Αίσθηση προκάλεσε η αποστροφή του Κώστα Καραμανλή, από την Πάτρα, ο οποίος αναφερόμενος στη διαγραφή Σαμαρά από τον Κυριάκο Μητσοτάκη δήλωσε ότι «η άλλη γνώμη δεν πρέπει να δαιμονοποιείται και να αντιμετωπίζεται με πειθαρχικά μέτρα».
Στην παρουσίαση του βιβλίου «Γιαβόλ», του Γιώργου Χαρβαλιά, ο πρώην πρωθυπουργός χαρακτηριστικά υπογράμμισε ότι «η άλλη γνώμη, η διαφορετική ανάγνωση, ακόμα και η έντονη κριτική δεν πρέπει να δαιμονοποιούνται. Και πάντως δεν αντιμετωπίζονται με πειθαρχικά μέτρα, καθιστώντας μάλιστα δυσχερέστερη την απαραίτητη εθνική ομοψυχία για τη στήριξη της εθνικής γραμμής».
Ωστόσο ο ίδιος ο Κώστας Καραμανλής το 1998 είχε διαγράψει τρία από τα κορυφαία και ιστορικά στελέχη της παράταξής του, τον Στέφανο Μάνο, τον Γιώργο Σουφλιά και τον Βασίλη Κοντογιαννόπουλο ενώ ταυτόχρονα είχε θέσει «υπεράνω κόμματος», -ουσιαστικά δηλαδή εκτός ΝΔ- τον πρώην πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Συγκεκριμένα, ο κ. Καραμανλής εξελέγη πρόεδρος της ΝΔ στις 21 Μαρτίου 1997 και πριν καν συμπληρώσει 12 μήνες στην προεδρία, με αφορμή νομοσχέδιο για τις ΔΕΚΟ, διέγραψε έξι στελέχη και έθεσε «υπεράνω κόμματος» τον Κ. Μητσοτάκη. Στις 3 Φεβρουαρίου 1998 παραπέμφθηκαν στο πειθαρχικό και διαγράφηκαν, οριστικώς, οι Γ. Σουφλιάς, Στ. Μάνος, Β. Κοντογιαννόπουλος και, για ένα έτος, οι Α. Παπαληγούρας, Π. Τατούλης και Ν. Κάκκαλος.
«Διαλύονται τα κόμματα»
Οι τίτλοι των εφημερίδων της εποχής ήταν χαρακτηριστικοί του κλίματος που επικρατούσε τότε στο κόμμα. «Διαγραφές και απειλές διάσπασης στη Ν.Δ.» σημείωνε η «Καθημερινή» της 4ης Φεβρουαρίου 1998. «Διαλύονται τα κόμματα, αλυσιδωτές εκρήξεις στο πολιτικό σκηνικό» έγραφε η «Αυριανή». Ως προς τις αντιδράσεις της γαλάζιας βάσης, σύμφωνα με δημοσκόπηση της εποχής, το 45% στήριζε τις διαγραφές, το άλλο 45% τις απέρριπτε.
Το δράμα που οδήγησε στη διαγραφή των έξι από τη N.Δ. (Σουφλιάς, Μάνος, Παπαληγούρας, Κοντογιαννόπουλος, Κάκκαλος, Τατούλης,) είχε ξεκινήσει από μια τροπολογία για αλλαγές των εργασιακών κανονισμών στις ΔΕΚΟ του Γιάννου Παπαντωνίου με σκοπό την εξυγίανση της Ολυμπιακής. H τροπολογία δίχασε τη N.Δ., αφού κορυφαία στελέχη της όπως οι κ.κ. Σουφλιάς, Μάνος και Κοντογιαννόπουλος δήλωσαν δημόσια ότι θα τη στηρίξουν. Το δράμα κορυφώθηκε στις 26 Ιανουαρίου 1998, όταν ο κ. Παπαντωνίου την κατέθεσε στη Βουλή εν μέσω απεργιακών κινητοποιήσεων.
H τροπολογία της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ προέβλεπε την εξυγίανση σε συγκεκριμένες ΔΕΚΟ (ΗΛΠΑΠ, ΗΣΑΠ, ΟΑΣΑ, Ολυμπιακή, ΟΣΕ και ΕΛΤΑ) και συγκεκριμένα ότι «για την κατάρτιση των κανονισμών προσωπικού, αν μετά ένα εξάμηνο διαπραγματεύσεων δεν επέλθει συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, τότε η Βουλή θα αποφασίζει». Η ειρωνεία είναι ότι μερικά χρόνια αργότερα, όταν ο Κ. Καραμανλής έγινε πρωθυπουργός, έφερε την ίδια τροπολογία στη Βουλή, με τον τότε υπουργό Οικονομίας Γιώργο Αλογοσκούφη.
Επιστολή Έβερτ
Ακόμη και ο πρώην πρόεδρος της ΝΔ Μιλτιάδης Έβερτ είχε δημόσια διαφωνήσει με τις διαγραφές των ιστορικών στελεχών του κόμματος από τον κ. Καραμανλή. Όταν πληροφορήθηκε την απόφαση Καραμανλή να συγκαλέσει εκτάκτως το πειθαρχικό για να προχωρήσει στην οριστική διαγραφή κορυφαίων στελεχών, τού έστειλε αμέσως επιστολή με τον στενό του συνεργάτη Ν. Μπάλιο, στην οποία ανέφερε ότι πρέπει να επιδειχθεί ψυχραιμία και ζήτησε την αναβολή της συνεδρίασης του Πειθαρχικού, ώστε να υπάρξει εκτόνωση της έντασης και μην μπει το κόμμα σε περιπέτειες. Ο κ. Καραμανλής δεν εισάκουσε όμως την έκκλησή του και σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Τα Νέα» της εποχής πήρε το πράσινο φως να προχωρήσει στην οριστική ρήξη με τους διαφωνούντες και από τον ιδρυτή της παράταξης, Κωνσταντίνο Καραμανλή, τον οποίον ενημέρωσε λεπτομερώς για τις εξελίξεις ο αδελφός του Αχιλλέας
Καραμανλής, αλλά και ο Π. Μολυβιάτης, οι οποίοι μετείχαν στις πολύωρες νυχτερινές συσκέψεις στη Ρηγίλλης.
Οι κ. κ. Γ. Σουφλιάς, Σ. Μάνος και Β. Κοντογιαννόπουλος δεν προσήλθαν στη Ρηγίλλης για να δώσουν εξηγήσεις ενώπιον των μελών του Πειθαρχικού. Μάλιστα, την ώρα που συνεδρίαζε το όργανο οι κ.κ. Γ. Σουφλιάς και Σ. Μάνος έκαναν δηλώσεις σε εθνικό δίκτυο, με τις οποίες επέκριναν με δριμύτητα την ηγεσία.