Ακούγοντας σήμερα (22/4) τον Κυριάκο Μητσοτάκη να εξαγγέλλει πέντε νέες ελαφρύνσεις φόρων και εισφορών, για την επανεκκίνηση της οικονομίας, καταλαβαίνω ότι η κυβέρνηση βλέπει ήδη τον μακρινό ορίζοντα.
Το εμβολιαστικό πρόγραμμα πάει με χίλια, τα self test λειτουργούν, ο τουρισμός θα ανοίξει σε λιγότερο από ένα μήνα, μπαρ, εστιατόρια, εκκλησίες ανοίγουν, για όλους έχει από κάτι. Κυρίως, πέφτουν χρήματα για τη στήριξη της οικονομίας. Ο Σκυλακάκης, που τα μετράει, βρήκε ότι 24 δισ. ευρώ δόθηκαν αποκλειστικά σε δαπάνες για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας. Δεν περιλαμβάνονται στο προαναφερθέν ποσό πολλές άλλες έκτακτες δαπάνες, όπως τα αναδρομικά των συνταξιούχων, δαπάνες άμυνας και δαπάνες αντιμετώπισης των προσφυγικών ροών.
Αχνοφαίνεται, δηλαδή, το τέλος μιας (ακόμα) κρίσης που αναμένεται να βρει την Ελλάδα με τραύματα, αλλά όρθια. Η κυβέρνηση σίγουρα έχει ήδη κάνει ένα πρώτο ταμείο: μετράει κέρδη και απώλειες, ζυγίζει πού βρίσκεται σε σχέση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, κάνει εκλογικούς υπολογισμούς.
Μια ασφαλή εικόνα δίνουν οι δημοσκοπήσεις. Όλες δείχνουν ότι η φθορά της κυβέρνησης, η οποία προέρχεται από την ανυπομονησία και την κούραση του κόσμου από την πανδημία, έχει (προς το παρόν) φρενάρει. Η διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ ισορρόπησε μεταξύ 14-15%, με τελευταίο παράδειγμα την έρευνα της Alco στο Open (13,6 μονάδες), η οποία καταγράφει μια αδιατάρακτη υπεροχή του Κ. Μητσοτάκη και της ΝΔ. Στο ερώτημα «Ποιον εμπιστεύεστε περισσότερο ως πρωθυπουργό», 43% απαντά τον Κυριάκο Μητσοτάκη, 23% τον Αλέξη Τσίπρα.
Τα νούμερα αυτά είναι αδιάψευστοι μάρτυρες μιας πραγματικότητας: Από την αριστερά ως το ΚΙΝΑΛ, περνώντας από τον Βαρουφάκη, κανένας πολιτικός αρχηγός δεν κρίθηκε καλύτερος από τον Μητσοτάκη για να διαχειριστεί την πανδημία, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Κι όχι μόνον αυτό: οι ψηφοφόροι εμπιστεύονται την κυβέρνηση για την επιστροφή στην κανονικότητα, παρά τα λάθη ή τις αστοχίες που είχαν προηγηθεί.
Αντικειμενικά, υπάρχει μια απλή αλήθεια πίσω από τις δημοσκοπήσεις: Αν εξακολουθεί η ΝΔ να υπερέχει του ΣΥΡΙΖΑ και ο Μητσοτάκης του Τσίπρα, δεν είναι γιατί το κυβερνητικό έργο υπήρξε αλάνθαστο. Αντίθετα, έγιναν πολλά λάθη και ψυχανεμίζομαι ότι ένας ανασχηματισμός συν άλλες διορθώσεις είναι ήδη στα σκαριά. Η αιτία είναι ότι η αντιπολίτευση πάλεψε με εργαλεία άλλης εποχής. Δεν γίνεται όταν έχεις νεκρούς από κορωνοϊό να απασχολείς τους Έλληνες με τον Κουφοντίνα ή τον Πολάκη, σίγουρα θα σου γυρίσουν την πλάτη.
Οι αρχηγοί των κομμάτων γνωρίζουν ότι σε καιρό κρίσης, εκ των πραγμάτων, οι πολίτες στηρίζουν την κυβέρνηση. Όταν είσαι σε ένα αεροπλάνο που μπαίνει σε αναταράξεις, δεν αμφισβητείς τον πιλότο, περιμένεις να σε προσγειώσει με ασφάλεια. Αλλά όπως η κυβέρνηση θα χρειαστεί μια «επανασύσταση» από φθινόπωρο, για να διορθώσει τις αστοχίες, έτσι και η αντιπολίτευση θα πρέπει να διδαχθεί από τον έναν χρόνο πανδημίας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε και αυτή την παρτίδα. Λόγω εξαλλοσύνης, κυρίως. Ενδεικτικά, να θυμίσω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τον Φεβρουάριο ανακοίνωσε ότι η υπόθεση Λιγνάδη είναι πιθανόν να ρίξει τον Μητσοτάκη, μετά αναρωτιόταν, στα σοβαρά, «από πού κρατά ο Φουρθιώτης την κυβέρνηση», ανακάλυπτε αστυνομοκρατία και βασανιστήρια στη ΓΑΔΑ. Μιλάμε για φοβερό επίπεδο! Αλλά στην πολιτική το θέμα δεν είναι πόσο φωναχτά βρίζεις, είναι αν υπάρχουν ακροατές από κάτω να σε πιστέψουν.
Δεν ξέρω αν Τσίπρας και Γεννηματά διαβάζουν «Le Monde», αλλά έχει μερικές ενδιαφέρουσες αναλύσεις και βρίσκεις κοινά σημεία με την Ελλάδα.
Στη Γαλλία, ενώ η διαχείριση της κρίσης τίθεται εν αμφιβόλω από τα ¾ των Γάλλων, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, ο Εμανουέλ Μακρόν έχει το απόλυτο συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με τους πολιτικούς του αντιπάλους. Η γαλλική αντιπολίτευση βρίσκεται στα κεραμίδια εδώ κι ένα χρόνο, μιλούσε για «ανετοιμότητα» και «ερασιτεχνισμό», σε κάθε στάδιο της πανδημίας. Η Μαρίν Λεπέν κατηγορούσε τον Μακρόν ότι «απέτυχε πλήρως σε όλα», τα κόμματα αριστερά και δεξιά φώναζαν για «φιάσκο», «σκάνδαλο του κράτους», κατήγγειλαν την έλλειψη μασκών, έλλειψη self tests ή κατηγορούσαν την κυβέρνηση για καθυστερήσεις στην εκστρατεία εμβολιασμών. Ωστόσο, αυτή η κριτική δεν είχε συνέπειες για τον Γάλλο πρόεδρο. Παρότι οι Γάλλοι υπήρξαν πολύ αυστηροί με την κυβέρνηση, ήταν αυστηρότεροι με την αντιπολίτευση. Το 84% των Γάλλων θεωρεί ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων, σύμφωνα με δημοσκόπηση της Odoxa που δημοσιεύθηκε στις 11 Μαρτίου. Τα κοινά σημεία που σας έλεγα...
Αντίστοιχα πράγματα έγιναν και στη Μεγάλη Βρετανία. Το 2020, στο θέμα του κορωνοϊού, η κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον τα είχε κάνει θάλασσα και η Αγγλία είχε γίνει περίγελως διεθνώς. Όταν ήρθαν τα εμβόλια, όλα λειτούργησαν γρήγορα και άψογα, τα μαγαζιά και οι παμπ άνοιξαν, οι Βρετανοί επέστρεψαν, χαρούμενοι, στην κανονικότητα. Αποτέλεσμα; Οι δημοσκοπήσεις του Απριλίου δίνουν προβάδισμα 8 μονάδων στον Μπόρις Τζόνσον και οι Εργατικοί κοιτάζουν (ξανά) με τα κιάλια, από τα έδρανα της αντιπολίτευσης.
Πολιτικό συμπέρασμα: ο κορωνοϊός αποδείχτηκε καταστροφικό χαρτί για την αντιπολίτευση. Και στην Ελλάδα, αν ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ είχαν αξιοποιήσει αυτόν τον χρόνο της πανδημίας για να ανανεώσουν τα κόμματά τους, να προσαρμόσουν και να εκσυγχρονίσουν την πολιτική ρητορική, να απαγκιστρωθούν από τα συνθήματα του παρελθόντος και να ασκήσουν αντιπολίτευση ουσίας, τώρα θα είχαμε τουλάχιστον μια πιο αξιοπρεπή κεντροαριστερά.