Το γραφείο του Στέφανου Μάνου, στο σπίτι του στην Εκάλη, είναι όπως θα το φανταζόταν ο καθένας. Ένα δωμάτιο γεμάτο με βιβλία, φωτογραφίες με προσωπικές αφιερώσεις από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και έναν υπολογιστή, ανοιγμένο τη συγκεκριμένη στιγμή στη σελίδα του Spiegel.
Θέμα της συζήτησής μας ο Τράγκας και η αμύθητη περιουσία του, η διαπλοκή και η μαύρη οικονομία. Η απόκτηση μιας περιουσίας άνω των 100 εκατομμυρίων ευρώ από έναν δημοσιογράφο, εντοπισμένη στα πιο ακριβά σημεία του πλανήτη, άλλους τους άφησε άφωνους και άλλους τους εξόργισε.
«Μου φαίνεται ότι υπάρχει μεγάλη υποκρισία», σχολιάζει ο κ. Μάνος. «Και ατέλειωτη βρωμιά και παρανομία. Όλο το σύστημα είναι διεφθαρμένο από πάνω μέχρι κάτω. Και μας κάνει εντύπωση ο Τράγκας, επειδή είναι μεγάλο το ποσό. Μερικοί κάνουν ότι εντυπωσιάζονται και ζηλεύουν, ενώ παρόμοια γίνονταν και στο παρελθόν» λέει, με το γνωστό αφοριστικό στιλ του.
Γίνεται να αποκτηθεί μια τέτοια μυθική περιουσία με νόμιμα μέσα;
«Μπορεί, όταν η δουλειά γίνεται με εκβιασμούς, με προστασία, με χίλιους τρόπους. Και δεν είναι μόνο ένας, ο Τράγκας. Είναι πάρα πολλοί αυτοί που κάνουν την ίδια δουλειά σε μεγαλύτερη ή σε μικρότερη κλίμακα. Διαβάζω ότι ο Τράγκας έπαιρνε τεράστια διαφήμιση. Αυτό ήταν κάτι επίσημο και το επίσημο καταγράφεται. Τα 100 εκατομμύρια είμαι βέβαιος ότι είναι από τα μη καταγραφόμενα και αυτά ήταν σε μετρητά. Το κρίσιμο θέμα είναι ότι η Πολιτεία διευκόλυνε και διευκολύνει ακόμα και σήμερα αυτού του είδους τη συμπεριφορά, γιατί διατηρεί το καθεστώς των συναλλαγών με μετρητά. Επιτρέπει, ανέχεται και διευκολύνει συναλλαγές με μετρητά».
Ο κ. Μάνος ασκεί κριτική στους ανεπαρκείς ελέγχους των πόθεν έσχες.
«Τα περιβόητα πόθεν έσχες. Πρόκειται περί αστειότητος. Τίποτα δεν ελέγχουν. Απλά, κουκουλώνονται διάφορα. Επειδή δεν υπάρχει κανείς, και το λέω κυριολεκτικά, κανείς που να θέλει να ψάξει το πόθεν έσχες. Υπάρχουν πολιτικοί που έχουν πολλά ακίνητα και πληρώνουν μεγάλα ποσά στον ΕΝΦΙΑ και στον συμπληρωματικό ΕΝΦΙΑ και έλεγα να ελέγξουν πόσο ΕΝΦΙΑ πλήρωσαν και πού τα βρήκαν τα λεφτά να τον πληρώσουν. Μολονότι τα στοιχεία είναι γνωστά στην εφορία, μένουν μυστικά, δεν κοινοποιούνται. Το έγραψα πολλές φορές, αλλά και τα μέσα ενημέρωσης δεν ψάχνουν, δεν ρωτάνε. Είναι μια γελοιότητα το θέμα των πόθεν έσχες», προσθέτει.
Να καταργηθούν τα μετρητά
Το πραγματικό πρόβλημα, και η ρίζα του κακού που διευκολύνει τη φοροδιαφυγή, είναι, κατά τον κ. Μάνο, η διακίνηση μετρητών.
«Υπάρχουν κοινωνίες», εξηγεί, «που επιδιώκουν την εξαφάνιση των μετρητών. Η Σουηδία, για παράδειγμα, έχει βάλει στόχο να εξαφανίσει τελείως το μετρητό. Ήδη στο ΑΕΠ της Σουηδίας τα μετρητά είναι το 1%. Ακόμα και η Ινδία έχει βάλει στόχο να τα περιορίσει αισθητά. Εκεί κατάργησαν τα μετρητά ευρείας χρήσης, δηλαδή κατ' αναλογία σε εμάς θα κυκλοφορούσαν μόνο χαρτονομίσματα μέχρι 20 ευρώ. Θα είχαμε δηλαδή χαρτονομίσματα 5, 10 και 20 ευρώ, ώστε να αυξηθούν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές. Εμείς είμαστε η χώρα στην Ευρώπη με τη μεγαλύτερη παρουσία μετρητών στην αγορά. Πρώτη είναι η Αλβανία. Πολύ κοντά, πίσω της, είμαστε εμείς και μετά ακολουθεί η Βουλγαρία. Τα μετρητά είναι που επιτρέπουν τη βρωμιά, και με τους δημοσιογράφους και με τους πολιτικούς και με όλους τους φοροφυγάδες. Η λύση σε όλο αυτό το κύκλωμα είναι να αποφασίσει το κράτος να στενοχωρήσει όλους τους απατεώνες της Ελλάδας και να περιορίσει το μετρητό. Δεν γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά να βάλει μπρος και να αναγκάσει τον κόσμο να κάνει τα πάντα ηλεκτρονικά».
Στον ίδιο, λέει, όταν ήταν εν ενεργεία πολιτικός, δεν του είχαν κάνει κρούση διαπλεκόμενα συμφέροντα.
«Ποτέ. Έχει σημασία αυτό που σας λέω. Ποτέ. Παλαιότερα, πριν γίνω υπουργός Οικονομικών, όταν ήμουν υφυπουργός Δημοσίων Έργων, έγιναν κάποιες προσπάθειες για να ρυθμίσω οικόπεδα, και ήμουν τόσο έντονα αρνητικός, που νομίζω ότι θα έβγαλα το όνομα και δεν εμφανιζόταν πια κανένας».
Ούτε δημοσιογράφοι τον πλησίαζαν. «Δεν τα πήγαινα καλά με τους δημοσιογράφους», σημειώνει. Ωστόσο, προσθέτει, «ήταν φανερό ότι υπήρχαν σχέσεις κάποιων πολιτικών με κάποιους δημοσιογράφους. Δεν λέω ότι τους πλήρωναν, αλλά τους διόριζαν εδώ, τους βόλευαν εκεί. Αυτή είναι μια σχέση».
Ο Καραμανλής και τα συμφέροντα
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, τον οποίο έζησε από κοντά, από το 1977 και μετά, πώς αντιμετώπιζε τέτοια φαινόμενα;
«Ο Καραμανλής ήταν ένας άνθρωπος με αρχές, πραγματικά χαιρόσουν τη συζήτηση μαζί του, σε εξύψωνε. Δεν έκανε χατίρια σε κανέναν, ούτε σε επιχειρηματίες. Ήταν αυστηρός, άτεγκτος, δεν έκανε ούτε ανάποδα χατίρια, π.χ. δεν επέτρεπε να μη γίνει κάτι μήπως τον κατηγορήσουν ότι έκανε χάρη σε έναν επιχειρηματία. Όχι, έκανε το σωστό και ας τον κατηγορούσαν».
Για τους μετέπειτα πολιτικούς αρχηγούς δεν έχει τόσο καλή ιδέα, πιστεύει ότι είτε αδιαφόρησαν είτε ανέχθηκαν διάφορα. Υπήρχε και μια εποχή που «ο Τύπος μπορούσε να εκμαιεύσει πολιτικές αποφάσεις και τα μέσα ενημέρωσης έπαιζαν μεγαλύτερο ρόλο από αυτόν που τους ανήκε. Και τελικώς έφαγαν το κεφάλι τους», παρατηρεί.
Μια άλλη πλευρά της διαπλοκής είναι οι επιχειρηματίες και οι τραπεζίτες.
«Λοιπόν, ακούστε, οι τραπεζίτες έπαψαν να είναι τραπεζίτες μετά το PSI. Αυτές σήμερα δεν είναι τράπεζες, είναι μαγαζιά της συμφοράς. Παλιά, οι τράπεζες ήταν τράπεζες, είχαν προτιμήσεις, αλλά ήταν σοβαρά μαγαζιά. Μην το ψάχνετε, σας λέω, πρέπει να φύγουμε από το μετρητό για να αρχίσει να καθαρίζει το τοπίο. Αυτό που σας λέω θα ενοχλήσει τους πάντες. Αν γίνουμε αυτό που στα αγγλικά λέγεται cashless society, μια κοινωνία χωρίς μετρητά, θα τσακίσει κυριολεκτικά την ελληνική μαύρη οικονομία, η οποία είναι τεράστια. Αυτό είναι κάτι που θα έπρεπε να κάνει μια πραγματικά μεταρρυθμιστική κυβέρνηση», επισημαίνει.
Ο κ. Μάνος διαβάζει εφημερίδες, «αλλά από το iPad», και είναι εδώ και χρόνια πολύ ενεργός χρήστης των social media.
«Αυτός ο τρόπος επικοινωνίας είναι πιο άμεσος. Αν θέλω να πω κάτι, το λέω και αμέσως δημοσιεύεται, ενώ αν στείλω κάτι για την κυριακάτικη έκδοση μιας εφημερίδας θα το στείλω την Πέμπτη και θα ελπίζω ότι θα δημοσιευτεί μετά από τρεις μέρες. Δεν έχει τύχει να μην το δημοσιεύσουν, αλλά από τη στιγμή που θα το στείλω μέχρι να το δημοσιεύσουν έχω πάντα μια ανησυχία, μήπως κάτι συμβεί εν τω μεταξύ. Ενώ στο Τwitter ή στο Facebook πατάω το κουμπί και τσουπ, έφυγε. Τα σχόλια δεν τα κοιτάζω, πολλές φορές με βρίζουν. Εγώ τη γνώμη μου λέω. Μου κάνει εντύπωση, όμως, ότι οι πολιτικοί πλέον δεν αντέχουν να ακούσουν κριτική».