Ασφαλώς είναι αποτρόπαιο να βλέπεις νέους ανθρώπους με ναζιστικούς χαιρετισμούς ή άλλους που ομνύουν στον «ελληνικό εθνικισμό», χωρίς να είναι βέβαιο ότι γνωρίζουν για τι ακριβώς μιλάνε.
Ασφαλώς επίσης η Αστυνομία και η Δικαιοσύνη πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους. Ακόμη πιο ασφαλώς τη δουλειά τους πρέπει να κάνουν και τα μίντια, αφήνοντας στην άκρη αδόκιμους συμψηφισμούς και τη μόνιμη συνήθεια να κρύβουν τα προβλήματα κάτω από το χαλί.
Ομως η υπερβολή και η προσπάθεια τα γεγονότα της Σταυρούπολης να θεωρηθούν ως «αναβίωση της Χρυσής Αυγής» δεν προσφέρουν κάτι. Κυρίως γιατί είναι λάθος. Η Χρυσή Αυγή, ευτυχώς, τελείωσε!
Κατ΄ αρχήν πολιτικά, αφού εκδιώχθηκε από τη Βουλή, με την ψήφο των Ελλήνων πολιτών στις εκλογές του 2019. Και στη συνέχεια δικαστικά, μετά την τελεσίδικη απόφαση του Δικαστηρίου ότι αποτελεί «εγκληματική οργάνωση». Αρα η φυσική τους θέση τους δεν είναι στα έδρανα της Βουλής, αλλά πίσω από τα κάγκελα της φυλακής.
Στο εύλογο ερώτημα αν υπάρχει σήμερα κίνδυνος αναβίωσης της νεο-ναζιστικής συμμορίας, η απάντηση είναι κατηγορηματικά «Οχι». Εδώ όμως σταματούν τα καλά νέα. Γιατί διαφαίνονται στον ορίζοντα άλλοι κίνδυνοι, εξ ίσου σοβαροί.
Ας τα εξηγήσουμε και τα δύο, αρχίζοντας από το κατηγορηματικό «Οχι».
Η άνθηση της Χρυσής Αυγής από το 2010 οφείλει τα πάντα στην κοινωνική κρίση που προκάλεσαν η χρεωκοπία και οι άθλιες συνταγές των Μνημονίων. Μια κοινωνία που φτώχυνε ξαφνικά, έχασε την ασφάλεια και την προοπτική της αποτέλεσε το καλύτερο θερμοκήπιο για να φυτρώσουν όλα τα «Ανθη του Κακού».
Εκτός από την κοινωνική κρίση, ένας δεύτερος εξ ίσου σημαντικός παράγοντας λειτούργησε ως γενναιόδωρος χορηγός της Χρυσής Αυγής: η άτυπη, αλλά πολύ αποτελεσματική νομιμοποίησή της από το περίφημο «Κίνημα των Αγανακτισμένων». Εκεί οι νεοναζιστές βγήκαν ξαφνικά από το περιθώριο και χωρίς να τους πάρουμε είδηση στρογγυλοκάθησαν στο κέντρο της πολιτικής ζωής.
Να προσθέσουμε την αδράνεια των κομμάτων του «δημοκρατικού τόξου». Τις ευθύνες κύκλων της ΝΔ που προετοίμαζαν στο παρασκήνιο το έδαφος για κάποιας μορφής «υιοθεσία» των παιδιών». Την αμεριμνησία των μίντια. Τις ψευδαισθήσεις ακόμη και σοβαρών δημοσιογράφων. Τα ύποπτα παιγνίδια επιχειρηματικών κύκλων.
Για να μην μακρηγορούμε κι άλλο, η συσσώρευση όλων των προηγούμενων παραμέτρων έφερε τα «Ανθη του Κακού» στα σαλόνια της αστικής δημοκρατίας. Ευτυχώς λοιπόν, όλα αυτά δεν υπάρχουν σήμερα.
Υπάρχει όμως κάτι άλλο, σίγουρα διαφορετικό από τη συγκυρία που γέννησε τη Χρυσή Αυγή, αλλά εξ ίσου επικίνδυνο. Κάτι που επωάζει τους σημερινούς κινδύνους. Ενα νέο βαθύ κοινωνικό ρήγμα. Μεγάλες κοινωνικές ομάδες που μετά από δέκα χρόνια κρίσης και στη συνέχεια πανδημίας νιώθουν «εκτός», αποκλεισμένες από την πρόοδο. Ανθρωποι που διαισθάνονται ότι δεν έχουν θέση στη «φωτογραφία» της σύγχρονης εποχής. Οτι το ασανσέρ της κοινωνικής ανόδου τους κλείνει την πόρτα.
Τι θα κάνουν όλοι αυτοί, οι «εκτός φωτογραφίας»; Προς το παρόν, οι αντανακλάσεις του νέου κοινωνικού ρήγματος είναι πολλές και αντιφατικές. Από την άρνηση των εμβολίων μέχρι μια διάθεση ανυπακοής στα πάντα, όλα αυτά μπορεί να θεωρηθούν σπερματικές αντανακλάσεις του νέου κοινωνικού ρήγματος.
Προς το παρόν, αυτοί που επιχειρούν να το αξιοποιήσουν είναι πρόσωπα και ομάδες που κινούνται δεξιότερα της ΝΔ. Με διακηρύξεις όπως αυτή των «160 προσωπικοτήτων», με κινητικότητα εν όψει των εκλογών, με διάθεση να μην αφήσουν τη ΝΔ «στα χέρια του Μητσοτάκη». Ενας αχταρμάς με μοναδικό συνεκτικό στοιχείο τη διάθεση «κάτι να κάνουν» και αναφορές στις μόνιμες πηγές του εθνικισμού, του απομονωτισμού και της πατριδοκαπηλίας.
Αυτός λοιπόν είναι ο υπαρκτός κίνδυνος. Οχι η αναβίωση της Χρυσής Αυγής, αλλά η δημιουργία ενός νέου σκληροπυρηνικού δεξιού πόλου με ακραία εθνικιστικά χαρακτηριστικά, που θα καλύπτει όλο το «αρχιπέλαγος» του σουρεαλισμού και του ανορθολογισμού. Από τους αρνητές των εμβολίων έως τους νοσταλγούς των «Χαμένων Πατρίδων». Μια σύγχρονη δηλαδή και επικαιροποιημένη εκδοχή της Νέας Δεξιάς, πολύ πιο επικίνδυνη από την παλιά Χρυσή Αυγή.
Η δυσκολία είναι ότι οι επίδοξοι «Πατριάρχες» της Νέας (άκρο) Δεξιάς είναι πρόσωπα βγαλμένα από το περιθώριο. Δεν διακρίνονται ούτε για τη συνοχή τους ούτε για την προσωπικότητά τους. Αρα είναι δύσκολο να εκπροσωπήσουν, ακόμη και με στοιχειώδη αξιοπιστία, ένα νέο πολιτικό φαινόμενο. Πάντως το γεγονός ότι οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με το σύστημα της απλής αναλογικής, τους προσφέρει μια πιθανή ευκαιρία. Θα την αξιοποιήσουν;