Η Ευρωπαϊκή Δεξιά και η ΝΔ προσγειώθηκαν απότομα από την υγειονομική κρίση στην ανάγκη για ισχυρό κοινωνικό κράτος.
Ξαφνικά ο δημοσιονομικός κορσές, η λατρεία της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, το αναποτελεσματικό δημόσιο και όλα τα αφηγήματα του νεοφιλελευθερισμού έπεσαν σε βράχο. Η πανδημία απαιτούσε σοβαρές κρατικές παρεμβάσεις και δημόσιες δαπάνες. Δυστυχώς τα μαθήματα από αυτή την περιπέτεια γρήγορα τα ξέχασαν. Και επανήλθαν με τις ίδιες ιδεοληψίες στα εργασιακά. Στην προσπάθεια να πληρώσουν τα σπασμένα της Οικονομίας οι εργαζόμενοι και να προφυλαχθούν οι οικονομικά ισχυροί.
Σε αυτήν την πραγματικότητα είναι ανάγκη η αλλαγή των συσχετισμών. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πέτυχε μία υψηλή κοινωνική ανοχή. Σήμερα φαίνεται να μπαίνει σε διαδικασίες φθοράς. Ωστόσο η υπόθεση «Ποια αντιπολίτευση» είναι το κλειδί για την αλλαγή των συσχετισμών. Μία γραμμή αντιπολίτευσης πού δεν επικεντρώνεται στα οικονομικά-ταξικά χαρακτηριστικά της κυβερνητικής πολιτικής είναι το πιο βασικό λάθος. Δηλαδή στα φαινόμενα στήριξης των κυρίαρχων τάξεων.
Σε αυτό το επίπεδο η κυβέρνηση της ΝΔ έχει σαφή προσανατολισμό. Βλέπουμε να επανέρχονται οι κατασχέσεις. Να γίνονται γκρίζοι χειρισμοί στην Τράπεζα Πειραιώς. Να προστατεύεται μονόπλευρα ο ιδιωτικός τομέας Υγείας. Βρίσκονται διευκολύνσεις σε φορολογικές διακρίσεις υπέρ των μεγάλων επιχειρήσεων. Είμαστε σε μια περίοδο με το νόμο για τα εργασιακά που ανοίγει πλήρως ο ασκός του Αιόλου για την εργοδοτική αυθαιρεσία και την συμπίεση των εργατικών δικαιωμάτων.
Η ανάγκη για μια πειστική αντιπολίτευση εξελίσσεται σε κεντρικό ζήτημα για την πολιτική ζωή.
Ωστόσο μία αντιπολίτευση τύπου «ό,τι κάτσει» η οποία εκφράζεται από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν συγκροτεί αξιόπιστη εναλλακτική λύση. Είτε ποντάρει στην επιδείνωση της πανδημίας και «κλείνει το μάτι» στους αρνητές του εμβολιασμού (μέσω του Πολάκη), είτε υποτιμά τα θέματα δημόσιας ασφάλειας, είτε ψάχνει παντού για σκάνδαλα. Σε αυτή την ατζέντα ευνοείται η γραμμή του Μητσοτάκη.
Το Κίνημα Αλλαγής είναι πολύ προσεκτικό και επικεντρώνεται κυρίως στα θέματα των κοινωνικών ανισοτήτων και της ανεργίας. Σε αυτά θα κριθεί το μέλλον της χώρας. Η αντιπολίτευση πού πασχίζει με υπαινιγμούς να βρει ροζ σκάνδαλα στην πολιτική (περίπτωση Λιγνάδη), που βγάζει τα self test δωράκι στην Siemens, που ταυτίζεται σε διαδηλώσεις με τον Κουφοντίνα, δεν είναι Αξιωματική. Είναι καταστροφική! Γιατί δεν είναι σοβαρή και πειστική.
Για αυτό το Κίνημα Αλλαγής λειτουργεί στην πράξη σαν αξιωματική αντιπολίτευση. Επειδή διατυπώνει ολοκληρωμένες εναλλακτικές προτάσεις και όχι γενικόλογες υπερβολές διαμαρτυρίας. Στηρίζει τα θετικά βήματα στο κοινοβούλιο και αποδοκιμάζει τα αρνητικά. Όπως χαρακτηριστικά έκανε στην πανδημία και στο νομοσχέδιο για τα εργασιακά.
Το «κλειδί» λοιπόν είναι η ενίσχυση της Κεντροαριστεράς. Μέσα από την αυτόνομη ιδεολογική και πολιτική πορεία του Κινήματος Αλλαγής ανταγωνιστικά προς την ΝΔ και προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Η σοσιαλδημοκρατία –πάρα τα συναινετικά της χαρακτηριστικά- είναι μια παράταξη με αντιπαλότητα και με τις συντηρητικές πολιτικές και με τον αριστερό λαϊκισμό. Δεν είναι υπόθεση ίσων αποστάσεων. Είναι ζήτημα αντιπαράθεσης με τις λαθεμένες ιδεολογικές προσεγγίσεις. Είναι ζήτημα προγραμματικής αυτονομίας. Υπάρχουν λοιπόν οι συνθήκες που ευνοούν τις μετριοπαθείς απόψεις, τις σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές, την ανάγκη για λύσεις οι οποίες δεν στηρίζονται σε ακραίες επιλογές.
Είναι στο χέρι του Κινήματος Αλλαγής να αλλάξει τους συσχετισμούς.
Η συζήτηση όμως για το όνομα του φορέα και για τα σύμβολα δεν αποτελούν το πεδίο των λύσεων. Το πεδίο των λύσεων είναι οι πολιτικές προτάσεις, το σαφές ιδεολογικό στίγμα, η δράση μέσα στα κοινωνικά κινήματα. Μία εσωκομματική προεκλογική εκστρατεία- με αφορμή την εκλογή νέου αρχηγού τον Νοέμβριο- που απευθύνεται για εκλογικούς σχεδιασμούς μονόπλευρα στο πιο κοντινό ακροατήριο, αυτό δηλαδή του ΠΑΣΟΚ, δεν ωφελεί το κοινό εγχείρημα για ένα πλατύ σύγχρονο φορέα της Σοσιαλδημοκρατίας. Από αυτή την άποψη η αντίληψη για «επιστροφή» στο ΠΑΣΟΚ αποτελεί ακύρωση της εντολής των διαδικασιών του 2017 και των συνεδρίων του ΚΙΝΑΛ. Αυτό το εγχείρημα είναι μία προσπάθεια για νέες απαντήσεις της σοσιαλδημοκρατίας.
Η εμμονή στο παρελθόν, το άγχος για την ιστορική δικαίωση του ΠΑΣΟΚ, δεν είναι από μόνα τους ένα σχέδιο για το μέλλον. Δεν απευθύνονται στις νέες γενιές και στα δυναμικά στρώματα της κοινωνίας. Το ΠΑΣΟΚ είναι η ατμομηχανή του Κινήματος Αλλαγής. Μαζί με άλλες δυνάμεις επιδιώκει όμως να οικοδομήσει έναν ανοιχτό σύγχρονο φορέα της Κεντροαριστεράς.
Το ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ μπορεί να κάνει την ανατροπή των δεδομένων. Έχει τα πολιτικά εφόδια. Με λιγότερη εσωστρέφεια και ανοιχτές παρεμβάσεις στην κοινωνία.
*Ο Θόδωρος Μαργαρίτης είναι μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του Κινήματος Αλλαγής