Σε σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες, όπως έλεγε το παλιό δημοσιογραφικό κλισέ, αναδεικνύεται για τις εταιρείες δημοσκοπήσεων η έρευνα για τις εκλογές του ΚΙΝΑΛ. Οι αστάθμητοι παράγοντες και οι υποθέσεις εργασίας που αναγκαστικά υιοθετούνται είναι τόσοι πολλοί και καθοριστικοί, που οι προβλέψεις γίνονται κυριολεκτικά δουλειά υψηλού ρίσκου.
Αβεβαιότητα πρώτη, ο τελικός εκλογικός πληθυσμός, το σύνολο των πολιτών δηλαδή που θα φτάσει στις κάλπες. Έμπειρος δημοσκόπος από τα πρώτα στοιχεία προβλέπει ότι η συμμετοχή τελικά θα ξεπεράσει την αντίστοιχη στις εκλογές του 2017, που κατέληξαν στη νίκη της Φώφης Γεννηματά.
«Ενας αριθμός ψηφοφόρων λίγο πάνω-λίγο κάτω από τις 250.000 τώρα φαίνεται ρεαλιστικός» εκτιμά, αλλά αμέσως σπεύδει να εισάγει την αβεβαιότητα, επισημαίνοντας τρείς αστερίσκους: την εξέλιξη της πανδημίας, τον καιρό, καθώς το εκλογικό σώμα του ΚΙΝΑΛ είναι αρκετά γηρασμένο και τέλος, μια χθεσινή απόφαση της Εκλογικής Επιτροπής του ΚΙΝΑΛ. Σύμφωνα μ΄αυτήν, το Μητρώο Μελών και Φίλων που θα συμμετάσχουν στις εκλογές θα κρατηθεί και θα ελεγχθεί μετεκλογικά από την Επιτροπή για τυχόν παρασπονδίες, μια παράμετρος που μάλλον αναμένεται να περιορίσει τη συμμετοχή ψηφοφόρων από άλλα κόμματα, τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή, για τη στήριξη υποψηφίων.
Στις δυσκολίες για την εκτίμηση του εκλογικού σώματος προστίθεται μια επίσης άβολη πραγματικότητα: η μικρή λόγω εκλογικού μεγέθους αντιπροσώπευση των ψηφοφόρων του ΚΙΝΑΛ στο συνολικό δείγμα μιας δημοσκόπησης. Συγκεκριμένα, στις περισσότερες έρευνες, το δείγμα, οι πολίτες δηλαδή που συμμετέχουν στην έρευνα, ύστερα από τη στάθμιση με διάφορα κριτήρια (φύλο, ηλικία, κόμμα που ψήφισαν στις προηγούμενες εκλογές, κλπ) οριακά ξεπερνά τους 1.000. Απ΄αυτούς, ένα υποσύνολο κοντά στο 8% δηλώνουν ψηφοφόροι του ΚΙΝΑΛ, δηλαδή 80 πολίτες.
Απ΄αυτό το υποσύνολο, η εταιρεία πρέπει στη συνέχεια να διερευνήσει ποιόν από τους 6 υποψηφίους του ΚΙΝΑΛ θα προτιμήσουν και ταυτόχρονα να φροντίσει το δείγμα (των 80) να διαθέτει στοιχειώδη αντιπροσωπευτική κατανομή και μια κατάλληλη γεωγραφική διασπορά σε όλες τις εκλογικές περιφέρειες της χώρας. Οι δυσκολίες είναι προφανείς, για όσους διαθέτουν ακόμη και μέτρια γνώση από έρευνες, ενώ οι πιθανότητες αποτυχίας, ακόμη περισσότερες.
Μια λύση, που θα μείωνε την αβεβαιότητα και το ρίσκο είναι η κατάρτιση του δημοσκοπικού δείγματος, αποκλειστικά και μόνο από πολίτες που διαβεβαιώνουν ότι σκοπεύουν να ψηφίσουν στις εκλογές της 5ης Δεκεμβρίου. Είτε ψήφισαν ΚΙΝΑΛ στις προηγούμενες εκλογές, είτε άλλα κόμματα, αλλά τώρα ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν. Σοβαρό μειονέκτημα για μια παρόμοια λύση είναι οι σημαντικές τεχνικές δυσκολίες στην εξεύρεση του κατάλληλου δείγματος και αντίστοιχα το οικονομικό κόστος, που υπερβαίνει κατά πολύ τις δυνατότητες της αγοράς.
Ολα αυτά δεν σημαίνουν ότι οι έρευνες είναι αυθαίρετες. Απλώς, κάπως «σχετικοποιείται» η σημασία τους και δεν επιτρέπουν ασφαλή συμπεράσματα. Τουλάχιστον προς το παρόν. Γιατί όσο περνάει ο χρόνος και πλησιάζουμε την πρώτη αναμέτρηση, στις 5 Δεκεμβρίου, οι δημοσκόποι εκτιμούν ότι παρά τις αντιξοότητες, τα συμπεράσματα θα είναι πιο αξιόπιστα. Γιατί μέσα από συνεχιζόμενες έρευνες και αρκετές «κυλιόμενες», οι τάσεις και οι συσχετισμοί θα αρχίσουν να καταγράφονται με μεγαλύτερη σαφήνεια. Αλλωστε, με τον χρόνο, θα έχουν αποκρυσταλλωθεί και τα «προφίλ» των 6 υποψηφίων, τα κοινά που «αγγίζουν», τα δυνατά και τα αδύνατα σημεία τους.
Πάντως υπάρχει και ένα σενάριο που διαμορφώνεται ως «εφιάλτης» για τους δημοσκόπους. Το «σενάριο τρόμου» είναι με την πάροδο του χρόνου το παιγνίδι να μην έχει ξεκαθαρίσει. Για παράδειγμα, τρεις υποψήφιοι να βρίσκονται αρκετά κοντά μέχρι το τέλος, με διαφορές στα όρια του στατιστικού λάθους. Σε αυτή την περίπτωση, αν δηλαδή καταλήξουμε σε ένα «κλειστό ντέρμπυ για τρεις», τότε το πιθανότερο είναι και οι εταιρείες δημοσκοπήσεων να περιμένουν, όπως και όλοι μας, στις 5 Δεκεμβρίου και την ολοκλήρωση της καταμέτρησης, για να μάθουν το «δίδυμο » των μονομάχων της 12ης Δεκεμβρίου.