Η εκλογή ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ πιθανόν θα κρίνει πολύ περισσότερα από όσα προσδοκούν αυτοί που θα προσέλθουν στις κάλπες στο δεύτερο γύρο. Ο νέος αρχηγός και ο πολιτικός του προσανατολισμός θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό το συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων την επόμενη μέρα.
Ας δούμε πρώτα τη μεγάλη εικόνα: η ΝΔ βρίσκεται σε πτωτική πορεία μετά το θρίαμβο που πέτυχε στις τελευταίες εθνικές εκλογές. Η πτώση της καταγράφηκε στην κάλπη των ευρωεκλογών, όπου έχασε 13 ποσοστιαίες μονάδες και συνεχίζεται στις δημοσκοπήσεις, όπου στην πρόθεση ψήφου λαμβάνει ποσοστά λίγο πάνω από το 20%. Η πτώση επιβεβαιώνεται και από όλους τους ποιοτικούς δείκτες. Ήδη, πριν φτάσουμε στην εκλογή νέας ηγεσίας στο ΠΑΣΟΚ, στην πρόθεση ψήφου η διαφορά ανάμεσα στη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ σε αρκετά γκάλοπ έχει σπάσει το όριο του διψήφιου και καταγράφεται μονοψήφια, περίπου στο 9%. Ταυτόχρονα ανεβαίνουν τα κόμματα που κινούνται στα δεξιά της ΝΔ ενώ διαλύεται με κρότο ο ΣΥΡΙΖΑ, που αποτέλεσε τα τελευταία χρόνια τον κύριο αντίπαλο της ΝΔ, παρέμεινε δεύτερος ακόμη και στις τελευταίες ευρωεκλογές και κατέχει και θεσμικά το ρόλο του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Όλο αυτό το σκηνικό συνθέτει όντως μια μοναδική ευκαιρία για το ΠΑΣΟΚ. Η δυνατότητα που του δίνεται να αποτελέσει τον άλλο πόλο απέναντι στη ΝΔ είναι για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια πραγματική και όχι φαντασιακή. Δεν συνέβαινε το ίδιο το 2021, όταν η ΝΔ βρισκόταν σε ανοδική πορεία και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ακόμη καταρρεύσει. Γι αυτό και οι συγκρίσεις με το τι πέτυχε το ΠΑΣΟΚ από το 2021 μέχρι σήμερα με το τι μπορεί να επιτύχει στο μέλλον είναι ατυχείς.
Αφού είδαμε τη μεγάλη εικόνα, ας πάμε τώρα στη μικρή. Το ίδιο το ΠΑΣΟΚ θα καθορίσει την πολιτική του στρατηγική και το μέγεθος της ευκαιρίας που του προσφέρεται ανάλογα με το ποιον θα εκλέξει αρχηγό. Ο Ανδρουλάκης είναι φορέας της συνέχειας και της σταθερότητας του ΠΑΣΟΚ, με στρατηγική που αποσκοπεί πρωτίστως στην ανάκτηση του πλεονεκτήματος στο κέντρο του πολιτικού φάσματος και δευτερευόντως στα αριστερά. Το αντίθετο ισχύει για τον Χάρη Δούκα, ο οποίος πρωτίστως κοιτάζει αριστερά και δευτερευόντως στο κέντρο.
Ποια από τις δυο στρατηγικές μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή αλλαγή του σημερινού συσχετισμού των πολιτικών δυνάμεων;
Τα εκλογικά αποτελέσματα στις τελευταίες αναμετρήσεις έχουν δείξει ότι ο κύριος όγκος των μετακινούμενων ψηφοφόρων που δίνουν το προβάδισμα βρίσκεται στο κέντρο. Εκεί κυριάρχησε ο Μητσοτάκης όταν θριάμβευσε εκλογικά, εκεί κρίθηκε ουσιαστικά και η μετεξέλιξη του δικομματισμού σε πολιτική ηγεμονία του ενός κόμματος. Για να μπορέσει το ΠΑΣΟΚ να γίνει πραγματικά δυνατός πόλος πρέπει να επανακτήσει καθαρό πλεονέκτημα στον κεντρώο χώρο. Αν η επιρροή του αυξηθεί κυρίως προς τα αριστερά και όχι προς το κέντρο, θα αποτελεί έναν σχετικά βολικό αντίπαλο για τη ΝΔ. Ας μην ξεχνάμε ότι η κυριαρχία Μητσοτάκη στηρίχτηκε στο γεγονός ότι ο άλλος πόλος του πολιτικού σκηνικού ήταν ο Τσίπρας με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μια πιθανή αναβίωση αυτού του πόλου θα αποτελούσε σήμερα την πιο ασφαλή λύση για την επανασυσπείρωση της ΝΔ. Ένα αριστερόστροφο ΠΑΣΟΚ θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο για να νιώσουν οι ψηφοφόροι της ΝΔ μια «απειλή» που θα τους κάνει να ξεχάσουν - ή έστω να βάλουν στην άκρη - τη δυσαρέσκεια τους από την κυβέρνηση. Αντίθετα, ένα ΠΑΣΟΚ με κεντρώο προσανατολισμό και στελέχη που παραπέμπουν στο εκσυγχρονιστικό του μπλοκ, είναι εύκολη επιλογή για δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της ΝΔ. Ούτως ή άλλως, η συμμετοχή τόσο πολλών στελεχών προερχόμενων από το ΠΑΣΟΚ στο κυβερνητικό σχήμα έχει εξοικειώσει τα τελευταία χρόνια τους ψηφοφόρους της ΝΔ με το κόμμα με το οποίο άλλωστε συγκυβέρνησαν πριν δέκα χρόνια, όταν το επέβαλε το εθνικό συμφέρον.
Με λίγα λόγια, ο συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων μπορεί να αλλάξει σε βάρος της κυβέρνησης, αν το ΠΑΣΟΚ καταφέρει μετά την εκλογή αρχηγού να εμφανιστεί σαν ένα κεντροαριστερό κόμμα με όραμα, σοβαρές προτάσεις, ικανά στελέχη και εγγυήσεις ότι δεν απειλεί την «κανονικότητα» χάριν της οποίας ο Μητσοτάκης θριάμβευσε εκλογικά. Κυριακή κοντή γιορτή για να δούμε αν το ΠΑΣΟΚ μπορεί να τα καταφέρει σε αυτή τη νέα - και πιθανώς τελευταία - ευκαιρία που του δίνεται.