«Βαρύτατο πνευματικό και ηθικό ολίσθημα» καταλογίζει η Ιερατική Σύνοδος της Εκκλησίας Κέρκυρας στον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Δημήτρη Μπιάγκη και τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Αλέκο Αυλωνίτη, αναφορικά με τη στήριξή τους στο νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια.
Η Ιερατική Σύνοδος της Εκκλησίας Κέρκυρας, σε ανακοίνωση που εξέδωσε μετά από πρόταση του Μητροπολίτη Κέρκυρας Νεκτάριου, κατηγορεί τους δύο βουλευτές της αντιπολίτευσης, Αλέκο Αυλωνίτη του ΣΥΡΙΖΑ και Δημήτρη Μπιάγκη του ΠΑΣΟΚ, πως «έσφαλαν πνευματικώς βαρύτατα» με την ψήφο τους στο νομοσχέδιο για το γάμο των ομοφύλων ζευγαριών και «δεν δύνανται να θεωρούν τους εαυτούς τους ως ενεργά μέλη της Εκκλησίας».
Μάλιστα, προαναγγέλλουν ότι στους δύο βουλευτές δεν θα αποδίδονται πλέον τιμές που απορρέουν από τη σχέση Πολιτείας και Εκκλησίας στις επίσημες εκδηλώσεις, στις ενοριακές λατρευτικές συνάξεις και λιτανείες, ενώ τους καλούν «να αναλάβουν τις ευθύνες τους».
Αντίθετα, στην ανακοίνωση εκθειάζεται η στάση του κυβερνητικού βουλευτή Στέφανου Γκίκα, αναφέροντας ότι «επέδειξε φρόνημα ορθοδόξου χριστιανού και διεφύλαξε ακέραιη τη συνείδησή του».
Η απάντηση του ΠΑΣΟΚ: Απολύτως απαράδεκτη και καταδικαστέα η ανακοίνωση της Μητρόπολης Κέρκυρας
Από την πλευρά του, το ΠΑΣΟΚ τονίζει:
«Η ανακοίνωση της Μητρόπολης Κέρκυρας με την οποία θέτει εκτός εκκλησίας τον βουλευτή του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Δημήτρη Μπιάγκη, καθώς και τον βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Χρήστο Αυλωνίτη, είναι απολύτως απαράδεκτη και καταδικαστέα.
Η πολιτεία έχει απαρέγκλιτο καθήκον την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ανεξαιρέτως και τη νομοθετική διασφάλιση της ισότητας όλων των πολιτών.
Ενέργειες, που επενδύουν σε διαχωρισμούς με μικροκομματικές σκοπιμότητες και στοχοποιούν βουλευτές για την εκτέλεση των νομοθετικών τους καθηκόντων σύμφωνα με το Σύνταγμα, προφανώς και δεν συνάδουν με τον ρόλο της εκκλησίας».
Αναλυτικά η ανακοίνωση της Μητρόπολης Κέρκυρας
Γενική Ιερατική σύναξη διεξήχθη στο Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας την Τρίτη 5 Μαρτίου 2024, υπό την προεδρία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου.
Κατ’ αυτήν ομιλητής ήταν ο Πανοσιολ. Αρχιμανδρίτης π. Χερουβείμ Βελέτζας, διευθυντής προσωπικού της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και ιεροκήρυκας της Μητροπόλεως Κερκύρας, ο οποίος μίλησε με θέμα: «σύγχρονες ποιμαντικές προκλήσεις».
Ο ομιλητής επεσήμανε τις συνέπειες που η παγκοσμιοποίηση έχει επιφέρει στη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα, καθώς και τις ποικίλες ποιμαντικές προκλήσεις που η Εκκλησία αντιμετωπίζει. Ανάμεσα σ’ αυτές είναι: η βία, η εκκοσμίκευση, η σύγχρονη τεχνολογία, τα ζητήματα βιοηθικής, το οικολογικό ζήτημα, η οικονομική κρίση και αδικία, η διάσπαση της Ορθοδοξίας, το δημογραφικό πρόβλημα, η απροθυμία για τεκνογονία, την κρίση στην οικογένεια, την αποδιοργάνωση της κοινωνίας, την αποθέωση της ύλης και των πάσης επιθυμιών, τη μάστιγα των ναρκωτικών, τη βία μεταξύ των εφήβων, τον ατομοκεντρισμό, τον καταναλωτισμό, τον δικαιωματισμό , τον συγκρητισμό και την επιρροή σύγχρονων επιρροών, της γιόγκα και των ανατολικών θρησκειών, τον αγνωστικισμό, την αθεΐα, τον αντικληρικαλισμό.
Ο ομιλητής πρότεινε την αφύπνιση των ιερέων, ώστε και με τον λόγο και με το παράδειγμά τους, να γίνουν τύπος για τους πιστούς. «Οι κληρικοί έχουμε ανάγκη να τρεφόμαστε διαρκώς από τα της πίστεως, να προσέχουμε πώς περιπατούμε, να αποκρινόμαστε «παντί τῷ αἰτοῦντι» με απλότητα, με αγάπη, με φόβο Θεού. Δεν θα μας κρίνει ο Θεός αν δεν χτίσαμε Βασιλειάδες, ούτε αν δεν κηρύξαμε σε άμβωνα χρυσοστομικό· θα μας κρίνει όμως, αν καταφρονήσαμε έστω και έναν άνθρωπο, αν γίναμε αιτία να χαθεί έστω και μία ψυχή, για την οποία ο Χριστός έπαθε.
Η Ἐκκλησία σήμερα δεν απολαμβάνει της αίγλης, ούτε του σεβασμού των ανθρώπων, όπως ίσως κατά το παρελθόν. Δεν πειράζει, η Εκκλησία πολεμουμένη νικά, αρκεί εμείς, κλήρος και λαός, να μην σχίζουμε τον άρραφο χιτώνα του Χριστού, δηλαδή την κατά Θεόν ενότητα και την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος’, κατέληξε ο π. Χερουβείμ.
Στη συνέχεια, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας κ. Νεκτάριος, αφού προέτρεψε τους κληρικούς της τοπικής Εκκλησίας να ανασυγκροτηθούν πνευματικώς, να δούνε την προοπτική μέσα από την ενορία και την κατήχηση να διασωθούν η πίστη, η ελληνική γλώσσα, η ιστορία, η παράδοση, να υπερβούν το εαυτό τους με κινητοποίηση και αφιέρωση, έθεσε το θέμα της στάσης της Εκκλησίας μετά τη ψήφιση του νόμου για τα ομόφυλα ζευγάρια. Μετά από συζήτηση με τους ιερείς, ομόφωνα η σύναξη κατέληξε στην εξής ανοιχτή επιστολή- ψήφισμα:
«Εμείς οι ιερείς και οι διάκονοι της Ιεράς Μητροπόλεως Κερκύρας, οι οποίοι συνήλθαμε σε τακτική ιερατική σύναξη την Τρίτη 5 Μαρτίου 2024 στο Πνευματικό Κέντρο της Ιεράς Μητροπόλεως, υπό την προεδρία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου, και αφού συζητήσαμε τα θέματα που ανέκυψαν μετά την ψήφιση από το Ελληνικό Κοινοβούλιο του νόμου για τον «γάμο» των ομόφυλων ζευγαριών, καθώς και για το δικαίωμα σε αυτά τεκνοθεσίας, παρά τη σθεναρή αντίδραση της Εκκλησίας, πολιτικών κομμάτων, καθώς και μεμονωμένων πολιτικών που διαφώνησαν με τη γραμμή των κομμάτων τους τα οποία υπερψήφισαν το νομοσχέδιο αυτό, δηλώνουμε ξεκάθαρα προς πάσα κατεύθυνση:
Θεωρούμε τον ψηφισθέντα νόμο ως μία μεταρρύθμιση για την οποία ο ελληνικός λαός δεν ερωτήθηκε, καθότι δεν ήταν μία απόφαση που είχε ως περιεχόμενό της την διαχείριση ζητημάτων καθημερινότητας, αλλά επρόκειτο για κατοχύρωση ενός δικαιώματος που δεν ανήκει, όπως διεφάνη στη συζήτηση στη Βουλή, στα αναγνωρισμένα από τις παγκόσμιες διατάξεις και δικαστικές αποφάσεις «ανθρώπινα δικαιώματα». Η ψήφισή του ήταν καθαρά πολιτική απόφαση.
Αυτή εμπεριέχεται στη νοοτροπία του κινήματος woke, την οποία δυστυχώς υιοθέτησαν τόσο η ελληνική κυβέρνηση, όσο και η αντιπολίτευση, μείζων και ελάσσων, και κάποια άλλα κόμματα. Μπορεί το νομοσχέδιο να είναι νόμος του κράτους, όμως εμείς ζητούμε από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος να εξετάσει οποιοδήποτε νόμιμο μέσο υπάρχει σε μια ευνομούμενη πολιτεία για την ακύρωσή του.
Εκφράζουμε τη βαθιά μας θλίψη διότι οι δύο βουλευτές του Νομού μας που ανήκουν στην αντιπολίτευση, παρότι είχαν ενημερωθεί από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος με επίσημη επιστολή ότι το νομοσχέδιο αυτό απάδει στις θέσεις και στην πίστη του ορθόδοξου χριστιανού, εντούτοις το υπερψήφισαν. Έσφαλαν πνευματικώς βαρύτατα, είτε επειδή ακολούθησαν την «κομματική πειθαρχία» είτε επειδή δεν κατανοούν ότι για να είναι κάποιος μέλος της Εκκλησίας οφείλει να ακολουθεί- υπακούει στις διδαχές της, όχι κατά περίπτωση, αλλά εν συνόλω, είτε, πόσο μάλλον, επειδή οι ίδιοι είναι πεπεισμένοι ότι ο γάμος είναι κοινωνική τελετή και όχι μυστήριο και ότι η τεκνοθεσία παιδιών δεν χρειάζεται να λαμβάνει υπόψιν ότι ένα παιδί πρέπει να έχει πατέρα και μητέρα εξ αρχής, αλλά είναι ανεξάρτητη από την εκ Θεού και εκ φύσεως σύσταση της οικογένειας.
Για μας λοιπόν αυτοί οι δύο βουλευτές δεν δύνανται να θεωρούν τους εαυτούς τους ως ενεργά μέλη της Εκκλησίας. Ακόμη όμως και αν η συνείδησή τους δεν αντιλαμβάνεται το βαρύτατο πνευματικό και ηθικό ολίσθημα, στο οποίο έπεσαν, εμείς οφείλουμε να τους το επισημάνουμε και το πράττουμε δημοσίως. Τους καλούμε λοιπόν να απέχουν από οποιαδήποτε εκκλησιαστική εκδήλωση, δεν θεωρούμε ότι τους επιτρέπεται να κοινωνήσουν των αχράντων μυστηρίων και τους προτρέπουμε σε μετάνοια για το ατόπημά τους. Δηλώνουμε, πάντως, ότι δεν θα τους αποδώσουμε στο εξής καμία τιμή που απορρέει από τη σχέση Πολιτείας και Εκκλησίας στις επίσημες εκδηλώσεις, στις ενοριακές λατρευτικές συνάξεις και λιτανείες και τους καλούμε να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
Συγχαίρουμε ολοκαρδίως τον βουλευτή του κυβερνώντος κόμματος του νομού μας, διότι επέδειξε φρόνημα ορθοδόξου χριστιανού, διεφύλαξε ακέραιη τη συνείδησή του και, παρότι κατανοούμε ότι ήρθε σε δύσκολη θέση έναντι του κόμματός του, δηλώνουμε ότι έχει τη στήριξή μας για την πράξη του να μην κρυφτεί διά της απουσίας του, αλλά να ομολογήσει δημόσια την πίστη του καταψηφίζοντας τον νόμο. Τέτοιους πολιτικούς, ανεξαρτήτως άλλων πεποιθήσεων, χρειαζόμαστε στον τόπο μας, οι οποίοι, εκτός από το να υπηρετούν τα κοινά με βάση τις ιδέες τους, που σε πολιτικό επίπεδο είναι σεβαστές, να κρατούνε ακέραιο το ελληνορθόδοξο φρόνημα, να στηρίζουν την ελληνική οικογένεια και τα παραδεδομένα.
Αναμένουμε ως τέκνα πιστά από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος να μας υποδείξει και άλλους τρόπους αντιστάσεως σε τέτοιες αποφάσεις, οι οποίες ήταν νομικά αχρείαστες και ψηφίστηκαν χωρίς να λάβουν υπόψιν τους την αντίδραση του λαού μας. Σημειώνουμε μάλιστα την πρόσφατη απόφαση του κοινοβουλίου της Τσεχίας, χώρας η οποία, παρόλο που διέπεται από μεγάλα ποσοστά αθεΐας στον πληθυσμό της, αρνήθηκε να αναγνωρίσει τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, αποκαλώντας επισήμως ως «συντροφική σχέση» τη σχέση τέτοιων ζευγαριών και απορρίπτοντας το δικαίωμα τεκνοθεσίας. Αντιθέτως, προς μεγάλη μας λύπη, διαπιστώσαμε ότι δικοί μας πολιτειακοί και πολιτικοί παράγοντες έσπευσαν να πανηγυρίσουν μετά την ψήφιση του απαράδεκτου νομοσχεδίου, διχάζοντας ακόμη περισσότερο τον λαό μας. Είναι ντροπή μάλιστα να καυχώνται ότι η Ελλάδα είναι η πρώτη «ορθόδοξη» χώρα που ψήφισε ένα τέτοιο νομοσχέδιο. Μάλλον εκείνοι είναι αυτοί που δεν τιμούν την ορθόδοξη πίστη και κακώς την επικαλούνται».