Το επάρατο καλοκαίρι του 2015, όταν ο κ. Τσίπρας με αποδεκατισμένο ΣΥΡΙΖΑ λόγω νέου μνημονίου (μετά την κωλοτούμπα…) εκλιπαρούσε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ να του δώσουν θετική ψήφο για να μη βουλιάξει η χώρα από τους σαλτιμπαγκισμούς του, «δεσμευόταν» και ορκιζόταν ότι δεν θα προκηρύξει πρόωρες εκλογές, όρο που του είχαν θέσει τα δύο κόμματα…
Η συνέχεια γνωστή. Το φθινόπωρο έστησε κάλπες, εκμεταλλευόμενος την ανακούφιση του λαού από το μη ναυάγιο. Και τις κέρδισε. Η χώρα δεν αντιμετώπιζε πρόβλημα μη κυβερνησιμότητας (μόνο… άθλιας κυβέρνησης, όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια), αλλά ο κ. Τσίπρας με τον φθηνό και αναξιοπρεπή αυτόν ελιγμό και το περιβόητο Πρόγραμμα Θεσσαλονίκης, κατάφερε να ανανεώσει την παραμονή του στην εξουσία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ζητάει, με… κραυγές και αναθέματα, από τη σημερινή κυβέρνηση να πάει «το γρηγορότερο» σε εκλογές, για «να σωθεί η χώρα, να σταματήσει η δυστυχία του λαού». Οι συνεχείς και επίμονες απαντήσεις του κ. Μητσοτάκη ότι «θα εξαντλήσει την τετραετία» (όχι τώρα, αλλά εδώ και τουλάχιστον ένα χρόνο) εκλαμβάνονται από τον κ. Τσίπρα ως «κοροϊδία και παραπλάνηση της κοινωνίας και των κομμάτων». Παραβλέπεται το γεγονός ότι αν ο κ. Μητσοτάκης σκόπευε να εκμεταλλευθεί την πολιτική του κυριαρχία για να ανανεώσει τη θητεία της κυβέρνησης είχε ένα σωρό ευκαιρίες, όταν οι δημοσκοπήσεις ήταν για τη ΝΔ και τον ίδιο πανηγυρικές. Δεν το έπραξε, επιμένοντας στην προσήλωσή του στους θεσμούς, τους οποίους δήλωνε ότι δεν είναι διατεθειμένος να παρακάμψει για ίδιον και κομματικό συμφέρον. Αυτά, φυσικά, δεν μπορούν να τα καταλάβουν εκεί στον ΣΥΡΙΖΑ…
Με την τελευταία κρίση από τις πολλές και σοβαρές που κλήθηκε να διαχειρισθεί ο πρωθυπουργός, την παγκόσμια ενεργειακή που επιδεινώθηκε τραγικά με τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις συνακόλουθες σοβαρότατες επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων, αναπόφευκτο ήταν να πυκνώσουν οι ανησυχίες και οι αβεβαιότητες και στον πολιτικό ορίζοντα.
Ο κ. Τσίπρας πολλαπλασίασε τις «πιέσεις» του για άμεση προκήρυξη εκλογών, με το επιπλέον… επιχείρημα-δίλημμα «σταθερότητα ή Μητσοτάκης», έπεσαν στον δημόσιο προβληματισμό και «σκέψεις» για πιθανή αλλαγή του νέου εκλογικού νόμου, ώστε να εξασφαλίζεται ευκολότερα η αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος στις επόμενες, μετά αυτές της «απλής», εκλογές.
Η αντιπολίτευση (με προεξάρχοντα τον ΣΥΡΙΖΑ και ουρά το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛ) μίλησε για «ηττοπάθεια Μητσοτάκη, λόγω ραγδαίας πτώσης του και απαξίωσης της κυβέρνησης στα μάτια της κοινωνίας». Οι επίμονες διαβεβαιώσεις του πρωθυπουργού «εκλογές την Άνοιξη του 2023, με τον ίδιο νόμο», και η επανάληψη της θέσης του ότι «στις δεύτερες εκλογές, στόχος του είναι η αυτοδυναμία» έγιναν αντικείμενο… αποπροσανατολιστικού χλευασμού από την αντιπολίτευση.
Η πρόσφατη απάντησή του σε δημοσιογραφική ερώτηση, ότι «στόχος είναι η σταθερότητα, όχι επί τούτου η αυτοδυναμία (στο ίδιο μήκος κύματος της πίστης του ότι οι κυβερνήσεις συνεργασίας στην Ελλάδα δεν έχουν επιτυχία και αποτελεσματικότητα) και η διευκρίνιση ότι «η χώρα θα κυβερνηθεί έτσι κι αλλιώς, ο λαός θα δείξει αν αυτό θα γίνει από ένα ή περισσότερα κόμματα», επιμένοντας όμως ότι δεν έχει αλλάξει η στρατηγική της αυτοδυναμίας, εκλήφθηκε και ερμηνεύθηκε ως «πανικός ηττοπάθειας και υπαναχώρηση του Μητσοτάκη».
Ο κ. Τσίπρας, που κατανοεί ότι η πιθανότητα να κληθεί αυτός να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας μετά τις δεύτερες εκλογές σε περίπτωση μη αυτοδυναμίας της ΝΔ, με αμηχανία παπαγάλισε για άλλη μια φορά «σταθερότητα ή Μητσοτάκης, εκλογές τώρα!». Ο πρόεδρος του ΚΙΝ.ΑΛ, όμως, που αντελήφθη απολύτως σε ποιον απευθυνόταν δυνάμει ο πρωθυπουργός, αισθάνθηκε την πίεση και… έσπευσε να δηλώσει ότι «δεν προτίθεται να γίνει σωσίβιο στα σχέδια του πρωθυπουργού, και αν εννοεί τα όσα είπε, ας επιδιωχθεί ο στόχος της σταθερότητας, μετά τα αποτελέσματα των πρώτων εκλογών, με απλή…»!
Δεν εξήγησε πώς ακριβώς θα γίνει αυτό, με συγκυβέρνηση ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ (που έχει αποκλείσει ο πρωθυπουργός -αστεία πράγματα...) ή με τριμερή με συμμετοχή του ΚΙΝ.ΑΛ; Απλώς, ο κ. Ανδρουλάκης καταλαβαίνει πολύ καλά ότι με τα περί κυβερνησιμότητας, ο κ. Μητσοτάκης πετάει το μπαλάκι σ’ αυτόν, με προφανή στόχο να αναλάβει το δίλημμα το ΚΙΝ.ΑΛ, πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να εγκαταλείψει την… «ασφάλεια του ενδιάμεσου» που εκ του ασφαλούς δεν καλείται ν’ αναλάβει καμιά ευθύνη! Ο κ. Ανδρουλάκης πιστεύει ότι με την αντιπρόταση «από την πρώτη Κυριακή» (εκ των πραγμάτων αδύνατη) στοχεύει να αναδειχθεί σε «αξιόπιστο παράγοντα» και να προσελκύσει ψήφους στο Κίνημα Αλλαγής!
Είναι σαφές ότι το τελευταίο που επιθυμεί είναι να εμφανισθεί πρόθυμος να αναλάβει τις ευθύνες του (αν είναι και ανάλογα τα εκλογικά αποτελέσματα των δεύτερων εκλογών) για να εξασφαλισθεί η κυβερνησιμότητα της χώρας σε τέτοιο αβέβαιο περιβάλλον. Και αποφεύγει να μπει στην ουσία του προβλήματος, δηλαδή τι θα συμβεί αν ο πιθανότερος συνεργάσιμος για δικομματική κυβέρνηση αρνηθεί για να μην υποστεί την όποια φθορά της συγκυβέρνησης! Τι θα αντιπροτείνει στην ουσία; Αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις, με ό,τι εφιαλτικό αυτό συνεπάγεται. Και δεν φοβάται ότι μια τέτοια ανεύθυνη στάση «βολέματος» θα αξιολογηθεί αρνητικά από τους ψηφοφόρους του, με κίνδυνο να υπάρξουν διαρροές προς την «ασφάλεια» της ΝΔ και την αποφυγή περιπετειών. Μονά-ζυγά δικά του, δεν μπορεί να τα έχει…
Ζητήματα, όμως, έχει και το Μαξίμου με αυτή την ιδέα πιθανής «εναλλακτικής διακυβέρνησης» που άφησε να αιωρείται ο κ. Μητσοτάκης με το αμφίσημο (για κάποιους…) «στόχος είναι η σταθερότητα και η κυβερνησιμότητα, όχι επί τούτου η αυτοδυναμία». Ακούγεται ρεαλιστικό και πολύ σοβαρό, αλλά δεν φοβάται ενδεχόμενη αποσυσπείρωση της εκλογικής βάσης (κυρίως της σκληρής παραταξιακής, παραδοσιακής δεξιάς), που έχει δείξει ότι αντιδρά στους κεντροδεξιούς προοδευτικούς πραγματισμούς;