Με οδηγό τη διττή προσέγγιση έναντι της Τουρκίας και έμφαση στην ανάγκη για έμπρακτη, συνεχή και συνεπή αποκλιμάκωση προσέρχεται ο πρωθυπουργός στη σημερινή Σύνοδο Κορυφής, που περιλαμβάνει στην ατζέντα την αξιολόγηση των ευρω-τουρκικών σχέσεων.
Ο κ. Μητσοτάκης θα συναντηθεί με τους ομολόγους του δέκα μέρες μετά το τετ α τετ με τον Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο των εργασιών του ΝΑΤΟ και αναμένεται να ενημερώσει τους υπόλοιπους ηγέτες για το αποτέλεσμα των συζητήσεων.
Στο πεδίο των ελληνοτουρκικών δεν αναμένονται δραματικές εξελίξεις στη Σύνοδο καθώς η Αθήνα έχει ήδη πετύχει από τις προηγούμενες συνεδριάσεις η Τουρκία να βρίσκεται στο μικροσκόπιο των Βρυξελλών και η προώθηση της θετικής ατζέντας να εξαρτάται από την συμπεριφορά της Άγκυρας. Σε περίπτωση που επανέλθει στο δρόμο των προκλήσεων και της έντασης να αίρονται οι χρηματοδοτήσεις και να επιστρέφουν οι κυρώσεις. Όπως το περιγράφει αρμόδια πηγή «εμείς έχουμε διαμηνύσει ότι θέλουμε μια Τουρκία στο άρμα της Δύσης και είμαστε διατεθειμένοι να την στηρίξουμε, αλλά, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να δεσμευθεί στο Διεθνές Δίκαιο». Αυτό αναμένεται να τονίσει και ο κ. Μητσοτάκης προς τους ομολόγους του, επισημαίνοντας ότι ο σεβασμός των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου είναι το κλειδί για την σταθερότητα και την ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο.
Διότι, η νηνεμία που προεξοφλείται στο Αιγαίο μετά την συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, δεν είναι δεδομένη όσον αφορά την Κύπρο. Το αντίθετο. Οι κινήσεις της Τουρκίας δημιουργούν ανησυχία για το επόμενο διάστημα, ειδικά μετά την προαναγγελία Ερντογάν για επίσκεψη στα κατεχόμενα τον Ιούλιο. Σύμφωνα με πληροφορίες, Ελλάδα και Κύπρος κατά την συζήτηση που έγινε στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων έθεσαν μετ’ επιτάσεως το θέμα και ζήτησαν ξεκάθαρη διατύπωση στο κείμενο συμπερασμάτων. Αυτό που ζήτησαν είναι να υπάρχει ρητή αναφορά πως η Ευρώπη θα παρακολουθεί τις κινήσεις της Άγκυρας στην Αμμόχωστο και τα Βαρώσια και αυτό να διατυπωθεί με αυστηρό τρόπο.
Το θέμα αναμένεται να απασχολήσει έντονα και την σημερινή συζήτηση των 27 ηγετών, όπου Αναστασιάδης και Μητσοτάκης αναμένεται να διαμηνύσουν εκ νέου ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπάρξουν δύο κράτη στην Κύπρο και η επίλυση θα πρέπει να βασίζεται στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Τα άλλα δύο θέματα που αφορούν τις ευρωτουρκικές σχέσεις έχουν να κάνουν με την τελωνειακή ένωση και το προσφυγικό. Ως προς το πρώτο, η θέση της ελληνικής αποστολής είναι ότι προέχει η αξιολόγηση των υφιστάμενων προβλημάτων και σε δεύτερο στάδιο η όποια αναθεώρηση. Αυτό που επιδιώκει η κυβέρνηση είναι να πιεστεί η Τουρκία να την εφαρμόσει για όλα τα κράτη μέλη και άρα για την Κύπρο την οποία αρνείται να αναγνωρίσει. Όσον αφορά το προσφυγικό θα γίνει εκτενής συζήτηση για την χρηματοδότηση των χωρών που φιλοξενούν πρόσφυγες σε περιφερειακό επίπεδο, δηλαδή, Ιορδανία, Λίβανο και Τουρκία. Αυτό που επιθυμεί η ελληνική πλευρά είναι η χρηματοδότηση να γίνει μέσω προγραμμάτων και όχι απευθείας στις χώρες ώστε να αξιολογείται καλύτερα η αποδοτικότητα και να υπάρχει αυστηρός έλεγχος ως προς την τήρηση των δεσμεύσεων που έχουν αναλάβει.
Ωστόσο, το βασικό θέμα στην ατζέντα θα είναι η ανάκαμψη από την πανδημία της Covid-19, τόσο στην ΕΕ όσο και παγκοσμίως, σύμφωνα με την επιστολή του Σαρλ Μισέλ.
«Η επιτυχημένη εκστρατεία εμβολιασμού που βρίσκεται σε εξέλιξη σε ολόκληρη την ΕΕ, μαζί με την έναρξη του Ψηφιακού Πιστοποιητικού COVID, θα διευκολύνει την ελεύθερη κυκλοφορία τους καλοκαιρινούς μήνες και μετά», σημειώνει. Ωστόσο, προειδοποιεί ότι πρέπει να υπάρχει επαγρύπνηση σχετικά με τις νέες μεταλλάξεις του ιού, για να περιοριστεί η διάδοσή τους συντονισμένα. «Όπως συμφωνήσαμε τον Φεβρουάριο, θα συμμετάσχουμε σε μια πρώτη ανταλλαγή διδαγμάτων από την πανδημία μέχρι στιγμής, προκειμένου να προετοιμαστούμε καλύτερα για μελλοντικές κρίσεις. Θα συζητήσουμε πώς η ΕΕ μπορεί να συνεχίσει να ηγείται των προσπαθειών για τον εμβολιασμό στον κόσμο, μέσω εξαγωγών και δωρεών και πώς μπορεί να αυξηθεί η προσφορά εμβολίων παγκοσμίως», αναφέρει ο Σαρλ Μισέλ.