Με ένα διπλό «όχι» σε πρόωρες εκλογές και αλλαγή του εκλογικού νόμου ο κ. Μητσοτάκης καθόρισε τους όρους του πολιτικού σκηνικού μέχρι το 2027.
Με αυτόν τον τρόπο επενδύει στο αφήγημα αφενός της σταθερότητας σε σχέση με την πορεία της χώρας και αφετέρου στο δικό του θεσμικό προφίλ. «Δεν έχω καμία πρόθεση να κατεβάσω τον πήχη της αυτοδυναμίας. Το εκλογικό σύστημα είναι αυτό το οποίο έχουμε. Το πλαφόν εισόδου στη Βουλή είναι το 3%. Το μπόνους καθορίζεται όπως καθορίζεται αυτή τη στιγμή με το εκλογικό σύστημα, και με αυτό θα πάμε στις εκλογές του 2027. Είμαι ο τελευταίος ο οποίος για να βελτιώσει ενδεχομένως τις πιθανότητες να κερδίσουμε μια ακόμη εκλογή θα πειραματιστεί με αυτό αλλάζοντας τους κανόνες του παιχνιδιού», είπε στη συνέντευξη που παραχώρησε στον Alpha, απορρίπτοντας με αυτόν τον τρόπο έστω και παραμετρικές αλλαγές που θα κατέβαζαν τον πήχη της αυτοδυναμίας.
Τους τελευταίους μήνες έγιναν πολλές συζητήσεις στο εσωτερικό του Μεγάρου Μαξίμου για την ψήφιση ενός νέου εκλογικού νόμου και υπήρξαν ισχυρές εισηγήσεις στον πρωθυπουργό προς αυτή την κατεύθυνση. Ο ίδιος δεν ήταν πάντα αρνητικός, όμως τελικά παρέμεινε σταθερός στην αντίληψη ότι «δεν αλλάζεις τους κανόνες επειδή σε βολεύει». Το ίδιο έκανε και την προηγούμενη τετραετία και, όπως είπε, «δεν το έκανα και νομίζω ότι δικαιώθηκα από τις εξελίξεις».
Μητσοτάκης: «Έχουμε σταθερή κυβέρνηση με ορίζοντα 4ετίας»
Ο κ. Μητσοτάκης πιστεύει ότι τα 2,5 χρόνια μέχρι τη λήξη της κυβερνητικής θητείας είναι ένα ικανό χρονικό διάστημα προκειμένου να ωριμάσουν και να αποδώσουν οι πολιτικές που προωθεί η κυβέρνησή του, αλλάζοντας με αυτόν τον τρόπο την παρούσα εικόνα. Αυτό ήταν και το συμπέρασμα μελών του υπουργικού συμβουλίου από τα όσα άκουσαν από τον ίδιο στην πρόσφατη συνεδρίαση, αποκομίζοντας την αίσθηση ότι έχει την πρόθεση να διεκδικήσει τρίτη θητεία. «Έχουμε μια σταθερή κυβέρνηση με ορίζοντα 4ετίας με ισχυρή λαϊκή εντολή, που θεωρώ κρατάει γερά το τιμόνι της χώρας. Οποιαδήποτε συζήτηση μπορεί να παραπέμπει σε μια ενδεχόμενη αποσταθεροποίηση της χώρας με, ενδεχομένως, σκέψεις για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες απορρίπτεται κάθετα, οριζόντια και διαγώνια από εμένα», τόνισε χαρακτηριστικά στη συνέντευξη.
Τη μάχη για την αύξηση της εκλογικής δύναμης της ΝΔ και την επίτευξη της αυτοδυναμίας θα τη δώσει με οικονομικούς όρους, όπως άφησε να διαφανεί. Δηλαδή μέσα από τη μείωση των φόρων και την αύξηση των εισοδημάτων -όπου πιστεύει πως θα κριθεί από τους ψηφοφόρους η κυβέρνησή του- με το βλέμμα στη μεσαία τάξη. «Θα κάνουμε περισσότερα πράγματα σε ορίζοντα τριετίας και για τη μεσαία τάξη», είπε.
Αυτό που ενόχλησε περισσότερο τον πρωθυπουργό και διέγραψε τον Σαμαρά
Στην πρώτη συνέντευξη μετά τη διαγραφή του κ. Σαμαρά, τη χαρακτήρισε «δυσάρεστη αλλά απαραίτητη», λέγοντας ότι «ξεπέρασε τα όρια». Περιγράφοντας αυτά τα όρια, ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε πως δεν μπορεί να επιτρέψει να διακινούνται θεωρίες «οι οποίες να με κατηγορούν εμένα και τον υπουργό Εξωτερικών ότι δήθεν κάνουμε μυστική διπλωματία, ότι είμαστε ενδοτικοί απέναντι στην Τουρκία. Αυτά είναι πράγματα τα οποία, επιτρέψτε μου, δεν μπορώ να τα ανεχτώ και νομίζω ότι κανείς δεν θα τα ανεχόταν αν ήταν στη θέση μου».
Αυτό που τον ενόχλησε περισσότερο, όπως είπε, ήταν η φράση η οποία ειπώθηκε για τα «χαριεντίσματα» με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας σε μια άτυπη συνάντηση που έγινε με τον κ. Ερντογάν στη Βουδαπέστη. Καλύπτοντας πλήρως την πολιτική που ασκεί στο υπουργείο Εξωτερικών ο Γιώργος Γεραπετρίτης, τόνισε ότι «δεν μπορεί κάποιος να υποδεικνύει στον πρωθυπουργό να απολύσει ουσιαστικά τον υπουργό Εξωτερικών», καθώς, όπως συμπλήρωσε, για να δείξει τον πλήρη συντονισμό που υπάρχει μεταξύ των δύο, «δεν ασκεί τη δική του ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική. Εκφράζει και δεσμεύει και εμένα και ολόκληρη την κυβέρνηση».
Σε ερώτηση για το εάν υπάρχει πιθανότητα αποχώρησης βουλευτών «ίσως φίλα προσκείμενων στον κ. Σαμαρά» από τη ΝΔ, ο κ. Μητσοτάκης είπε: «Καμία τέτοια πιθανότητα δεν βλέπω. Έχουμε μια ισχυρή κυβέρνηση με εντολή τετραετίας».
Μητσοτάκης για Καραμανλή και ελληνοτουρκικά
Αναφερόμενος στον Κώστα Καραμανλή και στην άποψη που εξέφρασε για τη διαγραφή του κ. Σαμαρά, ο πρωθυπουργός είπε ότι διαφωνεί. «Θεωρώ ότι με αυτόν τον τρόπο προστάτεψα και το κύρος της κυβέρνησης και το κύρος της παράταξης», τόνισε.
Ο πρωθυπουργός εμφανίστηκε επιφυλακτικός σχετικά με τη δυνατότητα περαιτέρω προόδου στον ελληνοτουρκικό διάλογο για το μείζον ζήτημα της οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών, επισημαίνοντας ότι «η Τουρκία επιμένει στις θέσεις της και εμείς στις δικές μας». Ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα είναι αμετακίνητη στις κόκκινες γραμμές της και «διατηρεί το δικαίωμα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα έως τα 12 μίλια στο Αιγαίο ή όπου αλλού μπορεί να ασκήσει κυριαρχία».
Εξαπέλυσε «πυρά» κατά Ανδρουλάκη και «κλείνει το μάτι» στους ψηφοφόρους του Κέντρου
Λίγες ημέρες πριν τη συνάντηση του με τον κ. Ανδρουλάκη, ο πρωθυπουργός επέμεινε στη σκληρή κριτική προς τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ, μιλώντας για «πράσινο ΣΥΡΙΖΑ». Χαρακτήρισε τις προτάσεις του «παντελώς ατεκμηρίωτες, πρόχειρες, ακοστολόγητες και εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου», με αφορμή τη μείωση του ΦΠΑ κατά δύο μονάδες. Έχοντας το δεδομένο ότι σε όλες τις δημοσκοπήσεις εμφανίζεται «καταλληλότερος για πρωθυπουργός» με ευρύ προβάδισμα έναντι του κ. Ανδρουλάκη, επιχείρησε τη σύγκριση απευθυνόμενος εμμέσως στους ψηφοφόρους και κυρίως αυτούς του Κέντρου. «Ξέρετε, όταν είσαι αξιωματική αντιπολίτευση φιλοδοξείς να γίνεις κυβέρνηση. Άρα, είναι απολύτως λογικό και θεμιτό ο κ. Ανδρουλάκης, ως αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, να φιλοδοξεί να με διαδεχθεί και να κάτσει στην καρέκλα στην οποία κάθομαι εγώ. Θα πρέπει να πείσει ότι αυτό είναι κάτι το οποίο μπορεί να το κάνει, ότι μπορεί να σηκώσει αυτό το βάρος από τη στιγμή που έγινε αντιπολίτευση», είπε χαρακτηριστικά.