Με την πρόσθεση της πασοκογενούς Άντζελας Γκερέκου στην κυβέρνησή του, αποδεικνύεται ότι αυτό που φαινόταν ως ένα κλείσιμο ματιού του Κυριάκου Μητσοτάκη σε όμορους πολιτικούς χώρους είναι τελικά στρατηγικό σχέδιο.
Βλέπουμε δηλαδή να εκτυλίσσεται, με βελούδινο τρόπο, χωρίς τυμπανοκρουσίες, μια πολιτική διεύρυνση αριστερά και δεξιά. Ο Σταύρος Θεοδωράκης ήταν αυτός που φλέρταρε με τη Φώφη και τον Τσίπρα, τελικά στην αγκαλιά του Μητσοτάκη κατέληξαν τα στελέχη του Ποταμιού! Βελούδινη ήταν και η απορρόφηση ανθρώπων από το ΠΑΣΟΚ, και μάλιστα ο Μητσοτάκης ψώνισε από το πάνω ράφι, όπως έγραψαν διάφοροι σχολιαστές, για να δείξουν τη διαφορά με το βαθύ και φθαρμένο ΠΑΣΟΚ που πήγε στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο Μητσοτάκης έκανε τη δουλειά καλύτερα από τους «γεφυρατζήδες» του Τσίπρα.
Θα ήταν ψέμα να πει κάποιος ότι δεν εξέπληξαν οι μεθοδικές και αθόρυβες προσπάθειες του Κ. Μητσοτάκη να μεταμορφώσει την κυβερνητική του ομάδα σε κάτι πολύ ευρύτερο από μια κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Θέλει τόλμη να βάλει ένας πρωθυπουργός στο «γαλάζιο» υπουργικό πρόσωπα που προέρχονται αφενός από το Κέντρο και την Κεντροαριστερά και αφετέρου από τα πανεπιστήμια ή/και την «αγορά». Πολλοί περίμεναν από τον Μητσοτάκη να ξαναμοιράσει τιμάρια σε παραδοσιακές βαρονίες για να ισορροπήσει τους ορόφους της δεξιάς πολυκατοικίας. Ωστόσο, ακόμη και οι Νεοδημοκράτες το κατάλαβαν: ο Μητσοτάκης λεηλατεί αθόρυβα όλα τα ουσιαστικά ή συμβολικά ερείσματα που είχε ο Τσίπρας έξω από την πολιτική αυλή του ΣΥΡΙΖΑ. Στόχος του είναι να πνίξει την προσπάθεια διεύρυνσης του άλλου πόλου.
Χρυσοχοΐδης, Μενδώνη, Πιερρακάκης, Θεοχάρης κ.ά. είναι τα πρόσωπα που ο Μητσοτάκης επέλεξε ώστε να ανταποκριθεί και στους πολίτες που τον εξέλεξαν πρόεδρο της ΝΔ, χωρίς να είναι κατ’ ανάγκην Νεοδημοκράτες. Μέσω της διεύρυνσης συνομιλεί και με τους πολίτες της Κεντροαριστεράς και του Κέντρου που δεν ψήφιζαν Δεξιά στο παρελθόν, αλλά τον εξέλεξαν πρωθυπουργό για να γυρίσουν τη σελίδα ΣΥΡΙΖΑ και για να δώσουν τη μεταρρυθμιστική εντολή που χρειάζεται η χώρα.
Με την επεκτατική διεύρυνση της ΝΔ, ο Μητσοτάκης πλαγιοκοπεί άλλους πολιτικούς χώρους. Απλώνει ταυτόχρονα την πολιτική του επιρροή σε μη δεξιά κοινωνικά στρώματα που περιμένουν μια νέα Ελλάδα, απαλλαγμένη από κομματικές παρωπίδες.
Προς το παρόν, οι κινήσεις Μητσοτάκη έχουν ένα άρωμα Μακρόν και θυμίζουν την ίδια μέθοδο κατάληψης του Κέντρου με διεύρυνση σε πρόσωπα και πολιτικές «ούτε Δεξιά, ούτε Αριστερά» που έλεγε ο Γάλλος πρόεδρος. Ο Εμανουέλ Μακρόν, βέβαια, ίδρυσε δικό του Κίνημα, ποδοπατώντας Σοσιαλιστές και Ρεπουμπλικανούς, το οποίο μετουσίωσε σε συστημικό κόμμα μόλις πήρε την εξουσία. Ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης παρέλαβε έναν παραδοσιακό, υπερσυντηρητικό πυλώνα του ελληνικού δικομματισμού, ηλικίας 45 ετών, και παλεύει να τον μετατοπίσει όλο και περισσότερο προς το Κέντρο, χωρίς να αποκόψει τη δεξιά πτέρυγα. Να πώς εξηγείται και η υπουργοποίηση του Μάκη Βορίδη, που για να αντέξει στο κοστούμι της νέας Κεντροδεξιάς αναγκάστηκε να κάνει μετάνοιες στην ισραηλινή πρεσβεία!
Δεξιοί, αριστεροί και σοσιαλιστές αξίζει να παρακολουθήσουμε αυτό το πολιτικό πείραμα Μητσοτάκη. Η «γαλάζια» παράταξη είναι αναγκασμένη να το αγκαλιάσει, γιατί η ΝΔ έχει την ευκαιρία να ανοίξει έναν νέο πολιτικό κύκλο στη χώρα. Ερχονται μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές ανακατατάξεις, μετά την ασφυξία των μνημονίων, και κάθε προσπάθεια απεγκλωβισμού από το παρελθόν είναι ευπρόσδεκτη.
Αλλά για να είμαστε ειλικρινείς, αυτά είναι τα εύκολα για τον Κ. Μητσοτάκη. Πιο δύσκολο θα είναι για τη ΝΔ το έργο που λέγεται «κανονικότητα». Ακόμη και ο Μακρόν κάηκε στη γαλλική πραγματικότητα και κωπηλατεί καθημερινά. Σε μια Ελλάδα χωρίς τράπεζες, χωρίς ασφαλιστικό σύστημα, ασφάλεια, παραγωγική βάση και πραγματική οικονομία, η διακήρυξη Μητσοτάκη για «επιστροφή στην κανονικότητα» είναι τιτάνιο έργο. Και θα κληθεί σύντομα να αποδείξει αν η διευρυμένη κυβέρνησή του μπορεί στοιχειωδώς να είναι αποτελεσματική και στην προσπάθεια εθνικής ανασυγκρότησης.