H Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου, εγκαινίασε το βράδυ της Τετάρτης (21/6), στην Εθνική Πινακοθήκη, την έκθεση «Αστυγραφία / Urbanography. Η ζωή της πόλης τις δεκαετίες 1950-1970».
H κυρία Σακελλαροπούλου επισήμανε ότι «μια τέτοια έκθεση μας δίνει την ευκαιρία να αναστοχαστούμε το παρελθόν, αναμετρώντας κέρδη και απώλειες, μπροστά σ' ένα μέλλον που επιζητεί τη συμμετοχή μας στη διαμόρφωσή του».
Ειδικότερα, κατά τον χαιρετισμό της, αναφέρθηκε στις δεκαετίες του '50, του '60 και του '70, υποστηρίζοντας ότι «αποτέλεσαν ένα σημείο καμπής για την ανάπτυξη της σύγχρονης πόλης, για τη διαμόρφωση του αστικού βιώματος του σύγχρονου Έλληνα» και έκανε λόγο για «μια εποχή αστυφιλίας, ανοικοδόμησης, εσωτερικής μετανάστευσης και ξενητεμού, ραγδαίας μεταμόρφωσης τόσο του δομημένου περιβάλλοντος, όσο και του τρόπου ζωής».
Ωστόσο, παρατήρησε ότι «πλάι στην αντιπαροχή και τον πολλαπλασιασμό των πολυκατοικιών επιβιώνουν οι μονοκατοικίες με τις πρασιές, τα νεοκλασικά, ακόμη και τα παλιά αθηναϊκά σπίτια με τις εσωτερικές αυλές. Και ενώ η οικογένεια εξακολουθεί να αποτελεί τον πυρήνα της κοινωνικής ζωής κερδίζουν σταδιακά έδαφος νέες αντιλήψεις για τις σχέσεις ανάμεσα στα φύλα, νέα καταναλωτικά πρότυπα, νέες μορφές ψυχαγωγίας, νέοι όροι συμβίωσης και χρήσης του δημόσιου χώρου».
Σακελλαροπούλου: Η πόλη είναι βίωμα, μας περιέχει και την περιέχουμε
Όπως τόνισε η ΠτΔ, «η πόλη είναι βίωμα, μας περιέχει και την περιέχουμε. Είναι μια πολυαισθητηριακή εμπειρία που γεννά επιθυμίες, προκαλεί συνειρμούς, στοιχειώνει τη μνήμη. Άλλοτε καταφύγιο, άλλοτε ιστός σαγήνης, άλλοτε τόπος αποξένωσης και ερημιάς, αποτέλεσε προνομιακό πεδίο της λογοτεχνίας, αλλά και των παραστατικών τεχνών».
Αναφερόμενη στην εμπνευσμένη έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης, σημείωσε ότι «αυτή η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνομιλία ανάμεσα στις εικαστικές τέχνες - ζωγραφική, γλυπτική, σκηνογραφία, χαρακτική, εγκαταστάσεις, φωτογραφία, σχέδια και αφίσες - με αποσπάσματα από ταινίες του δημοφιλούς ελληνικού κινηματογράφου, ταινίες κριτικού ρεαλισμού, μας εισάγει σ' έναν ζωντανό, παλλόμενο, απρόοπτο κόσμο, γεμάτο ενδιαφέρουσες αρχιτεκτονικές και φυσιογνωμικές λεπτομέρειες».
Πρόσθεσε, επίσης, ότι «αρθρωμένη σε επτά ενότητες, σκιαγραφεί το κοινωνικό υποκείμενο εντός της πόλης να κινείται μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού χώρου, να νοσταλγεί, να ονειρεύεται, να προσπαθεί να ενσωματώσει αντιθέσεις και συγκρούσεις, να συμμετέχει ή να αντιστέκεται σ' ένα περιβάλλον που υπόκειται σε συνεχή μετασχηματισμό».
Καταλήγοντας, συνεχάρη την Συραγώ Τσιάρα, η οποία συνέλαβε και επιμελήθηκε με γνώση και έμπνευση την έκθεση «Αστυγραφία» και εξέφρασε τη χαρά και τη συγκίνησή της, καθώς -όπως είπε- είναι και εκείνη παιδί εκείνων των δεκαετιών, και χωρίς να νοσταλγεί ή να αισθητικοποιεί την εποχή των παιδικών χρόνων και της εφηβείας της, πιστεύει ότι μια τέτοια έκθεση δίνει την ευκαιρία να αναστοχαστούμε το παρελθόν, αναμετρώντας κέρδη και απώλειες, μπροστά σ' ένα μέλλον που επιζητεί τη συμμετοχή μας στη διαμόρφωσή του.