«Το ζήτημα είναι το ΚΚΕ, η επαναστατική πρωτοπορία να πηγαίνει πιο μπροστά από τα γεγονότα, ποτέ πίσω από αυτά -όταν έχουν διαμορφώσει παγιωμένες αντιλήψεις ακόμη και σε αγωνιστές και αγωνίστριες που συμπαρατάσσονται μαζί μας- μελετώντας το χθες να πηγαίνει πιο μπροστά ακόμη και από τις απαιτήσεις του σήμερα» τόνισε η Αλέκα Παπαρήγα.
Μιλώντας σήμερα σε εκδήλωση με θέμα «75 χρόνια από την Απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τον ΕΛΑΣ», που διοργάνωσε η κομματική Οργάνωση Κεντρικής Μακεδονίας του ΚΚΕ στην αίθουσα τελετών του ΑΠΘ η πρώην γενική γραμματέας του ΚΚΕ, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και βουλευτής Επικρατείας του κόμματος, αναφέρθηκε και στις επετειακές εκδηλώσεις που διοργανώνονται κάθε χρόνο στη Θεσσαλονίκη, με επίκεντρο την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου: «Οι επίσημες εκδηλώσεις πλασάρουν τον μύθο της ανύπαρκτης εθνικής ενότητας και συμμαχίας και ομοψυχίας, επιμελημένα κρύβουν τον αντιλαϊκό ρόλο που έπαιξαν οι αστοί ηγέτες, τα κόμματά τους και ο θρόνος, οι σύμμαχοί τους ιμπεριαλιστές. Ανοιχτά ή συγκαλυμμένα, επιστρατεύοντας μάλιστα και σε ορισμένες περιπτώσεις και το ελληνικό DNA υποβαθμίζουν ή δυσφημούν τον αγώνα του ένοπλου λαού, τα διαμετρικά διαφορετικά συμφέροντα του από τις φιλοαγγλικές οργανώσεις την περίοδο ‘41-44 και τα τάγματα ασφαλείας, που ιδρύθηκαν από τους Άγγλους και Γερμανούς επιτελείς σε συνεργασία με την κατοχική κυβέρνηση Ράλλη, για να αντιμετωπίσουν τον ΕΛΑΣ, το ΕΑΜ, το ΚΚΕ και στις μέρες της απελευθέρωσης. Κουβέντα δεν γίνεται όταν αναφέρονται στην περίοδο της Κατοχής για τις εξίσου σημαντικές ηρωικές απεργίες, τις οικονομικές διεκδικήσεις της πόλης απέναντι στην ξενική Κατοχή».
«Στο όνομα της επετείου του ΟΧΙ» , συνέχισε, «άλλοι μιλάνε για τον Μεταξά, άλλοι για το ΟΧΙ του λαού, οι περισσότερες αναφορές αφορούν στο αλβανικό έπος και τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας όπως αναφέρει το όμορφο ποίημα του Οδυσσέα Ελύτη, λες κι ο πόλεμος για την Ελλάδα τέλειωσε με τον πράγματι ηρωικό αγώνα των Ελλήνων στρατιωτών αξιωματικών κατά της επιδρομής», όμως, «κουβέντα δεν γίνεται για το γεγονός ότι κρατούμενοι φυλακισμένοι και εξόριστοι κομμουνιστές ζήτησαν να ελευθερωθούν μόνο και μόνο για να πάνε στο αλβανικό μέτωπο και βεβαίως τσιμουδιά ότι το μεταξικό καθεστώς τους παρέδωσε στον Γερμανό εισβολέα που ακολούθησε», ενώ «όσοι κατάφεραν -ιδίως από τα νησιά της εξορίας- να δραπετεύσουν, ένα πράγμα είχαν στον νου τους, να πάρουν μέρος στον ένοπλο αγώνα κατά της ξενικής Κατοχής -και το είπαν και το έκαναν» .
Αναφερόμενη στις εορταστικές εκδηλώσεις για την επέτειο της εισόδου του ελληνικού στρατού στη Θεσσαλονίκη το 1912 παρατήρησε: «Μνημονεύεται από τους περισσότερους πολιτικούς παράγοντες μόνον η 28η Οκτωβρίου του 1912 όταν η πόλη παραδόθηκε από τους Οθωμανούς στρατιωτικούς επιτελείς στους Έλληνες, καθώς ήξεραν οι Οθωμανοί ότι είχαν χάσει τον πόλεμο, ενώ προτίμησαν πράγματι την παράδοση της Θεσσαλονίκης στην Ελλάδα και όχι στη Βουλγαρία, που την επιζητούσε. Δεν συμπληρώνεται ο επίσημος λόγος και με το τριήμερο 28-30 Οκτωβρίου 1944, που αφορά επίσης την απελευθέρωση της πόλης. Το 1912, που σωστά γίνεται μνεία κάθε χρόνο την 28η Οκτωβρίου, είναι πιο εύκολο για τους αστούς τιμητές, αφού θα μιλήσουν για τον διάδοχο Κωνσταντίνο ή τον Ελευθέριο Βενιζέλο, χωρίς βεβαίως να αναφέρονται στους διαφορετικούς προσανατολισμούς και αντιθέσεις τους για το πού έπρεπε να κατευθυνθούν κατά τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο τα ελληνικά στρατεύματα -προς βορρά ή προς ανατολάς- αντιθέσεις και προσανατολισμοί που στη συνέχεια οδήγησαν στην τραγική μικρασιατική εκστρατεία, με την καθοδήγηση βεβαίως της Αγγλίας, των ιδιαίτερων συμφερόντων της. Η 28η έως 30η Οκτωβρίου 1944 για τη Θεσσαλονίκη αν κανείς έχει στοιχειώδη ευαισθησία πληροφόρησης δεν μπορεί παρά να τη συνδυάσει με τον ΕΛΑΣ, το ΕΑΜ, το ΚΚΕ κατά πρώτο και κύριο λόγο» .
Στο πλαίσιο αυτό, η κ. Παπαρήγα επισήμανε την ανάγκη «μελετώντας την ιστορία αλλά και παρακολουθώντας και τις σύγχρονες ιστορικές προσεγγίσεις να αξιολογήσουν επιστήμονες, φοιτητές και σπουδαστές και οπωσδήποτε τα πρωτοπόρα τμήματα της εργατικής τάξης την πολεμική που γίνεται στο ΚΚΕ, τόσο από αστική όσο και από οπορτουνιστική αντίληψη».
«Οι αστοί πολιτικοί και ιστορικοί κατηγορούν το κόμμα ότι πήρε την πρωτοβουλία για να συγκροτήσει το ΕΑΜ ΕΛΑΣ όχι από κομμουνιστικό πατριωτισμό αλλά με έναν σκοπό, να ανατρέψει την αστική εξουσία. Το αντίθετο έγινε. Το ΚΚΕ έδωσε τα πάντα και καλά έκανε για την απελευθέρωση από την ξενική κατοχή μη συνδέοντας δυστυχώς τον αγώνα αυτό με το πρόβλημα της εξουσίας. Η οπορτουνιστική αντίληψη, προκειμένου να επιτεθεί στη σύγχρονη στρατηγική του ΚΚΕ κάνει το ανάποδο, εξυμνεί στην κατοχική στρατηγική του κόμματος, τη φέρνει μάλιστα ως παράδειγμα για το σήμερα, καθώς ο οπορτουνισμός ανεξάρτητα από τα συνθήματα και το καπέλο που κάθε φορά φοράει, αναγνωρίζει μια δημοκρατία, την αστική, την απολύτως ουτοπική μετεξέλιξη του καπιταλισμού σε δήθεν ανθρώπινου και εξυγιασμένου».
«Μελετάμε το χθες και δεν έχουμε καμία δικαιολογία να μην ανταποκρινόμαστε στον ανώτατο βαθμό σήμερα και αύριο, να μην έχουμε πάντα επαγρύπνηση για το πώς δουλεύουμε, τι αποτελέσματα έχουμε. Για να έχουμε πάντα την επαγρύπνηση να ελέγχουμε τον εαυτό μας, για να μπορούμε να απαντάμε με πειστικότητα στον αντικομμουνισμό κι όχι με συνθήματα στην επιφανειακή εξήγηση ιστορικών γεγονότων και φάσεων, για να οπλιστούμε με ετοιμότητα και ικανότητα αξιολόγηση των τάσεων του σήμερα» κατέληξε η κ. Παπαρήγα.
Πριν από την ομιλία της προβλήθηκε ντοκιμαντέρ και η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με μουσικό πρόγραμμα.