Συνεδρίασε σήμερα η Διαρκής Ιερά Σύνοδος υπό την Προεδρία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ιερωνύμου και παρουσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές ο πρωθυπουργός ζήτησε την αύξηση του εμβολιασμού και την τήρηση των μέτρων από τους ιεράρχες.
Όπως αναφέρεται σε κοινό δελτίο Τύπου του Γραφείου του Πρωθυπουργού και της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, η «ιστορική επίσκεψη του Πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη» πραγματοποιήθηκε σε άριστο κλίμα συνεργασίας». Είναι, πράγματι, η πρώτη φορά που πρωθυπουργός συμμετέχει στις εργασίες της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου. Ο πρωθυπουργός συνοδευόταν από την Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Νίκη Κεραμέως και τον Υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ και Κυβερνητικό Εκπρόσωπο κ. Ιωάννη Οικονόμου.
Μετά την προσφώνησή του, ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος επέδωσε στον Πρωθυπουργό το Αναμνηστικό Μετάλλιο της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, την κοπή του οποίου αποφάσισε για να τιμήσει την Επέτειο των διακοσίων ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως.
Κοινή διαπίστωση του Πρωθυπουργού και του Μακαριωτάτου αποτέλεσε η ανάγκη να επιδειχθεί ιδιαίτερη προσοχή και επιμονή στη γενική προσπάθεια για τον καθολικό εμβολιασμό του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου υπάρχει χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη. Αναγνωρίσθηκε επίσης η σημασία της πιστής τήρησης των μέτρων πρόληψης και προστασίας κατά του κορωνοϊού. Πολιτεία και Εκκλησία της Ελλάδος, πάντα στο πλαίσιο των διακριτών ρόλων και αρμοδιοτήτων τους, αντιμετωπίζουν όχι μόνο την πανδημία, αλλά και όσους την εργαλειοποιούν, αναζητώντας ή ακόμη και υποδαυλίζοντας εντάσεις στις σχέσεις μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας.
Τι είπε ο Ιερώνυμος για τους διορισμούς ιερέων
Ο Μακαριώτατος ευχαρίστησε τον Πρωθυπουργό και την Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων για την ειλικρινή συνεργασία προς την κατεύθυνση της επίλυσης χρονιζόντων προβλημάτων, ενώ έκανε ιδιαίτερη αναφορά στη μεγάλη μεταρρύθμιση της εκκλησιαστικής εκπαίδευσης. Έθεσε τα κύρια ζητήματα αφ’ ενός μεν της αξιοποίησης της εκκλησιαστικής περιουσίας με στόχο την υποστήριξη του φιλανθρωπικού έργου και την συμβολή στην εθνική προσπάθεια ανάκαμψης, αφ’ ετέρου δε του νομοθετικού εξορθολογισμού και επικαιροποίησης του πλαισίου του 1945, που αφορά στους Κληρικούς στη χώρα μας. Ο Μακαριώτατος τόνισε ότι αυτό ουδεμία επιπλέον πρόσληψη, πέραν των τακτικών και κατ’ έτος προγραμματισμένων, συνεπάγεται, ουδεμίας μορφής μονιμοποίηση, και ως εκ τούτου ουδέν πρόσθετο δημοσιονομικό βάρος. Τα ανωτέρω ζητήματα απασχολούν διαχρονικά την Εκκλησία της Ελλάδος και προφανώς δεν δύνανται να επιλυθούν στο πλαίσιο μίας συνάντησης, αλλά πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο ενδελεχούς και ρεαλιστικής μελέτης.
Ο Πρωθυπουργός ευχαρίστησε θερμά τον Μακαριώτατο για την ιδιαίτερα τιμητική πρόσκληση να παραστεί στις εργασίες της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, έκανε έναν απολογισμό των σημαντικών αλλαγών που προώθησε η παρούσα Κυβέρνηση έως τώρα για την επίλυση προβλημάτων που ταλάνιζαν την Εκκλησία για πολλά χρόνια και συνεχάρη τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο για την υποστήριξη της Εκκλησίας στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Τέλος, επανέλαβε την πρόθεση έναρξης διαλόγου επί των προαναφερθέντων ζητημάτων, με άξονες την κοινωνική συνοχή, τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη διαφάνεια.
Η Υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων αναφέρθηκε στην επιβεβαίωση των σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ Πολιτείας και Εκκλησίας και ευχαρίστησε τη Διαρκή Ιερά Σύνοδο για τη γόνιμη συνεργασία.
Νωρίτερα, τον Πρωθυπουργό υποδέχθηκε ο Αρχιγραμματέας της Ιεράς Συνόδου, Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Ωρεών κ. Φιλόθεος, στην είσοδο του προαυλίου της Μονής Πετράκη. Κατόπιν, στην είσοδο της Μονής και ο ηγούμενος της Μονής, Μητροπολίτης Θαυμακού Ιάκωβος. Τον Πρωθυπουργό συνόδευσε, επίσης, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, Γιάννης Οικονόμου.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έφθασε λίγο πριν τη μία στο Συνοδικό Μέγαρο όπου τον περίμενε ο αρχιεπίσκοπος Ιρώνυμος. Πριν, είχε προσκυνήσει στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Ασωμάτων Πετράκη.
Ο Αρχιεπίσκοπος καλωσορίζοντας τον κ. Μητσοτάκη στην αίθουσα συνεδριάσεων της Ιεραρχίας τόνισε: «Σας υποδεχόμαστε για να έχουμε μια καρποφόρα συνεργασία για θέματα Εκκλησίας-Πολιτείας» και του παρέδωσε το μετάλλιο Εκκλησίας για τα 200 χρόνια από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης.