Μεγάλη και σημαντική υπήρξε η προσπάθεια που κατέβαλαν στον ΣΥΡΙΖΑ τους τελευταίους μήνες, με αφορμή την υπόθεση των παρακολουθήσεων, να δημιουργήσουν στην κοινή γνώμη μια εικόνα κατάλυσης του κράτους δικαίου και θεσμικής εκτροπής στη χώρα από την πλευρά της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας.
Παράλληλα δε, υπήρχε η συστηματική καλλιέργεια μέσω των φιλικών προς τον ΣΥΡΙΖΑ μέσων ενημέρωσης της εικόνας μιας «διεφθαρμένης και φασίζουσας ΝΔ», που υπονομεύει τα συμφέροντα της κοινωνίας και της δημοκρατίας και ενός «καθαρού και θεσμικά σοβαρού ΣΥΡΙΖΑ» που προασπίζεται το κράτος δικαίου και τους θεσμούς.
Ώσπου ήρθε την Παρασκευή η απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου για το ποινικό μέρος της υπόθεσης των τηλεοπτικών αδειών και η αμετάκλητη καταδίκη του πρώην Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής και Επικοινωνίας Νίκου Παππά. Του επί πολλά χρόνια επιστήθιου φίλου και έμπιστου συνεργάτη του Αλέξη Τσίπρα. Του ανθρώπου που ανέλαβε ως Υπουργός του Σύριζα την αποστολή «τακτοποίησης» του άναρχου τοπίου των κρατικών αδειών λειτουργίας ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών πανελλήνιας εμβέλειας και που τελικά καταδικάστηκε ομόφωνα από 13 ανώτατους δικαστικούς, διότι παρενέβη, ως μη όφειλε, σε έναν δημόσιο διεθνή διαγωνισμό, για να προωθήσει τα συμφέροντα ενός συγκεκριμένου επιχειρηματία.
Οι αντιδράσεις του ΣΥΡΙΖΑ και των στελεχών του στην καταδίκη του Νίκου Παππά εξαφάνισαν δια μιάς τα φύλλα συκής με τα οποία η Κουμουνδούρου είχε προσπαθήσει να κρύψει την ωμή αλήθεια για την αντίληψη που έχουν στο ΣΥΡΙΖΑ για το πολίτευμα της χώρας, τους θεσμούς της και το κράτος δικαίου. Η ανακοίνωση του κόμματος έκανε λόγο για «δικαιοσύνη παντού» μετά την ετυμηγορία του λαού στις επικείμενες εκλογές, και ειδικά «στην απονομή της δικαιοσύνης». Ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή δηλώνει σαφώς πως αν αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας θα επιβάλει μια δική του δικαιοσύνη στην απονομή της δικαιοσύνης.
Στο ίδιο και ακόμη πιο ωμό ύφος ήταν και οι δηλώσεις πολλών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Πρόεδρος του κόμματος Αλέξης Τσίπρας ισχυρίστηκε ότι η δίκη «στήθηκε» από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, υπονοώντας προφανώς ότι οι 13 Αρειοπαγίτες και ανώτατοι δικαστές του Συμβουλίου Επικρατείας που πήραν την ομόφωνη απόφαση καταδίκης του Νίκου Παππά είναι «στημένοι». Ισχυρίστηκε επίσης πως «αν [οι πολιτικοί] έχουν διαπράξει αξιόποινα αδικήματα, οφείλουν να διώκονται από το φυσικό τους δικαστή [τον λαό] και όχι από τις εκάστοτε κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες». Ο δε πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης και μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ Αντώνης Ρουπακιώτης ισχυρίστηκε ότι «δικαιοσύνη απονέμεται ή δεν απονέμεται σε συγκεκριμένες συνθήκες από δικαστές που άλλοι μπορούν και άλλοι δεν μπορούν», κατηγορώντας εμμέσως και αυτός τους 13 ανώτατους δικαστικούς ως υποχείρια του Μητσοτάκη. Το δε πολιτικό αφήγημα από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι η Νέα Δημοκρατία τιμώρησε τον Νίκο Παππά επειδή εκείνος ήταν «ο μόνος που έβαλε τους καναλάρχες να πληρώσουν». Αμελούν βέβαια να αναφέρουν ότι η διαδικασία που επιμελήθηκε ο κ. Παππάς κατέπεσε πανηγυρικά στο Συμβούλιο της Επικρατείας και ούτε καν τους αφορά εάν υπήρξε κατάφορη παραβίαση των όρων του διαγωνισμού με τις υπουργικές παρεμβάσεις υπέρ του Χρήστου Καλογρίτσα για να δημιουργηθεί το πολυπόθητο «Syriza Channel».
Την παράσταση όμως στην αμφισβήτηση του θεσμού της Δικαιοσύνης έκλεψε ο -πρώην πλέον- Τομέαρχης Διαφάνειας του κόμματος Παύλος Πολάκης, ο οποίος ανάρτησε στον λογαριασμό του στο Facebook τα ονόματα των 13 ανωτάτων δικαστικών της δίκης Παππά-Καλογρίτσα, όπως και φωτογραφίες 15 δημοσιογράφων, αναφέροντας πως «αν δεν καθαρίσουμε από αυτούς δεν θα είναι αλλιώς την άλλη φορά!». Ζήτησε δε (ή προανήγγειλε;) την ίδρυση δεύτερης παράλληλης Σχολής Δικαστών, για να στελεχωθεί προφανώς η Δικαιοσύνη με ανθρώπους του κόμματος και παράλληλα να οδηγηθούν σε αναγκαστική πρόωρη συνταξιοδότηση όλων των δικαστών άνω των 60 ετών.
Η ανάρτηση του βουλευτή Χανίων του ΣΥΡΙΖΑ προκάλεσε, όπως ήταν αναμενόμενο, ένα μεγάλο κύμα αντιδράσεων, με την Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων να κάνει λόγο για «βαρύτατο πλήγμα στο δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας και έλλειψη ενσυναίσθησης της λειτουργίας των θεσμών της Δημοκρατίας». Παράλληλα ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών προέβη σε αυτεπάγγελτη παρέμβαση και ζήτησε τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για τα αδικήματα της διέγερσης πολιτών στη διάπραξη εγκλημάτων και της βίας κατά δικαστικών λειτουργών.
Υπό το βάρος της δημόσιας κατακραυγής, ο Αλέξης Τσίπρας καθαίρεσε τον Παύλο Πολάκη από τη θέση του Τομεάρχη Διαφάνειας του κόμματος, και προανήγγειλε την παραπομπή του βουλευτή Χανίων στην Επιτροπή Δεοντολογίας για «συστηματική παραβίαση από πλευράς του των κανόνων συλλογικότητας και δημοκρατικής λειτουργίας του κόμματος». Από το περιβάλλον δε του ηγέτη του Σύριζα αφήνεται ευθέως να εννοηθεί ότι ο Παύλος Πολάκης θα κοπεί από τα ψηφοδέλτια του κόμματος στις επικείμενες εκλογές.
Πέρα όμως από την τακτικιστική κίνηση του Αλέξη Τσίπρα να περιθωριοποιήσει τον Παύλο Πολάκη, η υπόθεση της καταδίκης του Νίκου Παππά κατέδειξε το βαθύ ρήγμα που υπάρχει στο κόμμα του Σύριζα απέναντι στο πολίτευμα της φιλελεύθερης δημοκρατίας, τους δημοκρατικούς θεσμούς, τη δικαιοσύνη και το κράτος δικαίου. Φωνάζουν για «δικαιοσύνη παντού», αλλά εννοούν μια δικαιοσύνη των λαϊκών δικαστηρίων, από δικαστές κομματικούς κομισάριους. Όπως είπε ο Χρήστος Σπίρτζης, να επαναφέρουν «τη δημοκρατία είτε με το καλό, είτε με το άγριο» και τη «δεύτερη φορά» να μας «γλεντήσουν» όπως απείλησε ο Παύλος Πολάκης.
Οι απόψεις του Παύλου Πολάκη και των ομοίων του απηχούν ίσως και την πλειοψηφία των οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ, όπως και σημαντικού μέρους της ηγεσίας του. Η απομάκρυνση του βουλευτή Χανίων γίνεται αφενός για να ξεφορτωθεί ο Αλέξης Τσίπρας έναν ανεξέλεγκτο εσωτερικό παράγοντα, ο οποίος θα μπορούσε ίσως και να αμφισβητήσει τον ίδιο τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ μετά από μια πιθανή εκλογική ήττα, αλλά αφετέρου για να ρίξει στάχτη στα μάτια των κεντροαριστερών ψηφοφόρων και να τους υφαρπάξει την ψήφο προσποιούμενος τον θεματοφύλακα της δημοκρατικής θεσμικότητας.
Πολύ λίγοι πολίτες όμως μπορούν να πεισθούν ότι πρόκειται για οτιδήποτε περισσότερο από ένα εσωκομματικό ξεκαθάρισμα λογαριασμών, πως ο ΣΥΡΙΖΑ έχει αλλάξει και πως είναι το κόμμα που μπορεί να εγγυηθεί τον σεβασμό στους θεσμούς και το κράτος δικαίου. Στα αυτιά των πολιτών ηχεί ακόμη η ιστορική πλέον φράση της Έφης Αχτσιόγλου: «Η κανονικότητα στην πραγματικότητα ποτέ δεν είναι ευκαιρία για την Αριστερά».