Η αναζήτηση της κεντροαριστεράς σημαίνει την αναζήτηση πολιτικών φορέων που θα συντελέσουν ώστε η αυριανή κοινωνία όχι μόνο να είναι πιο συνεκτική και συμπεριληπτική (inclusive), αλλά και πιο ανθεκτική και ικανή να αντιμετωπίσει καλύτερα τις μελλοντικές πιέσεις.
Όταν οι ιδεολογίες έχουν φτάσει να γίνουν ιστορία και όταν υποχωρεί συνολικά το ιδεολογικό υπόβαθρο της πολιτικής, τότε η πολιτική εκπίπτει σε ένα πολιτικό-κομματικό πάρε-δώσε και οι πολιτικές δυνάμεις επιδίδονται σε μια πλειοδοσία προβληματικών και ιδιοτελών υποσχέσεων ή πρακτικών, όπου μάλιστα οι διαχωριστικές γραμμές χάνονται. Η κοινωνία διαλύεται και οι κεντροαριστεροί χάνονται.
Το βιβλίο του Tony Judt «Τα δεινά που μαστίζουν τη χώρα», που επικεντρώνεται σε κρίσιμα θέματα της σοσιαλδημοκρατίας και της κεντροαριστεράς, χαρακτηρίστηκε ως «οδηγός για σαστισμένους». Η κεντροαριστερά, παρά μια ανάκαμψη που σημειώνει, διεθνώς έχει χάσει έδαφος και σήμερα είναι ανάγκη να φτάσουμε στον αναπροσδιορισμό ξεπερνώντας τα σαστίσματα. Στο κέντρο μιας τέτοιας αλλαγής δεν είναι τα πρόσωπα, τα σχήματα, οι συνδυασμοί, αλλά η ουσία του «διαφορετικού» στην πολιτική και στην ιδεολογία, καθώς και η πολιτική αξιοπιστία αυτού του «διαφορετικού». Πολιτική ουσία χωρίς αξιοπιστία δεν έχει δυνατότητες επιτυχίας, και αξιοπιστία χωρίς πολιτική ουσία δεν σημαίνει τίποτα. Αυτό κάνει την εξίσωση πιο δύσκολη. Όμως, χωρίς τα δύο στοιχεία μαζί η εξίσωση από δύσκολη θα είναι άλυτη.
Η κεντροαριστερά δεν θα αναζωογονηθεί με συνθήματα, αντιπαλότητες, ρητορείες και αναφορές στο ένδοξο παρελθόν της. Το σκηνικό από εδώ και πέρα, ακόμα και με ιδανικές συνθήκες, θα είναι σκληρά διαφορετικό από το παρελθόν αυτό. Πολιτική εξουσία και κοινωνικές δυνάμεις καλούνται να επανεξετάσουν, να επαναβεβαιώσουν, αλλά και να εγκαταλείψουν συνήθειες, αντιλήψεις, πολιτικές επιλογές που στοχεύουν στη διατήρηση ή τη δικαίωση του ξεπερασμένου. Η μεγάλη πρόκληση είναι ότι η πολιτική αύριο –ήδη σήμερα- θα βρεθεί αντιμέτωπη με ένα μεγάλο πλέγμα πολλαπλών μακροοικονομικών, κοινωνικών και αναπτυξιακών κινδύνων και αβεβαιοτήτων (κλιματική αλλαγή, τεχνολογικές επαναστάσεις, αμοιβές και εισοδήματα, μεταναστευτικές ροές κ.α.). Το ερώτημα είναι πώς θα κατανεμηθούν τα βάρη της αντιμετώπισης των απειλών αυτών, με ποια κριτήρια και σε ποια πολιτική βάση. Το ανοικτό θέμα για την κεντροαριστερά είναι να οριοθετήσει με σύγχρονους όρους το ιδεολογικό-πολιτικό στίγμα της και να δείξει ένα πειστικό πρόγραμμα δράσης σε συνθήκες, που πρακτικά, ιδεολογικά, πολιτικά και κοινωνικά, μεταβάλλονται συνεχώς. Τυχόν εμμονή σε ανέφικτες ουτοπίες σημαίνει παραίτηση από τη δυνατότητα κοινωνικής και θεσμικής προστασίας.
Συνεπώς, για οποιαδήποτε εκδοχή της κεντροαριστεράς τίθεται το θέμα της μετάβασης από μια αντίληψη ατελείωτων ‘αντί-‘ σε πειστικές θέσεις γύρω από τα μεγάλα ανοικτά ζητήματα της κοινωνίας μας (δημοσιονομικά, ανταγωνιστικότητα, διαφθορά, διακυβέρνηση, ανεργία, εμφάνιση ακραίων ιδεολογιών, οικονομικές και διαγενεακές ανισότητες), όπως και:
• Της συγκρότησης ενός Κράτους ικανού να διαχωρίσει τις απειλές του αύριο από τα βραχυπρόθεσμα συμφέροντα του σήμερα. Αδύναμο, αναποτελεσματικό ή διεφθαρμένο Κράτος θα οδηγεί σε ανάλογα αποτελέσματα. Στο παρελθόν, δεν ήταν λίγες οι φορές όπου ο ρόλος του Κράτους αυτο-υπονομεύτηκε από τις ίδιες τις κεντροαριστερές, σοσιαλιστικές ή αριστερές δυνάμεις, διαβρώνοντας το ιδεολογικό τους υπόβαθρο και την αξιοπιστία τους.
• Μιας μεγάλης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης με κριτήρια του 21ου αιώνα. Η εκπαίδευση, ιστορικά, βρισκόταν στο επίκεντρο του κεντροαριστερού προβληματισμού. Εδώ και πολύ καιρό είναι στο επίκεντρο μιας μουσειακής πολιτικής που αντιστέκεται λυσσαλέα σε κάθε προσπάθεια ανανέωσης. Στη δεκαετία του 1960, μια τολμηρή εκπαιδευτική μεταρρύθμιση σφράγισε με ιστορικό τρόπο τις πολιτικές διαχωριστικές γραμμές, καθώς εκ του αποτελέσματος ενίσχυσε τις βάσεις της ανάπτυξης και στήριξε το μέλλον πολλών γενεών για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Τα παραπάνω υποδηλώνουν, ότι οι παράγοντες της επιτυχίας ή αποτυχίας ενός συστήματος δεν σχετίζονται μόνο με το ιδεολογικό στίγμα και την ικανότητα που αυτό έχει να αλλάξει την πραγματικότητα. Πέρα από ιδεολογία και αξίες, εξίσου κρίσιμοι όροι είναι η αποτελεσματικότητα των πολιτικών παρεμβάσεων, όπως και η εμπιστοσύνη που συνολικά εκπέμπουν οι πρωταγωνιστές της πολιτικής.