Mόλις δύο χρόνια πριν, ο Εμανουέλ Μακρόν είχε προκαλέσει παγκόσμιο σοκ με μια συνέντευξη-μανιφέστο στον Economist. Eίχε διαπιστώσει απερίφραστα τον «εγκεφαλικό θάνατο του ΝΑΤΟ». Είχε κατηγορήσει τις ΗΠΑ για μονομερείς ενέργειες. Για πρώτη φορά είχε αναπτύξει το όραμά του για τη «στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης» και με έναν εμβληματικό αφορισμό είχε προειδοποιήσει ότι «εάν η Ευρώπη δεν μπορεί να δει τον εαυτό της ως παγκόσμια δύναμη, τότε θα εξαφανισθεί».
Εκτός από τις διαπιστώσεις, είχε προσδιορίσει τον «συνήθη ύποπτο» για την αδυναμία της Ευρώπης: « Ο ρόλος της Γερμανίας δεν είναι αξιόπιστος. Είναι οι μεγάλοι κερδισμένοι της ευρωζώνης, αλλά και αυτοί που την καθιστούν δυσλειτουργική».
Όποιος είναι συνεπής ευρωπαϊστής, μάλλον δύσκολα μπορεί να διαφωνήσει με τις διαπιστώσεις του Γάλλου Προέδρου. Αν υπήρχε ένα ερώτημα και τότε και τώρα, είναι πώς αυτές οι απόψεις θα γίνουν πράξη με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες.
Για να επιστρέψουμε στα τωρινά, μόνο μέσα απ' αυτή τη «μεγάλη εικόνα» μπορεί να φωτισθεί ολοκληρωμένα η συμφωνία του Παρισιού που υπέγραψαν την Τρίτη, 28 Σεπτεμβρίου, ο Γάλλος Πρόεδρος και ο Έλληνας πρωθυπουργός. Tόσο ως προς το σκέλος της αμυντικής συμφωνίας, όσο και από την αγορά των εξοπλισμών.
Η «στρατηγική εταιρική σχέση» Ελλάδας και Γαλλίας μπορεί να αποδειχθεί ένα πρώτο βήμα στην κατεύθυνση μιας ενιαίας ευρωπαϊκής αμυντικής στρατηγικής, στην πορεία προς τη «στρατηγική αυτονομία της ΕΕ»; Οι απαντήσεις είναι πρόωρες και επισφαλείς.
Οι ΗΠΑ φεύγουν
Είναι βέβαιο πάντως ότι το timing είναι καθοριστικό. Ο Μακρόν επαναφέρει στο προσκήνιο τις ιδέες που είχε διατυπώσει πριν από δύο χρόνια στη συνέντευξη-μανιφέστο στον Economist. Οι αιτίες και οι αφορμές προσφέρθηκαν άφθονες από την «αγαπημένη φίλη» στην άλλη όχθη του Ατλαντικού, τις ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ δεν είχαν τη στοιχειώδη διπλωματική ευγένεια να ενημερώσουν για την AUKUS (αμυντική συμφωνία ΗΠΑ, Μ. Βρετανίας και Αυστραλίας) και την QUAD (ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ινδία και Αυστραλία) τη Γαλλία και τους υπόλοιπους συμμάχους στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ. Κυριολεκτικά, το έμαθαν από τα μίντια.
Πέρα όμως από τους «καουμπόικους» διπλωματικούς χειρισμούς, οι ΗΠΑ επέλεξαν με μια κίνηση να οριοθετήσουν τρεις νέους στρατηγικούς στόχους.
Πρώτον, την «τεκτονική αλλαγή» της παγκόσμιας γεωπολιτικής σκακιέρας, μετατοπίζοντας το επίκεντρο των αμερικανικών συμφερόντων στην Κίνα και τον Ειρηνικό.
Δεύτερον, η Κίνα γίνεται πλέον ο πρωταγωνιστής μιας νέας «αυτοκρατορίας του κακού».
Τρίτο, την επιστροφή των ΗΠΑ στις καθαρόαιμες αγγλοσαξονικές στρατηγικές συμφωνίες με τους παραδοσιακούς συμμάχους τους (Βρετανία και Αυστραλία).
Για να θυμηθούμε λίγο τα παλιότερα, αυτό είναι το νέο στρατηγικό δόγμα των ΗΠΑ από την εποχή Ομπάμα. Απλώς τότε δεν εφαρμόσθηκε. Το ακολούθησε ο Ντόναλντ Τραμπ, αλλά με αλλοπρόσαλλες και αντιφατικές κινήσεις -κατά την προσφιλή του μέθοδο. Το υλοποιεί αποφασιστικά και χωρίς παλινωδίες η νέα διοίκηση Μπάιντεν (απόσυρση από το Αφγανιστάν, AUKUS-QUAD).
H Eυρώπη για τις ΗΠΑ παραμένει «στρατηγικός εταίρος», αλλά σε υποβαθμισμένη κλίμακα. Εύφλεκτες περιοχές του πλανήτη, με καίρια σημασία για την Ευρώπη, οπισθοχωρούν στην αμερικανική σκακιέρα. Ακόμη και στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ δημιουργείται ένα βαθύ ρήγμα, μεταξύ των ΗΠΑ και της νέας «συμμαχίας των προθύμων» από τη μια πλευρά και των υπολοίπων από την άλλη.
Η ευκαιρία του Μακρόν
Ολες αυτές οι «τεκτονικές αλλαγές» δημιουργούν κινδύνους, αλλά ταυτόχρονα εμφανίζουν ευκαιρίες στο προσκήνιο. Σαν αυτή που αντιλήφθηκε ο Μακρόν για να επαναφέρει την ιδέα της «στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ». Γιατί η απαγκίστρωση των ΗΠΑ από την Ευρώπη και την ευρύτερη περιοχή δημιουργεί μια «τρύπα» στον γεωστρατηγικό χάρτη. Μια «τρύπα» που διάφοροι τυχοδιώκτες και «μεγαλοϊδεάτες» ηγέτες που κυκλοφορούν για χρόνια στην περιοχή νομίζουν ότι μπορούν να την καλύψουν. Πρώτοι στη λίστα, ο Πούτιν και ο Ερντογάν.
Αν η ιδέα του Μακρόν είναι εκ των πραγμάτων ορθή από μια ευρωπαϊκή οπτική και επιπλέον εμφανίζεται στο κατάλληλο timing, είναι βέβαιο ότι παρουσιάζει προβλήματα και δομικές αντιφάσεις στην υλοποίησή της. Μπορεί η Ευρώπη να εξασφαλίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη «στρατηγική αυτονομία» της; Οι απαντήσεις προσεχώς.
Όμως τα εμπόδια είναι ορατά, ακόμη και διά γυμνού οφθαλμού.
Κατ' αρχήν, το οικονομικό κόστος για μια ενιαία ευρωπαϊκή αμυντική στρατηγική είναι δυσθεώρητο και δεν διακρίνονται «εθελοντές» στην ευρωπαϊκή οικονομία, πρόθυμοι να το αναλάβουν. Άλλωστε, έχουν συνηθίσει να στηρίζονται στις ΗΠΑ για την οικονομική διασφάλιση του ΝΑΤΟ.
Όμως το κύριο εμπόδιο στη δημιουργία ενός «ευρωπαϊκού ΝΑΤΟ», μια σκέψη που αποτελεί την κατάληξη των ιδεών Μακρόν, δεν είναι το οικονομικό. Η Γερμανία, η κυρίαρχη δύναμη της ΕΕ, δεν δείχνει διατεθειμένη να προσφέρει τη συγκατάθεσή της στο γαλλικό σχέδιο. Μια διαχρονική πραγματικότητα που δεν πρόκειται βέβαια να αλλάξει στη «μετα-Μέρκελ» εποχή.
Η Γερμανία στηρίζει την εξωτερική πολιτική της στην οικονομική διπλωματία. Γι' αυτό διατηρεί άριστες οικονομικές σχέσεις, εκτός από την ΕΕ και τις ΗΠΑ, με την Κίνα, τη Ρωσία και τις χώρες της «Νέας Ευρώπης». Μπορεί λοιπόν η ενιαία αμυντική ευρωπαϊκή στρατηγική να προχωρήσει χωρίς τη σύμπραξη του γαλλο-γερμανικού άξονα, την αλλαγή ουσιαστικά του δόγματος της εξωτερικής πολιτικής του Βερολίνου; Δύσκολα.
Άλλες σημαντικές χώρες της ΕΕ, όπως η Ιταλία και οι λοιπές χώρες του Νότου, μπορούν να δημιουργήσουν μια κρίσιμη μάζα γύρω από τον Γάλλο Πρόεδρο και να βγάλουν την ΕΕ από την αδράνεια; Κι αυτό μένει να φανεί.
Η Ελλάδα κερδισμένη
Πάντως η Ελλάδα είναι τυχερή. Γι' αυτό τον λόγο, η στρατηγική εταιρική σχέση με τη Γαλλία έχει καίρια σημασία, ανεξάρτητα από την έκβαση του ευρωπαϊκού σχεδίου της Γαλλίας. Στη γειτονιά μας, το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, η γαλλική παρουσία αναμένεται να είναι μόνιμη και σταθερά αποτρεπτική απέναντι στις επιδιώξεις της Τουρκίας.
Η Γαλλία και η Τουρκία, ο Μακρόν και ο Ερντογάν, αποτελούν ένα ασυμφιλίωτο δίδυμο. Να υπενθυμίσουμε ότι ο Ερντογάν είχε δώσει την αφορμή για την εκρηκτική συνέντευξη Mακρόν στον Economist και τη διατύπωση για πρώτη φορά της ιδέας της «στρατηγικής αυτονομίας» της Ευρώπης: με την εισβολή της Τουρκίας στη Συρία.
Έκτοτε η Γαλλία και η Τουρκία βρίσκονται σε μια μόνιμη κατάσταση ακήρυχτου «Ψυχρού Πολέμου». Άρα το κέρδος για την Ελλάδα παραμένει ακέραιο και ανεξάρτητα από τη «Μεγάλη (ευρωπαϊκή) Εικόνα». Ίσως για πρώτη φορά από τη μεταπολίτευση, το σύνθημα «Ελλάς-Γαλλία-Συμμαχία» αποκτά ουσία και υπόσταση.