή τουλάχιστον ένα μέρος της- πανηγύρισε την εκλογή του Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Η Αφροδίτη Λατινοπούλου, μάλιστα, με τη «Φωνή» της δικής της «Λογικής», το έριξε και στον χορό. Άλλοι -ακόμη και κάποιοι ακραιφνείς δεξιοί ευρισκόμενοι εντός της ΝΔ- δεν χόρεψαν μεν, αλλά μειδιούσαν ικανοποιημένοι, σίγουροι ότι έρχεται η εξ Αμερικής δικαίωση της ατζέντας τους υπέρ της «δεξιάς στροφής». Η χαρά τους δεν σταμάτησε ούτε όταν ο Τραμπ έκανε τις πρώτες του επιλογές για τα πρόσωπα που θα στελεχώσουν την κυβέρνησή του. Θα έλεγε κανείς ότι τον θαύμασαν ακόμη περισσότερο όταν έμαθαν ότι διορίζει τον Έλον Μασκ υπουργό Αποτελεσματικότητας. Τραμπ και Μασκ μαζί φτιάχνουν ένα δίδυμο πραγματικά αχτύπητο για όσους εμπνέονται από την ατζέντα της λαϊκίστικης Δεξιάς.
Αλλιώς τα φαντάζονταν όμως οι εν Ελλάδι εκπρόσωποι της Άκρας Δεξιάς, και αλλιώς τους ήρθαν. Το δίδυμο Τραμπ - Μασκ, όσο κι αν έχει κερδίσει τον θαυμασμό τους, φέρνει τους Έλληνες θαυμαστές του σε πολιτικό αδιέξοδο.
Πρώτα στην ατζέντα της εξωτερικής πολιτικής. Ο Τραμπ, πριν ακόμη αναλάβει τα καθήκοντά του, δηλώνει «φίλος και θαυμαστής του Ερντογάν» και του δίνει το πράσινο φως να κάνει ό,τι θέλει στη Συρία. Σκεφτείτε πόσο δύσκολη είναι η θέση Ελλήνων πολιτικών που το παίζουν υπερπατριώτες να ακούνε τον Τραμπ, τον οποίο θαυμάζουν, να στηρίζει με τόσο ακραίο τρόπο τον Ερντογάν!
Δεν είναι, όμως, μόνο αυτό. Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, που βρίσκεται διαρκώς αντιμέτωπη με τον τουρκικό αναθεωρητισμό, το να ακούει κανείς τον Αμερικανό πρόεδρο, πριν ακόμη αναλάβει, να δηλώνει ότι θα πάρει τη Γροιλανδία και να εμφανίζει χάρτη με προσαρτημένο τον Καναδά στις ΗΠΑ, προκαλεί μόνο απέχθεια. Γενικώς, λοιπόν, ο σκοπός που παίζει ο Τραμπ στην εξωτερική πολιτική από την ημέρα που εξελέγη πρόεδρος δεν δικαιολογεί χορούς και πανηγύρια. Τουλάχιστον όχι στην Ελλάδα.
Το ίδιο συμβαίνει σε έναν βαθμό και στην ατζέντα δικαιωμάτων. Ο αγαπημένος φίλος και υπουργός του Τραμπ, ο Έλον Μασκ, έσπευσε να αμφισβητήσει τις εκλεγμένες κυβερνήσεις σε Μεγάλη Βρετανία και Γερμανία και να εκφράσει την υποστήριξή του στον Φάρατζ και στην Άλις Βάιντελ. Και ο μεν Φάρατζ μπορεί να ανταποκρίνεται στα στάνταρ της ελληνικής Άκρας Δεξιάς, η Βάιντελ, όμως, αρχηγός του AfD («Εναλλακτική για τη Γερμανία»), εκπροσωπεί στην προσωπική της ζωή ό,τι μάχεται η ελληνική Άκρα Δεξιά. Γιατί; Η Βάιντελ είναι λεσβία και έχει συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με μια γυναίκα σκηνοθέτρια από τη Σρι Λάνκα. Μαζί έχουν υιοθετήσει δύο αγοράκια που μένουν στην Ελβετία, σε ένα ακριβό προάστιο. Και λεσβία, και παντρεμένη με μετανάστρια, και σε οικογένεια που δεν έχει μαμά και μπαμπά αλλά δύο μαμάδες!
Η αμηχανία της ελληνικής Άκρας Δεξιάς μπροστά στα διεθνή πρότυπά της είναι έκδηλη. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και αποκαλυπτική, γιατί μας δείχνει πόσο ρηχός και ανόητος είναι ο λαϊκισμός -ακροδεξιός και όχι μόνο- και πόσο γρήγορα και εύκολα μπορούν να εκτεθούν αυτοί που τον επιλέγουν για να χτίσουν πάνω του πολιτικές καριέρες ή στρατηγικές.