Καλά κάνει ο κ. Μητσοτάκης και επισπεύδει την ψήφιση από τη Βουλή του σχεδίου νόμου για τα ομόφυλα ζευγάρια -αν επαληθευθούν οι σχετικές διαρροές από το Μέγαρο Μαξίμου.
Κάποιοι μπορεί να διαφωνούν, και με επιχειρήματα, ως προς το αν το επίμαχο νομοσχέδιο έπρεπε να ιεραρχηθεί ως προτεραιότητα της κυβέρνησης στη δεδομένη (και ευρω-προεκλογική…) συγκυρία, ή θα μπορούσε να περιμένει. Έτσι κι αλλιώς είναι κυβερνητική δέσμευση… εκ μεταφοράς από την πρώτη τετραετία. Ίσως μπορούσε να περιμένει.
Άπαξ, όμως, και ο πρωθυπουργός το αναβίωσε στην επικαιρότητα, άπαξ και κατέστη κυρίαρχο πολιτικό θέμα που απασχολεί κοινωνία αλλά και κόμματα που βιώνουν όλα εξαιτίας του εσωκομματικές εντάσεις και διαφωνίες, η παράταση της εκκρεμότητας και η ατέρμονη ενασχόληση μ’ αυτό από εκπομπές και πολιτικά πάνελ, μόνο κακό και φθορά στην ουσία του προκαλεί. Και οι πάντες ασχολούνται με τα… πολιτικά και πολιτικά παρελκόμενα, παρά με την ουσία του. Να τελειώνουμε, να μετρήσουμε κέρδη και ζημίες, να μετρήσουν οι πολιτικοί φορείς το όποιο κόστος θα επωμισθούν και το πώς θα το αντιμετωπίσουν, να προχωρήσουμε…
Σε κάθε περίπτωση, η μεγάλη συνεισφορά της κυβέρνησης είναι ότι «κατάφερε» ένα θέμα ταμπού επί γενεές να συζητείται ανοικτά και όσο πιο πλατιά γίνεται, η κοινωνία να ζυμώνεται με τις φανερές και κρυφές παραμέτρους και παράπλευρες επιπτώσεις, να μη χώνουμε το κεφάλι στην άμμο, να σκεφτούμε ποια είναι η διαμορφωμένη ήδη πραγματικότητα. Η οποία, το μόνο σίγουρο είναι, δεν παύει να εξελίσσεται και να δημιουργεί δεδομένα, πέρα και άσχετα από νόμους, προβλέψεις, απαγορεύσεις και ρυθμίσεις. Ζωή είναι αυτό που συμβαίνει ερήμην των σχεδιασμών μας. Και ή προσαρμοζόμαστε και προχωράμε με τις αναγκαίες προσαρμογές και συμβιβασμούς, ή παραμένουμε στο… δικό μας σύμπαν, εθελοτυφλούντες.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κοινωνία (δειλά, φοβικά, με αμφιβολίες ακόμη) θεωρεί σήμερα το ζήτημα των ομόφυλων ζευγαριών και των δικαιωμάτων τους λιγότερο «ταυτοτικό» από ό,τι κάποια χρόνια πριν. Συμβιώνουμε με διαμορφωμένες πραγματικές καταστάσεις, ομόφυλα ζευγάρια συζούν νομίμως με το σύμφωνο συμβίωσης, αποκτούν παιδιά με νόμιμους, ημινόμιμους αλλά και παράνομους τρόπους, και αυτό το γεγονός δεν μπορεί να το «σβήσει» κανένας ανθρώπινος νόμος.
Υπάρχουν ήδη παιδιά με μειωμένα δικαιώματα έναντι εκείνων των «κανονικών οικογενειών» (που, όμως, και αυτές βασανίζονται και δοκιμάζονται από προβλήματα ενδοοικογενειακής βίας, έλλειψης υπομονής, ασυνεννοησίας, μίσους -οι άνθρωποι συμπεριφέρονται όπως συμπεριφέρονται, ασχέτως της σεξουαλικής τους προτίμησης), και μια σύγχρονη κοινωνία δεν μπορεί «βολικά» να κλείνει τα μάτια της εν ονόματι μιας διαμορφωμένης αλλά ξεπερασμένης σε πολλά «κανονικότητας», που ίσχυσε σε άλλα χρόνια, υπό άλλες συνθήκες, με άλλα «πιστεύω» και αρχές…
Αυτά που σήμερα φαντάζουν παράλογα και ξεπερασμένα και ορθώς πρέπει να τα ρυθμίσουμε, κάποτε ήταν το μόνο πλαίσιο σκέψης. Να λιθοβολούμε τους μοιχούς ή να τους σέρνουμε με… σεντόνια στα αστυνομικά τμήματα; Να απαγορεύουμε στους ομοφυλόφιλους να γίνονται αιμοδότες; Να χλευάζουμε δημόσια τους «διαφορετικούς», να τους οδηγούμε στην απομόνωση και την παρανομία;
Η καθιέρωση του (πολιτικού, ε;) γάμου μεταξύ ομοφύλων, πράγματι εν δυνάμει μπορεί μελλοντικά να ανοίξει τον δρόμο στα συγκεκριμένα ζευγάρια να αποκτούν τέκνα ακόμη και με παρένθετη μητέρα -άσχετα με το τι λέει σήμερα ο κ. Μητσοτάκης. Αλλά, μήπως και με το σημερινό καθεστώς δεν έχουν βρεθεί «παραθυράκια» και ένα σωρό ομόφυλα ζευγάρια δεν έχουν δημιουργήσει τέτοιες οικογένειες;
Μας ενοχλεί η αναγνώριση της πραγματικότητας και η κατά το δυνατόν καλύτερη θεσμική ρύθμισή της υπέρ των ίδιων των παιδιών, των μόνον που δεν έχουν καμιά απολύτως ευθύνη;
Οι κοινωνίες είναι φύσει συντηρητικές, απεχθάνονται τις αλλαγές (ακόμη και αν προβάλλουν επιτακτικές και πρέπουσες), δεν θέλουν το (και ψυχολογικό) ξεβόλεμά τους.
Καθήκον και υποχρέωση των πολιτικών ηγεσιών είναι να ηγούνται των κοινωνιών, να εξηγούν και να επανεκπαιδεύουν τον κόσμο, όχι να υποτάσσονται στον έμφυτο συντηρητισμό τους και το «να μην αλλάξει τίποτε -έτσι μάθαμε…». Να δείχνουν και να πείθουν για την ορθότητα και την αναγκαιότητα «κατά τους καιρούς» των όποιων αλλαγών -που μην αμφιβάλλετε, κι αυτές σε βάθος χρόνου θα χρήζουν αναθεώρησης και εκσυγχρονισμού. Δεν μπορούμε να περιμένουμε στο... διηνεκές να «ωριμάσουν» οι συνθήκες», γιατί περιμένοντας… σαπίζουν!
Ό,τι δεν αλλάζει, δεν προσαρμόζεται, πεθαίνει, δεν το έχουμε μάθει ακόμη;