Τις ημέρες αυτές συζητείται στη Βουλή ένα σημαντικό μεταρρυθμιστικό νομοσχέδιο στον χώρο του πολιτισμού. Πρόκειται για την θεσμική/οργανωτική απελευθέρωση των μεγάλων μουσείων της χώρας από την βαριά και δυσλειτουργική ιεραρχία της κεντρικής διοίκησης.
Δυστυχώς, μέχρι σήμερα τα σημαντικά, υπερτοπικού χαρακτήρα μουσεία της χώρας λειτουργούν σε οργανωτικό καθεστώς του 19ου αιώνα. Είναι «κρεμασμένα» στην κεντρική γραφειοκρατική δομή του Δημοσίου ως περιφερειακές υπηρεσίες του ΥΠΠΟ. Ήρθε, επιτέλους, η ώρα να αποκτήσουν λειτουργική αυτονομία, όπως έχει γίνει εδώ και πολλές δεκαετίες με τα δημόσια νοσοκομεία, τα ασφαλιστικά ταμεία και τα πανεπιστήμια. Εξάλλου, οι δημόσιοι οργανισμοί χρησιμοποιούνται ως θεσμικό κέλυφος για κρατικού χαρακτήρα δραστηριότητες ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα.
Η μετατροπή των μουσείων σε ΝΠΔΔ, κατά το πρότυπο του πολύ επιτυχημένου Μουσείου της Ακρόπολης, θα τους προσδώσει ευελιξία, χωρίς να χάσουν τον δημόσιο χαρακτήρα τους.
Δηλαδή, τα μουσεία θα μετατραπούν σε δημόσιους οργανισμούς που εποπτεύονται μεν από το υπουργείο Πολιτισμού, αλλά διαθέτουν θεσμική οργανωτική και οικονομική αυτοτέλεια. Μόνον έτσι θα μπορέσουν να αναπτυχθούν, να προσελκύσουν περισσότερους επισκέπτες, να ανταποκριθούν με αξιώσεις στις νέες μορφές πολιτιστικών δραστηριοτήτων και να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που δίνει η ψηφιακή εποχή και οι εξελίξεις στην τεχνητή νοημοσύνη.
Είναι κρίμα που αυτό το νομοσχέδιο έχει, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, «χαμηλή πτήση» στα ΜΜΕ. Θα άξιζε να αναδειχθεί περισσότερο. Ο πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας, φράση κλισέ αλλά πέρα για πέρα αληθινή.
Τα μουσεία είναι μαζί με τα μνημεία τα κύρια «μέσα παραγωγής», που με τη νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης Μητσοτάκη και της υπουργού Λίνας Μενδώνη θα πάψουν να λειτουργούν με παρωχημένο και ασφυκτικό θεσμικό μανδύα.
Είναι λυπηρό που ο διάλογος στο Κοινοβούλιο περιορίστηκε σε κραυγές και καταγγελίες από πλευράς αντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος. Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ έφθασε να επικαλεστεί την οργανωτική διάρθρωση των μουσείων της εποχής του Καποδίστρια ως πρότυπο που θα πρέπει να διατηρηθεί, ενώ αυτοπροβάλλονται ως προοδευτική δύναμη. Ακολούθησαν φοβέρες ότι το «κατάπτυστο» νομοσχέδιο θα καταργηθεί από την μελλοντική κυβέρνηση.
Προσκολλημένοι σε ιδεοληψίες, οι εκπρόσωποι των κομμάτων της αντιπολίτευσης μιλούν για ιδιωτικοποίηση των μουσείων, για την παράδοσή τους στα «συμφέροντα» και στη μέγγενη του νεοφιλελευθερισμού. Και όλα αυτά γιατί τα μουσεία θα γίνουν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου! Πρόκειται για «επιχειρήματα» που στερούνται επιστημονικού ερείσματος, πραγματικής τεκμηρίωσης και κοινής λογικής. Επιχειρήματα που βρίσκουν απήχηση μόνο στις συντεχνίες των συνδικαλιστικών φορέων, στις οποίες προφανώς «κλείνουν το μάτι» οι ευρισκόμενοι στην αντιπολίτευση.
Είναι ίσως ουτοπικό να ελπίζει κανείς ότι ο Πολιτισμός μπορεί να εξαιρεθεί από την τυφλή αντιπαράθεση για την αντιπαράθεση που εντείνεται όσο οι εκλογές πλησιάζουν.
Εδώ δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε για τον αποκλεισμό των κομμάτων/εγκληματικών οργανώσεων από τη Βουλή, θα τα βρούμε για τα μουσεία μας;
Όμως αυτή η μεταρρύθμιση θα ψηφιστεί και θα προχωρήσει.
Ας ελπίσουμε ότι εκ των υστέρων θα αγκαλιαστεί ευρύτερα από άλλες πολιτικές δυνάμεις ως αυτονόητα αποδεκτή, όπως έγινε με άλλες μεταρρυθμίσεις.
*Η Εύη Χριστοφιλοπούλου είναι καθηγήτρια Δημόσιας Πολιτικής και Διοίκησης, ΕΑΠ