Οι εκλογές (και παλιότερα οι υποτιμήσεις) κατ’ έθιμο δεν προαναγγέλλονται. Αλλά γίνονται…
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιμένει να διαβεβαιώνει ότι οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας, πάνω-κάτω σε έναν χρόνο. Αλλά δεν φαίνεται να πείθεται 100% κανείς, ακόμη και υπουργοί, στελέχη του Μαξίμου, κομματικοί παράγοντες. Δεν είναι ότι αμφισβητούν τις προθέσεις ή την πίστη του στην μη παρέκκλιση από τους θεσμούς. Μάλλον θεωρούν, λογικά σε μεγάλο βαθμό, ότι στην πολιτική πολύ συχνά «άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε γεγονότα προστάζουν…»!
Το κύμα ακρίβειας, το επιδεινούμενο ενεργειακό πρόβλημα, το πολύ πιθανό ενδεχόμενο να βρίσκεται μπροστά μας, όχι στο τόσο απώτερο μέλλον, επισιτιστική κρίση, μπορεί να έχουν παγκόσμια εξωγενή αίτια (τα απόνερα της πανδημίας στην παραγωγική αλυσίδα, και ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι συνακόλουθες οικονομικές κυρώσεις και επιβαρύνσεις που επιδείνωσαν γεωμετρικά την ήδη προβληματική κατάσταση), αλλά το πώς τα εισπράττει η κοινωνία (η ελληνική, εν προκειμένω) και πώς αντιδρά, γενικά δεν έχει και μεγάλη σχέση με τη λογική και την αιτιοκρατία…
Ο νοικοκύρης που αδυνατεί να εκπληρώσει τις υπέρμετρα αυξημένες δαπάνες του με το οικογενειακό εισόδημα, μισθό ή πολύ χειρότερα σύνταξη, αισθάνεται απελπισία, αδιέξοδο, οργή. Και θέλει να διαμαρτυρηθεί με όποιον τρόπο και όση ένταση μπορεί. Μπορεί ενδεχομένως να αντιλαμβάνεται ότι δεν φταίει για την άσχημη κατάσταση η πολιτική μιας συγκεκριμένης κυβέρνησης, κάποιες στιγμές κατανοεί την «παγκοσμιότητα» αιτίων και αποτελεσμάτων.
Αλλά τις περισσότερες (και κρισιμότερες) στιγμές νιώθει αδικημένος, ότι πνίγεται. Και θέλει κάπου να εκδηλώσει την οργή για το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει. Θέλει να ξεσπάσει. Και όταν φθάσει κανείς σε αυτό το σημείο, πολύ σπάνια καθοδηγείται από την ψύχραιμη λογική. Θέλει να τιμωρήσει… γενικώς, άσχετα με το ποιος είναι ο υπεύθυνος για τα δεινά του, αυτόν που διαχειρίζεται τη μοίρα του και την τύχη του τόπου…
Ο «φταίχτης» σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι η εκάστοτε κυβέρνηση -δείτε στη Γαλλία, ο Μακρόν προηγείται μόλις μία ποσοστιαία μονάδα από τον αριστερό Μελανσόν για τις βουλευτικές εκλογές, ο οποίος προτείνει (λαϊκίστικα σίγουρα, αλλά… ευχάριστα στ’ αυτιά των ήδη προθύμων!) άμεση λύση σε όλα τα προβλήματα, πτώση της ακρίβειας, αύξηση μισθών και συντάξεων… Μας θυμίζει τα δικά μας ανάλογα «με έναν νόμο, ένα άρθρο», τα οποία όμως είχαν απήχηση! Και χρειάστηκαν πέντε χρόνια ζόφου για να βάλουμε μυαλό.
Ο πιεσμένος και σε απόγνωση πολίτης είναι επιρρεπής στον λαϊκισμό που του υποδαυλίζει την οργή και την τιμωρητική διάθεση. Δεν θυμάται ότι την «ξαναπάτησε» στο πρόσφατο παρελθόν, για να επιστρατεύσει τη λογική του. Θέλει να ξεσπάσει κάπου. Και, συνήθως, ο προσφορότερος στόχος είναι η κυβέρνηση. Οι εκκλήσεις για ορθοφροσύνη και ψυχραιμία, για εφικτές στο πλαίσιο του ρεαλισμού λύσεις, συνήθως είναι δύσκολα αποτελεσματικές. Στην κρίση, επικρατεί το θυμικό.
Ο πρωθυπουργός αντιλαμβάνεται απολύτως ότι… «τα γεγονότα» προσδιορίζουν πολύ συχνά την ατζέντα και επηρεάζουν τους σχεδιασμούς. Θεωρητικά, το καλοκαίρι που άρχισε αναμένεται παραγωγικό και προσοδοφόρο (χάριν τουρισμού, κατά κύριο λόγο) για την εθνική οικονομία και συνακόλουθα για τις τσέπες όλων μας. Το απολύτως πετυχημένο ταξίδι Μητσοτάκη στην Ουάσιγκτον δεν προσέδωσε κύρος και διεθνή απήχηση για τον Έλληνα πρωθυπουργό, αλλά και για τη στρατηγική σημασία και τον διεθνή ρόλο της χώρας.
Θεωρητικά πάλι, λοιπόν, η κυβέρνηση έχει κάθε προβλεπτό λόγο να περιμένει μέχρι το φθινόπωρο πριν αρχίσει να προβληματίζεται για εκλογές. Εκτός…
Εκτός αν οι εξελίξεις στην Ουκρανία επιδεινώσουν έτι περαιτέρω τις σχέσεις της Δύσης με τη Μόσχα, οι κυρώσεις αποδειχθούν ακόμη απειλητικό μπούμερανγκ για τις ευρωπαϊκές οικονομίες και τα νοικοκυριά, εκτός αν επαληθευθεί για μιαν ακόμη φορά ο αφορισμός πως «όταν οι άνθρωποι κάνουν σχέδια, ο Θεός γελάει…». Και, φυσικά, εκτός αν ο εντελώς απασφαλισμένος Ερντογάν, πνιγμένος στα δικά του αδιέξοδα λόγω υπεροψίας, αποτολμήσει το απευκταίο.
Τεχνοκρατικά σκεπτόμενος κανείς, θα κατέληγε ότι την κυβέρνηση τη συμφέρει πολιτικά να πάει σε εκλογές το φθινόπωρο. Θα έχουμε ήδη μπει στον τέταρτο χρόνο διακυβέρνησης (για τα ελληνικά δεδομένα οι εκλογές δεν θα θεωρηθούν και τόσο… πρόωρες!), θα μπορεί να μιλάει για μια καλή τουριστική χρονιά, εφάμιλλη των προ πανδημίας, θα έχει τελειώσει ένα (κατ’ έθιμο ελληνικό…) ήρεμο καλοκαίρι, δεν θα έχουν ακόμη ενσκήψει οι δυσκολίες και οικονομικές επιβαρύνσεις που συνοδεύουν τον χειμώνα. Όλα αυτά, βεβαίως, υπό την προϋπόθεση των προαναφερθέντων «εκτός αν…».
Σήμερα η κυβέρνηση, παρά τα όσα της έχουν πέσει κατακέφαλα, εξακολουθεί να απολαύει ενός σταθερού και εντυπωσιακού δημοσκοπικού προβαδίσματος έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ανάλογο με εκείνο που επικράτησε στις εκλογές του 2019. Εντυπωσιακή επίδοση για τα ελληνικά δεδομένα. Δεν έχει σημασία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ το «πέτυχε» αυτό, λόγω της αδυναμίας του (μόνο;) να πείσει ότι «αλλάζει», γίνεται περισσότερο «κεντροαριστερά» ρεαλιστής και εγκαταλείπει τα ιδεοληπτικά στερεότυπά του. Σημασία έχουν… τα νούμερα. Και, τεχνοκρατικά πάλι μιλώντας, η κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να τα εκμεταλλευθεί έγκαιρα, έχοντας και στο πίσω μέρος της σκέψης της ότι όσο απίθανο και αν ακούγεται, σε κάποια στιγμή όχι πολύ μακρινή ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί… να αλλάξει μυαλά, έστω και για επικοινωνιακούς λόγους εντυπώσεων.
Υπό αυτό το συνολικό σκεπτικό, ο Μητσοτάκης έχει κάθε λόγο να προσφύγει σε (έστω όχι και τόσο…) πρόωρες εκλογές μέσα στο 2022. Ο ίδιος συνεχίζει να επιμένει στην εξάντληση της τετραετίας. Και ίσως ο… χρησμός της Ντόρας Μπακογιάννη «δεν τον ξέρετε καλά τον Κυριάκο!» να επιδέχεται διπλή ερμηνεία. Όπως όλοι οι χρησμοί...