Απογοητεύτηκαν όσοι ήθελαν ανανέωση ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ, ειδικά οι ψηφοφόροι της Άννας Διαμαντοπούλου και του Παύλου Γερουλάνου. Ορισμένοι εξ αυτών, μάλιστα, αποχαιρέτησαν την παράταξη, αποκαρδιωμένοι και σχολίασαν γεμάτοι θυμό τις εξελίξεις.
Απογοητεύτηκαν, επίσης, όσοι την περασμένη Κυριακή ψήφισαν για πρόεδρο σύμφωνα με φαντασιακά κριτήρια. Κάποιοι π.χ. προσδοκούσαν την ανάσταση του «Σημιτικού ΠΑΣΟΚ». Άλλοι ήθελαν αποκλειστικά έναν αρχηγό συνεργάσιμο με τον Κυριάκο Μητσοτάκη σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας της ΝΔ στις επόμενες εκλογές. Κάποιοι τρίτοι ήλπιζαν ότι το ΠΑΣΟΚ θα μετατραπεί σε «συριζοκατάσταση» και είχαν ετοιμάσει ρόλο ακόμη και για τον Αλέξη Τσίπρα. Ορισμένοι διέδιδαν ότι ο Μητσοτάκης έστειλε κόσμο για να ψηφίσει τον υποψήφιο που τον βολεύει. Τα πράγματα εξελίχθηκαν διαφορετικά. Το ΠΑΣΟΚ απέδειξε ότι παραμένει ένα κόμμα μηχανισμών και κατά συνέπεια στον δεύτερο γύρο πέρασαν οι δύο υποψήφιοι που διαθέτουν τους ισχυρότερους.
Εκτός δεύτερου γύρου έμειναν οι υποψήφιοι που εξέφραζαν τα δυναμικά στρώματα των μεγάλων πόλεων (Παύλος Γερουλάνος και Άννα Διαμαντοπούλου), οι οποίοι μοιράστηκαν ένα ποσοστό 40,64% (αθροιστικά) και την ίδια δεξαμενή ψήφων. Στην κάλπη κυριάρχησε το «Κόμμα επαρχίας», όπως αποκάλεσαν το ΠΑΣΟΚ, αφού ο Νίκος Ανδρουλάκης επικράτησε αποκλειστικά στην περιφέρεια, αξιοποιώντας τα δίκτυα που είχε στήσει όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Αντίθετα, καταποντίστηκε στην Αττική και κυρίως στην Αθήνα, όπως συνέβη και στις τελευταίες εθνικές εκλογές. Επίσης, ο Χάρης Δούκας επικράτησε χάρη σε αγροτοσυνδικαλιστικές συμμαχίες στην επαρχία, ενώ οι πολίτες της πρωτεύουσας που είναι και δημότες του Δήμου της Αθήνας, όπου πρόσφατα εξελέγη δήμαρχος, τον αποδοκίμασαν έντονα. Ο κ. Δούκας, που είναι το νέο πρόσωπο της Κεντροαριστεράς, όχι μόνο δεν κατάφερε να πλασαριστεί πρώτος στον α' γύρο, αλλά κόντεψε να χάσει τη δεύτερη θέση από τον Παύλο Γερουλάνο. Μπαίνει, επομένως, στον δεύτερο γύρο αρκετά ευάλωτος, αφού τα μέλη του ΠΑΣΟΚ στην Αθήνα τού καταλόγισαν ταυτόχρονα υπέρμετρη φιλοδοξία και ανύπαρκτο έργο στην πρωτεύουσα. Ο ίδιος προωθεί ως βασική γραμμή ότι το 70% θέλει ανανέωση ηγεσίας, αλλά το 21,4% που έλαβε στον πρώτο γύρο δεν προεξοφλεί ότι θα κερδίσει στον δεύτερο.
Και το ερώτημα τώρα είναι: Υπάρχει ακόμη παράθυρο ευκαιρίας γι' αυτό το «ΠΑΣΟΚ επαρχίας» ή η ελπίδα πέθανε οριστικά; Κατά τη γνώμη μου, τίποτα δεν έχει ακόμη κριθεί.
Κατ' αρχάς, η εκλογική διαδικασία απέδειξε ότι το ΠΑΣΟΚ διαθέτει δυνατά και αξιόλογα στελέχη, διατηρεί ρίζες στην ελληνική κοινωνία και, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, λειτουργεί με πολιτικό πολιτισμό, δημοκρατικές και θεσμικές διαδικασίες. Η μεγάλη συμμετοχή του κόσμου την περασμένη Κυριακή αλλά και το τεράστιο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης αποδεικνύουν ότι το ΠΑΣΟΚ καταγράφεται ως πιθανή εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης απέναντι στη ΝΔ. Σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος εξελίσσεται σε τηλενουβέλα και έχει χάσει κάθε στοιχείο κυβερνησιμότητας.
Το δεύτερο είναι ότι, μετά την αμφισβήτησή του και την in extremis επικράτησή του στον πρώτο γύρο, ο κ. Ανδρουλάκης έχει πλέον το κίνητρο να αλλάξει, αφού βρίσκεται σε ένα νέο εσωκομματικό σκηνικό: Όχι μόνο γιατί στον πρώτο γύρο πήρε κάτω από 30% και 89.288 ψήφους, χάνοντας 7,24% (και 9.832 ψήφους) σε σύγκριση με το 2021. Αλλά διότι θα έχει στο εξής δίπλα του δύο ισχυρούς «δελφίνους», με υψηλά ποσοστά, οι οποίοι θα διεκδικήσουν ρόλο ρυθμιστικό στην παράταξη. Το Κέντρο θα τραβάει πλέον τον κ. Ανδρουλάκη από το μανίκι. Στο εξής δεν θα μπορεί να συμπεριφέρεται κλειστοφοβικά, ούτε να διοικεί αποκλειστικά με τα πρόσωπα του στενού του κύκλου. Όλοι, ακόμη και οι απογοητευμένοι, περιμένουν να ακούσουν τις δεσμεύσεις του για το πώς θα συνεργαστεί και πώς θα μεταμορφώσει το μήνυμα ώστε να μεγαλώσει το κόμμα του. Ο στείρος «αντιμητσοτακισμός» και οι αριστερίστικες κορώνες έπιασαν ταβάνι. Από τον τρόπο με τον οποίο θα πολιτευθεί απέναντι στο «μέτωπο της λογικής» που σηματοδοτεί ο ευρύτερος κεντρώος χώρος θα κριθεί αν μπορεί να επαναφέρει το ΠΑΣΟΚ. Σε μια σοβαρή παράταξη, κανείς δεν μπορεί να κυβερνά εντελώς μόνος του, αλλά βεβαίως και κανείς δεν μπορεί να απαιτεί να συγκυβερνά από τις πίσω θέσεις.
Εν κατακλείδι, το «ΠΑΣΟΚ της επαρχίας» έχει, κατά τη γνώμη μου, μια ακόμη ευκαιρία να ανοιχτεί στο πεδίο του «εκσυγχρονισμού» και των αστικών κέντρων, όπως απαίτησε το 40% των ψηφοφόρων της περασμένης Κυριακής. Ως σήμερα, όσες φορές ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον έφερε αντιμέτωπο με μεγάλες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις, όπως τα μη κρατικά πανεπιστήμια, ο γάμος ομοφύλων ή η επιστολική ψήφος, ο κ. Ανδρουλάκης έδειξε ανεξήγητη δυσανεξία και οπισθοχώρησε με συριζαϊκά αντανακλαστικά.
Υπάρχει ωστόσο εκεί έξω ένα τεράστιο κοινό, της λεγόμενης σιωπηλής πλειοψηφίας του Κέντρου, που περιμένει.