Πόσοι και πόσοι δεν έχουν καταφύγει (ειλικρινά ή ιησουίτικα…) στο κλισέ «αν μπορούσα να γυρίσω τον χρόνο πίσω…».
Μια ευχή, έστω απολογητικά ειλικρινής, ως μεταγενέστερη «συγγνώμη», για πράξεις, λάθη, ολιγωρίες, συνειδητές ή ασυνείδητες ενέργειες με ολέθρια αποτελέσματα.
Αλλά, δυστυχώς, ο χρόνος δεν γυρίζει ποτέ πίσω. Το νερό, δεν κυλά ποτέ για δεύτερη φορά στην κοίτη του ποταμού. Ότι έγινε έγινε. Και δεν ξεγίνεται…
Η τραγωδία στα Τέμπη, μπορούσε και έπρεπε να έχει αποφευχθεί. Και για το ότι δεν αποφεύχθηκε, όλοι πια έχουμε εμπεδώσει πως υπάρχουν διαχρονικές ευθύνες όλων όσων έχουν κυβερνήσει την χώρα τις τελευταίες δεκαετίες. Όπως πάντα, δηλαδή, για όλες τις προβληματικές καταστάσεις που βιώνει, πολύ συχνά με τραγικότητα, τούτος ο τόπος…
Δεν έχει νόημα (παρεκτός κι’ αν θέλεις να εκμεταλλευθείς το δράμα με προεκλογική τοξικότητα) σε ποιο βαθμό ευθύνεται το (αδιαμφισβήτητο) ανθρώπινο λάθος, η καταραμένη ανοργανωσιά του ελληνικού δημοσίου, ο ωχαδερφισμός «αρμοδίων» προσώπων και υπηρεσιών. Δυστυχώς, το «αυτή είναι η Ελλάδα…» του Σημίτη, μοιάζει ακαταμάχητο, κυρίαρχο, εμβληματικό. Αλλά ταυτόχρονα και παραπλανητικό, συνθηματολογικό, βολικό για αποπροσανατολισμό, «επιχείρημα» για όσους αντιδρούν στην αλλαγή, και βολεύονται στην ασφάλεια της αδράνειας, λόγω μειωμένης αντίληψης της δυναμικής της πραγματικότητας, ή (συχνά…) υστεροβουλίας.
Και είναι κάτι περισσότερο από έγκλημα, είναι τραγικό λάθος που δεν μπορεί να φέρει κανένα αποτέλεσμα, αυτό που επιχειρεί ο ΣΥΡΙΖΑ: να «περάσει» και να καταξιώσει, δηλαδή, την «βεβαιότητα» του ότι οι σημερινές συνθήκες του (προεκλογικού) 2023 είναι… ριμέϊκ του (προεκλογικού) 2012 και 2015. Με την τυφλή εξαγρίωση της κοινωνίας, τις πλατείες και τους «αγανακτισμένους», την επιστράτευση λαϊκισμού και τοξικότητας, τα «ή τους τελειώνουμε ή μας τελειώνουν!», τον ρεβανσισμό και το… γιουρούσι στην εξουσία.
Η ανασφάλεια, η απόγνωση, η καταβύθιση εκείνης τη ς εποχής, δεν έχει την παραμικρή αντιστοιχία στην σημερινή. Και ο κόσμος (ναι, ο θυμωμένος και δυσαρεστημένος κόσμος για την όποια διάψευση των προσδοκιών του από την κυβέρνηση Μητσοτάκη…) καταλαβαίνει πολύ καλά παρά την δυσαρέσκειά του, ότι σήμερα βρισκόμαστε σε πολύ καλύτερη θέση από αυτή που παρέδωσε ο ΣΥΡΙΖΑ. Έγιναν σημαντικά βήματα, σε μια περίοδο μάλιστα που η κυβέρνηση κλήθηκε να αντιμετωπίσει την μια μετά την άλλη κρίση, εξωγενή ή εσωγενή, που κατ’ ανάγκην την ξεστράτισαν από τους σχεδιασμούς της.
Το δράμα των Τεμπών, όσο συγκλονιστικό κι’ αν είναι δεν μπορεί και είναι παραπλανητικό να διαγράψει ότι έχει γίνει μέχρι σήμερα. Δεν είμαστε εκεί που ήμασταν το 2015 και το 2018, πώς να το κάνουμε. Η ισοπέδωση που επιχειρεί η αντιπολίτευση, είναι καταφανώς τοξική και εκ του πονηρού- και το κακό είναι ότι το ξέρει αλλά δεν την απασχολεί…
Το θέμα, είναι πλέον στα δικά μας χέρια. Έρχονται εκλογές, που δυστυχώς διεξάγονται σ’ ένα φορτισμένο κλίμα. Είναι προφανώς πολύ δύσκολο να μας αφήσει ανεπηρέαστους το δράμα των Τεμπών που τόσο μεθοδικά αναμοχλεύει ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στις κάλπες είμαστε υποχρεωμένοι, αν θέλουμε να προχωρήσουμε, να σφίξουμε τις ψυχές μας, και να εστιάσουμε στο μετεκλογικό τοπίο, τις προκλήσεις, τις παγίδες, τα προβλήματα που θα ανακύψουν….
Φυσικά και υπάρχει ο κίνδυνος θυμωμένου αντισυστημικού ψηφοφόρου, του απογοητευμένου που καταφεύγει στο «όλοι το ίδιο είναι, μούντζα σε όλους και…. γαία πυρή μειχθήτω!» -αλλά αυτόν τον κίνδυνο οφείλουμε να τον μειώσουμε όσο γίνεται οι ψυχραιμότεροι, αν θέλετε οι πιο ρεαλιστές, όσους μας φοβίζει το χάος και η ρευστή ακυβερνησία. Να ψηφίσουμε με νηφαλιότητα και υπευθυνότητα, να κουβεντιάσουμε με τους ειλικρινείς και ανυστερόβουλους «αναποφάσιστους» και να τους αποφορτίσουμε, όχι με…. κομματικά επιχειρήματα αλλά με ρεαλιστικά διλήμματα για το τι περιμένει την χώρα (εμάς, δηλαδή) η επομένη των δεύτερων εκλογών…
Η προοπτική (τώρα, πλέον, μόνο μετά τις δεύτερες κάλπες) αυτοδυναμίας, έχει εξασθενήσει σημαντικά. Η ΝΔ νομοτελειακά θα «πληρώσει» τα Τέμπη, με μείωση της εκλογικής της ισχύος, αλλά πιθανότατα θα διατηρήσει το προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, με σημαντική διαφορά. Ο Μητσοτάκης, επιμένει στην αυτοδυναμία (οι πολυκομματικές προσπάθειες στην Ελλάδα, έχουν στεφθεί με αποτυχία…), ο Τσίπρας διατυμπανίζει « κυβερνητική συνεργασία με άλλα κόμματα … μόνο αν είμαι εγώ πρώτο κόμμα!» (εμ τότε τι την ήθελε την «απλή»; ), ο Ανδρουλάκης έχει κολλήσει εμμονικά (και αδιέξοδα) «εγώ συνεργάζομαι μόνο σε σχήμα που δεν θα έχουν κανένα ρόλο Μητσοτάκης-Τσίπρας!» (δυο λαλούν και τρείς χορεύουν!)….
ΟΚ, αλλά η χώρα την… επομένη των εκλογών θα πρέπει να κυβερνηθεί σε περιβάλλον διεθνώς αλλά και εσωτερικά δυστοπικό. Κυβέρνηση συνεργασίας, πώς και με ποιους; Μπορεί να είναι λύση ένα… βεβιασμένο και ευκαιριακό «σύμφωνο απροθύμων», που καθημερινά θα τρίζει και οι συμβαλλόμενοι θα έχουν εστιάσει την προσοχή τους στο πώς θα εκμεταλλευθούν την όποια αφορμή για να το κάνουν… κεραμιδαριό και να φορτώσουν τον μουντζούρη στους άλλους;
Μια ανήμπορη και προβληματική «κυβερνησιμότητα», μπορεί εύκολα να αποδειχθεί χειρότερη και από αυτή την ακυβερνησία! Και μόνος τρόπος να διορθωθεί, είναι η προσφυγή σε… τρίτες εκλογές! Τέτοιες ώρες, τέτοια λόγια!
Και οι δεύτερες εκλογές (που τις φέρνει η υστερόβουλη και μικροπολιτική «απλή» του Τσίπρα), σε τέτοιο περιβάλλον, είναι επικίνδυνη και περιττή πολυτέλεια. Ας παραμερίσουμε, λοιπόν, καπρίτσια, θυμούς και (δικαιολογημένη) απογοήτευση, ας δούμε, ας συγκρίνουμε που ήμασταν και που βρισκόμαστε τώρα, και ας ψηφίσουμε (και στις δυο κάλπες) με υπευθυνότητα και ρεαλισμό. Δεν υπάρχουν περιθώρια…