Όταν ο Αλέξης Τσίπρας ανακοίνωνε στην αρχή της προεκλογικής περιόδου το μεγαλεπίβολο σχέδιό του για “προοδευτική κυβέρνηση” που “δεν εξαιρεί κανέναν, πέραν της ΝΔ, του κ. Βελόπουλου και φυσικά της Ακροδεξιάς”, πιθανόν να μην είχε υπολογίσει τον σάλο που θα προκαλούσε η πρόσκληση συγκυβέρνησης με το κόμμα του Γιάνη Βαρουφάκη, το οποίο καλεί ανοικτά για έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ και ενδεχομένως και κλείσιμο των Τραπεζών.
Στην Κουμουνδούρου ίσως να παρασύρθηκαν από το προηγούμενο του 2011, όταν ένα αντίστοιχο κάλεσμα του Αλέξη Τσίπρα σε συστράτευση των “προοδευτικών δυνάμεων” κατά του μνημονίου, βοήθησε στην ανάδειξη του Σύριζα ως της κυρίαρχης πολιτικής δύναμης της Αριστεράς. Είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι το καλοκαίρι του 2011 ο Σύριζα βρισκόταν δημοσκοπικά στην περιοχή του 5% και μετά το κάλεσμα για “προοδευτική συστράτευση” ανέβηκε στο 10% τον Οκτώβριο 2011 και εκτινάχθηκε στο 16,8% στις εκλογές του Μαΐου 2012. Τότε η ιδέα της συστράτευσης της Αριστεράς υπό τον Σύριζα πέτυχε τον στόχο της, διότι κατάφερε να καβαλήσει και να συσπειρώσει το αντιμνημονιακό κύμα που ήταν κυρίαρχο τότε στην κοινωνία.
Το 2011-12 όμως δεν έχει καμία σχέση με το 2023. Και η βασική διαφορά είναι τα γεγονότα που συνέβησαν το 2015. Τα έργα και οι ημέρες του Γιάνη Βαρουφάκη στην περιπέτεια της χώρας έχουν καταγραφεί με πολύ οδυνηρό τρόπο στον ψυχισμό των πολιτών που τοποθετούνται πέραν της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Η θέση της χώρας στην Ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση κατοχυρώθηκε με πόνο, ιδρώτα και απίστευτες οικονομικές και κοινωνικές θυσίες και κανείς σώφρων άνθρωπος του δημοκρατικού τόξου δεν θα ρισκάρει να ψηφίσει για τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης, η οποία ενδέχεται να θέσει και πάλι σε κίνδυνο τις καταθέσεις των πολιτών και το νόμισμα της χώρας.
Για να έχει προοπτική νίκης ο Σύριζα στις εκλογές θα έπρεπε να κερδίσει ψηφοφόρους οι οποίοι το 2019 επέλεξαν την Νέα Δημοκρατία και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Είναι εντελώς ανεδαφικό να πιστεύει κάποιος ότι ένας ψηφοφόρος που επέλεξε το 2019 τη ΝΔ έναντι του Σύριζα, θα επιλέξει τώρα να ψηφίσει τον Σύριζα για να συγκυβερνήσει με τον Βαρουφάκη της “Δήμητρας” και των κλειστών Τραπεζών και το ΚΚΕ των σταλινικού κομμουνισμού. Είναι εξαιρετικά προφανές ότι το σχέδιο συστράτευσης με κόμματα που τάσσονται χωρίς συμβιβασμούς ενάντια στο υπάρχον οικονομικό σύστημα της χώρας θα προξενούσε ρίγη απέχθειας στους ψηφοφόρους του “μεσαίου χώρου”, τους οποίους ο Σύριζα έχει απόλυτη ανάγκη για να διεκδικήσει την πρώτη θέση από τη ΝΔ. Μετά δε το σάλο που προκλήθηκε από τη “Δημήτρα” και τις “κλειστές Τράπεζες”, αντί στο Σύριζα να αποστασιοποιηθούν από το ΜέΡΑ25 επέλεξαν να διαρρεύσουν το αφήγημα ότι αυτές οι ιδέες του Βαρουφάκη δεν θα επικρατήσουν εντός της “προοδευτικής κυβέρνησης” γιατί το ΜέΡΑ25 θα έχει “μόνο 4%-5%”. Πόση εξασφάλιση μπορεί να παρέχει ένα τέτοιο επιχείρημα;
Όπως ήταν βέβαια απολύτως αναμενόμενο, στη ΝΔ υποδέχθηκαν ως μάννα εξ ουρανού τις τοξικές θέσεις του Βαρουφάκη και την επιμονή του Σύριζα να θέλει να συγκυβερνήσει μαζί του. Το δίλημμα “σταθερότητα με την ΝΔ ή αστάθεια και καινούργιες περιπέτειες με τον Σύριζα και τον Βαρουφάκη” είναι λογικό να ακούγεται ιδιαίτερα λογικό για την πλειοψηφία των ψηφοφόρων που μπορεί μεν να έχουν πολλά παράπονα και να έχουν δυσαρεστηθεί από πλευρές της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, αλλά δεν είναι σε καμία περίπτωση διατεθειμένοι να ρισκάρουν τη σταθερότητα της χώρας για να δώσουν ξανά τα ηνία της διακυβέρνησης στο δίδυμο Τσίπρα-Βαρουφάκη.
Η εξέλιξη αυτή δε κάνει δύσκολη τη θέση και του ΠΑΣΟΚ, καθώς το ενδεχόμενο συγκυβέρνησης με τον Σύριζα δεν θα περιλαμβάνει μόνο τη συνύπαρξη με τον Πολάκη, αλλά και τον τοξικό Βαρουφάκη, ο οποίος συνέβαλε τα μάλλα στη συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ από το 2011 μέχρι το 2015. Παρότι στη Χαριλάου Τρικούπη απέκλεισαν κατηγορηματικά την περίπτωση συνύπαρξης σε κυβέρνηση με το ΜέΡΑ25, και μόνο το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ αναφέρεται, έστω και χωρίς τη θέλησή του, στο τοξικό σενάριο της “προοδευτικής κυβέρνησης”, θολώνει δραστικά το αφήγημα της συγκρότησης μιας κυβέρνησης με την Αριστερά και χωρίς τη ΝΔ.
Είναι απορίας άξιο βέβαια, γιατί στο Σύριζα επέλεξαν εξαρχής, αλλά επιμένουν και τώρα, να προβάλουν ως πρόταση διακυβέρνησης τη σύμπραξη με τον Βαρουφάκη και το ΚΚΕ. Εκτός της τοξικότητας των κομμάτων αυτών για τους ψηφοφόρους του μεσαίου χώρου, είναι απολύτως βέβαιο ότι το ΚΚΕ δεν θα συμμετείχε ποτέ σε ένα τέτοιο “αστικό” σχήμα, ενώ και ο Βαρουφάκης δεν έχει κανένα λόγο να αναιρέσει τα όσα διακηρύττει με πάθος από τον Ιούλιο του 2015 και μετά. Η μόνη εκλογική στρατηγική που θα είχε κάποιες πιθανότητες επιτυχίας θα ήταν να καλούσε ο Σύριζα για συγκυβέρνηση μόνο όσα “προοδευτικά” κόμματα τάσσονται υπέρ της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας, αποκλείοντας έτσι de facto το ΜέΡΑ25 και το ΚΚΕ, αλλά δημιουργώντας ένα σαφές στίγμα για το πως ονειρεύεται την επόμενη διακυβέρνηση μαζί -μόνο- με το ΠΑΣΟΚ.
Η εμμονική στρατηγική του Σύριζα και του Αλέξη Τσίπρα για “προοδευτική κυβέρνηση” μαζί με δραχμιστές και σταλινικούς κομμουνιστές είναι πλέον ορατό ότι θα αποδειχθεί συνταγή ήττας για τις εκλογές.