Αν προσπαθήσει κανείς να δει τα όσα συμβαίνουν στη χώρα μας από κάποια απόσταση, θα συνειδητοποιήσει ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται, ενίοτε μάλιστα σαν φάρσα.
Τα χρόνια περνούν, οι κυβερνήσεις διαδέχονται η μια την άλλη, τα προβλήματα διαιωνίζονται, γιατί ποτέ δεν επιλύονται οριστικά, οι πολίτες είναι έτοιμοι να αποθεώσουν ή να λοιδορήσουν τους ίδιους πολιτικούς, ανάλογα με τη συγκυρία, και η χώρα πορεύεται με μια μεγάλη αλήθεια που αποτυπώνεται στο λαϊκό στίχο του Μανώλη Ρασούλη: «όλα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν».
Το εντυπωσιακό είναι ότι τα συναισθήματά μας αλλάζουν με ακραίο τρόπο και η γνώμη μας για τους εαυτούς μας έχει πάντα κάποια φαντασιακά στοιχεία, που συνήθως δεν μας αφήνουν να δεχτούμε την πραγματικότητα έτσι όπως είναι. Είτε την εξιδανικεύουμε, κατασκευάζοντας «φούσκες», είτε την αρνούμαστε, κατασκευάζοντας «αγανακτισμένους». Και αυτό ισχύει πρωτίστως για τους πολιτικούς αλλά δευτερευόντως και για τους ίδιους τους πολίτες.
Στη διάρκεια της οικονομικής κρίσης ζήσαμε τον ναρκισσισμό του θύματος στην αποκορύφωσή του. Η δικαιολογημένη εθνική μας κατάθλιψη απέκτησε παγκόσμια φήμη, καθώς περιφέραμε την οικονομική και κοινωνική καταστροφή στα πέρατα της γης, όχι μόνο ως αποτέλεσμα δικών μας λαθών που οδήγησαν στο δημοσιονομικό εκτροχιασμό αλλά σαν χτύπημα της μοίρας, του νεοφιλελευθερισμού και της κακιάς ελίτ των Βρυξελλών. Τελικά, συμβιβαστήκαμε με την πραγματικότητα με τον πιο τραυματικό τρόπο.
Με τη μετάβαση στη μεταμνημονιακή κανονικότητα, πήγαμε, σταδιακά, στο άλλο άκρο. Ο κομπασμός για την ανάπτυξη συνδυάστηκε με την εθνική περηφάνια για πραγματικά και φαντασιακά επιτεύγματα, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί η αυταπάτη ότι «σκίζουμε», «πετάμε», «φεύγουμε μπροστά».
Και, όπως συνήθως μας συμβαίνει, πέφτουμε από τα σύννεφα, όταν μας διαψεύδουν οι αριθμοί...
Από άποψη ΑΕΠ είμαστε σήμερα προτελευταίοι στην ΕΕ, σύμφωνα με την Eurostat, και στην κατάταξη των ευτυχισμένων χωρών έχουμε πέσει στην 60ή θέση, εγκαταλείποντας τον δυτικό κόσμο. Ταυτόχρονα, επιστρέφουμε σε μια περίοδο πολιτικής πόλωσης, που ουδείς μπορούσε να προβλέψει πριν από μερικούς μήνες, και ανατρέχουμε σε θεωρίες διαπλεκόμενων συμφερόντων, που μας πάνε μερικές δεκαετίες πίσω.
Η κομματική αντιπαράθεση γίνεται ξανά με έναν τρόπο ξεπερασμένο από τις εξελίξεις. Η αναζήτηση της αλήθειας για την τραγωδία των Τεμπών δεν μπορεί να γίνεται πολιτικό εργαλείο, ούτε για την κυβέρνηση με θεωρίες συνωμοσίας ούτε από την αντιπολίτευση με προφανείς κομματικές σκοπιμότητες.
Κάτι φταίει και πρέπει να το δούμε κατάματα με ειλικρίνεια. Ο πολιτικός λαϊκισμός δεν μας βγήκε ποτέ σε καλό, ούτε όταν αυτοαποθεωνόμαστε ούτε όταν αυτομαστιγωνόμαστε. Μας έχει βλάψει εξίσου και ο λαϊκισμούς των κυβερνήσεων και ο λαϊκισμός των αντιπολιτεύσεων. Ας το κρατήσουμε αυτό τώρα, που μπαίνουμε ξανά σε μια πολιτικά φορτισμένη περίοδο.