Σαρωτικές αλλαγές στην ΕΥΠ και ανάληψη της πολιτικής ευθύνης για την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη, την οποία χαρακτήρισε «νόμιμη αλλά πολιτικά λανθασμένη», ανακοίνωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης αντέδρασαν με ανακοινώσεις τους στις ανακοινώσεις Μητσοτάκη, ενώ και ο Ευάγγελος Βενιζέλος τήρησε αποστάσεις.
Μητσοτάκης: Νόμιμη, αλλά πολιτικά λάθος η παρακολούθηση του τηλεφώνου Ανδρουλάκη
Σε δήλωσή του, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε εκτενώς στην υπόθεση Ανδρουλάκη. Όπως εξήγησε, ενημερώθηκε ο ίδιος πριν από λίγες μέρες, ότι τον Σεπτέμβριο του 2021, και ενόσω ήταν ακόμα Ευρωβουλευτής, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών είχε προβεί σε νόμιμη επισύνδεση στο κινητό τηλέφωνο του Νίκου Ανδρουλάκη». Ο κ. Μητσοτάκης σημείωσε ότι η όλη διαδικασία «είχε την έγκριση ανώτατης εισαγγελέως, όπως ακριβώς ορίζει η διάταξη που ψηφίστηκε το 2018 από την προηγούμενη κυβέρνηση» και πρόσθεσε ότι η παρακολούθηση του τηλεφώνου «διήρκεσε τρεις μήνες και διεκόπη αυτόματα, όπως προβλεπόταν από τον νόμο, λίγες μέρες αφότου εκλέχτηκε ο κ. Ανδρουλάκης πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ». Όπως σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης «παρότι όλα έγιναν νόμιμα, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών υποτίμησε την πολιτική διάσταση της συγκεκριμένης ενέργειας. Ήταν τυπικά επαρκής, όμως πολιτικά μη αποδεκτή. Δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί, προκαλώντας ρωγμές στην εμπιστοσύνη των πολιτών στις Υπηρεσίες Εθνικής Ασφάλειας. Γιατί αν και αφορούσε προβεβλημένο πολιτικό πρόσωπο, ο χειρισμός της υπήρξε ελλιπής. Ακριβώς γι’ αυτό απομακρύνθηκε αμέσως ο Διοικητής της ΕΥΠ. Ενώ και ο Γενικός Γραμματέας του Γραφείου του Πρωθυπουργού ανέλαβε την αντικειμενική πολιτική ευθύνη. Για να τονίσει: «Αυτό που έγινε μπορεί να ήταν σύμφωνο με το γράμμα του νόμου, ήταν όμως λάθος. Δεν το γνώριζα και, προφανώς, δεν θα το επέτρεπα ποτέ!».
Στη συνέχεια ο πρωθυπουργός έσπευσε να υπεραμυνθεί του εθνικού έργου της ΕΥΠ λέγοντας ότι η προσφορά της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών είναι σημαντική. και πως «ένα ολίσθημα, συνεπώς, δεν μπορεί να σκιάσει ένα έργο με μετρήσιμο εθνικό όφελος. Και δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να αντιληφθεί πόσο πολύτιμες είναι οι αξιόπιστες πληροφορίες στον σύνθετο κόσμο στον οποίο ζούμε». Ωστόσο, επεσήμανε ότι «όσο πολύτιμη και αν ήταν η συνεισφορά της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών στην ενίσχυση της θέσης της Ελλάδας, άλλο τόσο γίνεται καθαρό ότι απαιτείται όχι μόνο η βελτίωση της επιχειρησιακής της επάρκειας, αλλά και η συνολική επαναξιολόγηση του πλαισίου ελέγχου και εποπτείας της». Υπογράμμισε ότι ο νέος Διοικητής (Θεμιστοκλής Δεμίρης) είναι ένας από τους πιο έμπειρους Έλληνες διπλωμάτες και διαθέτει όλα τα εχέγγυα για να φέρει εις πέρας αυτή την αποστολή και πρόσθεσε ότι η κυβέρνηση συμφώνησε αμέσως στη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, η οποία προφανώς και θα λειτουργήσει υπό συνθήκες που η φύση του αντικειμένου που θα ερευνήσει επιβάλλει.
Ο πρωθυπουργός προειδοποίησε ότι «μία τέτοια υπεύθυνη διαδικασία δεν μπορεί, δεν πρέπει να μετατραπεί σε κατασκοπευτικό σήριαλ προς κομματική κατανάλωση. Ούτε, πολύ περισσότερο, να αποτελέσει αιτία υποβάθμισης της εθνικής συμβολής της ΕΥΠ και υπονόμευσης πτυχών της εθνικής ασφάλειας. Πρέπει η αλήθεια να αναδειχθεί στις διαστάσεις που πραγματικά έχει. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε τις διαχρονικές παθογένειες της υπηρεσίας πληροφοριών». Ενώ προανήγγειλε σαρωτικές αλλαγές στην ΕΥΠ ξεκινώντας από τις αυστηρότερες δικλίδες σε ό,τι αφορά τις νόμιμες επισυνδέσεις που θα γίνει αμέσως με Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου.
Κατέθεσε δε 4 πεδία αλλαγών που θα προτείνει η κυβέρνηση:
- Ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ και της εποπτείας του κοινοβουλίου μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας.
- Αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για την καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών και της ΕΥΠ.
- Θωράκιση του πλαισίου νομίμων επισυνδέσεων για πολιτικά πρόσωπα.
- Αλλαγές στο εσωτερικό της ΕΥΠ για την ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου, της διαφάνειας, της εξωστρέφειας και της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της.
«Ζούμε σε έναν επικίνδυνο κόσμο. Είμαστε όμως μια Δημοκρατική πολιτεία. Και έχουμε ιερή υποχρέωση να ισορροπούμε ανάμεσα στην ασφάλεια του τόπου και των πολιτών και στην προστασία των θεμελιωδών αρχών που προστατεύουν την ιδιωτική σφαίρα και το απόρρητο των επικοινωνιών» κατέληξε ο κ. Μητσοτάκης.
Ανδρουλάκης: Να ανακοινωθεί άμεσα ο λόγος παρακολούθησής μου από την ΕΥΠ
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης σε δήλωσή του, τονίζει πως δεν θα δεχθεί καμία συγκάλυψη στην υπόθεση των παρακολουθήσεων και ζητά να μάθει τον λόγο παρακολούθησής του. «Κύριε Μητσοτάκη, ζητώ να ανακοινωθεί άμεσα ο λόγος παρακολούθησης μου από την ΕΥΠ, την οποία μάλιστα χαρακτηρίζετε με περίσσιο θράσος νόμιμη κατά παράβαση του απορρήτου των επικοινωνιών μου ως ευρωβουλευτή και υποψήφιου Προέδρου του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής» τόνισε για να προσθέσει: «Δεν θα δεχτώ καμία συγκάλυψη. Δεν θα επιτρέψω να ευτελίσει ο κ.Μητσοτάκης μια υπόθεση κομβική για τη διάκριση των εξουσιών στη χώρα μας. Ο Πρωθυπουργός σήμερα προσπάθησε να κερδίσει χρόνο. Όμως ο χρόνος μετρά πια αντίστροφα για αυτόν. Σύντομα θα βρεθεί αντιμέτωπος με την αλήθεια» σημείωσε μεταξύ άλλων.
Παράλληλα, κατηγόρησε τον πρωθυπουργό ότι εμφανίστηκε και πάλι άμοιρος ευθυνών υιοθετώντας το αφήγημα ενός «νόμιμου λάθους» για να δικαιολογήσει μια αξιόποινη πράξη και την ευθεία παραβίαση της συνταγματικής πρόνοιας για το βουλευτικό απόρρητο. «Επιδίωξε, δε, απροκάλυπτα να καθοδηγήσει τις εξελίξεις. Ήταν εμφανής η αγωνία του κ. Μητσοτάκη να βρεθεί στο απυρόβλητο ο τέως Διοικητής της ΕΥΠ ενώ απέδωσε την αντικειμενική πολιτική ευθύνη στον γενικό γραμματέα του Πρωθυπουργού, Γρηγόρη Δημητριάδη, υποβαθμίζοντας την στο επίπεδο της αμέλειας» υποστήριξε ο Ν. Ανδρουλάκης.
ΣΥΡΙΖΑ: Αλαζόνας, αμετανόητος και ψεύτης ο Μητσοτάκης, δεν είχε την αξιοπρέπεια να παραιτηθεί
Από την πλευρά του ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήρισε τον πρωθυπουργό αλαζόνα, αμετανόητο και ψεύτη, ενώ τονίζει πως δεν είχε την αξιοπρέπεια να παραιτηθεί.
«Οι 48 ώρες προθεσμία που έδωσε στον εαυτό του για να απολογηθεί δεν αποκατέστησαν δυστυχώς ούτε στοιχειωδώς τη σχέση του κ. Μητσοτάκη με την αλήθεια. Εμφανίστηκε αλαζόνας και αμετανόητος εκτός από ψεύτης. Ζήτησε ελαφρυντικά λόγω μειωμένου καταλογισμού, προσπαθώντας να πείσει ότι δεν ήξερε τι γίνεται ούτε στους πιο εθνικά ευαίσθητους τομείς του επιτελικού του κράτους» υποστήριξε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης κάνοντας λόγο για «τερατώδες ψέμα, ότι δεν γνώριζε τίποτε για την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη. Την οποία εξακολουθεί να χαρακτηρίζει νόμιμη». Επιπλέον ο ΣΥΡΙΖΑ εγκαλεί τον Κυρ. Μητσοτάκη ότι αναφέρθηκε μόνο στην περίπτωση της παρακολούθησης Ανδρουλάκη, χωρίς όμως να εξηγήσει πώς και γιατί η ΕΥΠ αποφάσισε μια τέτοιου είδους πρωτοφανή ενέργεια. Δεν είπε, επίσης, κουβέντα για τις παρακολουθήσεις δημοσιογράφων, όπως του Θ. Κουκάκη και δεν απάντησε στο ερώτημα που απασχολεί την κοινή γνώμη και έχει θέσει ο ΣΥΡΙΖΑ πόσους ακόμα πολίτες, δημοσιογράφους και πολιτικούς και γιατί έχει θέσει υπό παρακολούθηση η ΕΥΠ στη διάρκεια της διακυβέρνησής του.
Επίσης τονίζει ότι ο κ. Μητσοτάκης «δεν είχε το θάρρος να πράξει το αυτονόητο για κάθε φιλελεύθερη ευρωπαϊκή δημοκρατία. Δηλαδή να παραιτηθεί. Κι αυτό είναι ένα μεγάλο πολιτικό λάθος, που προστίθεται στο πολιτικό έγκλημα των παρακολουθήσεων. Για να καταλήξει ο ΣΥΡΙΖΑ: «Ας είναι βέβαιος ότι η αλήθεια δεν θα κρυφτεί κάτω από το τσιμέντο της ελεγχόμενης ενημέρωσης και τη λάσπη του προπαγανδιστικού του μηχανισμού. Το απόστημα έσπασε και η αλήθεια θα βγει στο φως, θέλει δε θέλει. Οι εξελίξεις τον έχουν ήδη προσπεράσε»ι.
ΚΚΕ: Οι αστείες δικαιολογίες του κ. Μητσοτάκη δεν μπορούν να κρύψουν το σκοτεινό κι επικίνδυνο θεσμικό πλαίσιο»
Από την πλευρά του, το ΚΚΕ σημείωσε: «Ο κ. Μητσοτάκης προσπαθεί, πίσω από αστείες δικαιολογίες περί "λάθους" και "ολισθήματος"», να κρύψει τη βασική πλευρά του σκανδάλου των παρακολουθήσεων, που δεν είναι άλλη από την απόλυτη προσήλωσή του στη διαμόρφωση ενός σκοτεινού κι επικίνδυνου θεσμικού πλαισίου που σταθερά υπονομεύει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του ελληνικού λαού» επισημαίνει το ΚΚΕ σε ανακοίνωσή του «για τη δήλωση του πρωθυπουργού σχετικά με τις υποκλοπές».
Μέρα25: Κακή η παράσταση «ο πρωθυπουργός δεν ήξερε τίποτα για τις υποκλοπές»
«Στο Θέατρο Σκιών που είναι η «Μητσοτάκης Α.Ε.», η παράσταση «ο Πρωθυπουργός δεν ήξερε τίποτα για τις υποκλοπές» ολοκληρώθηκε με το σημερινό διάγγελμα, και ήταν μια κακή παράσταση» σημείωσε το ΜέΡα25 και προσθέτει: «Ήρθε η ώρα λοιπόν, όχι μόνο για την ανατροπή της κυβέρνησης Μητσοτάκη, αλλά και για την ολική ρήξη με το απολυταρχικό - ολιγαρχικό καθεστώς που τον στήριξε και το οποίο ποντάρει τώρα λογικές ανώδυνης εναλλαγής».
Βενιζέλος: «Δεν μπορεί να παρακολουθείται αρχηγός κόμματος για λόγους εθνικής ασφαλείας»
Αίσθηση προκάλεσε και η παρέμβαση του Ευάγγελου Βενιζέλου, ο οποίος τόνισε πως δεν μπορεί να παρακολουθείται αρχηγός κόμματος για λόγους εθνικής ασφαλείας.
«Παρακολουθούμε ένα ολόκληρο μοντέλο συγκεντρωτικής άσκησης της εξουσίας να φτάνει με πολύ θόρυβο στα όριά του. Το μείγμα αίσθησης παντοδυναμίας και ακρισίας απέβη ανεξέλεγκτο. Το μοντέλο πρέπει συνεπώς να αλλάξει αμέσως. Αυτό είναι επιβεβλημένο για την παρούσα και κάθε μελλοντική Κυβέρνηση. Κανείς δεν έχει δικαίωμα να βυθίζει τη χώρα σε θλιβερές όψεις του παρελθόντος, απώτερου και εγγύτερου. Στα ζητήματα δημοκρατίας και κράτους δικαίου δεν χωρούν συγκρίσεις, υπάρχει απόλυτη αξίωση και απόλυτη υποχρέωση σεβασμού. Περίμενα να αναφερθεί στο θεμελιώδες αυτό ζήτημα ο Πρωθυπουργός αλλά δυστυχώς δεν το έκανε σήμερα» τόνισε ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Παράλληλα σημείωσε πως «δίπλα στις τεράστιες ευθύνες αλυσίδας πολιτικών οργάνων που θα δούμε πού φτάνουν, υπάρχουν εξίσου τεράστιες ευθύνες της δικαιοσύνης με τη μορφή και πάλι εισαγγελικών λειτουργών ειδικών και αποκλειστικών καθηκόντων, όπως η «εισαγγελέας της ΕΥΠ». Είχε προηγηθεί η ακραία προκλητική εμπειρία της «εισαγγελέως διαφθοράς». Η κατάργηση των ειδικών / προνομιακών εισαγγελικών αυτών θέσεων που πλήττουν ούτως ή άλλως την αρχή του νόμιμου δικαστή, είναι επιβεβλημένη».
Όπως σημείωσε επιπλέον ο κ. Βενιζέλοπς «οι υποκλοπές τηλεφωνικών επικοινωνιών κατά παράβαση του άρθρου 19 παρ.1 Συντ, είτε με συμβατικές είτε με εξελιγμένες τεχνικές μεθόδους είτε με τη σατανική σύμπτωση και των δυο, συνιστούν πρωτίστως αξιόποινη πράξη. Δεν υπάρχει δε ούτε στοιχειώδης νομιμοφάνεια όταν παραβιάζεται το απόρρητο των επικοινωνιών ευρωβουλευτή, που διαθέτει σε εθνικό επίπεδο τη νομική προστασία του βουλευτή, με επίκληση λόγων εθνικής ασφάλειας» για να προσθέσει: «Δεν μπορεί να παρακολουθείται βουλευτής ή ευρωβουλευτής και κατά μείζονα λόγο αρχηγός κόμματος για λόγους «εθνικής ασφαλείας» ενδογενείς ή πολύ περισσότερο «εισαγόμενους». Τέτοιες δικαιολογίες είναι εξίσου κακές και βλαπτικές με την πράξη καθεαυτήν. Η θέση του Πρωθυπουργού ότι η παρακολούθηση ήταν τυπικά νόμιμη αλλά πολιτικά εσφαλμένη είναι μεγάλων διαστάσεων σφάλμα. Μπορούν άραγε να παρακολουθούνται πολιτικά πρόσωπα, βουλευτές και αρχηγοί κομμάτων, για λόγους «εθνικής ασφάλειας» εάν το σταθμίσει ο εκάστοτε πρωθυπουργός και το εγκρίνει ένας εισαγγελέας εφετών; Όχι βέβαια. Περιμένω ο Πρωθυπουργός να επανέλθει με σχετική διευκρίνιση».
Για να καταλήξει ο κ. Βενιζέλος: «Η πολιτική ευθύνη κρίνεται εντέλει εκλογικά. Το ζητούμενο για τους πολίτες πιστεύω και ελπίζω ότι είναι μια Κυβέρνηση ικανή να ανταποκριθεί στις μεγάλες προκλήσεις της συγκυρίας, προκλήσεις διεθνοπολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές, πρώτη από τις οποίες είναι όμως η ποιότητα και η ανθεκτικότητα της φιλελεύθερης δημοκρατίας».