Μια «αψιμαχία» μεταξύ του Ευκλείδη Τσακαλώτου και του Παύλου Πολάκη και μάλιστα για ένα μάλλον δευτερεύον θέμα (την ΕΡΤ επί ΣΥΡΙΖΑ) αναδεικνύει ένα σημαντικό πρόβλημα που έχει -και, κατά τα φαινόμενα, θα εξακολουθεί να έχει, όσο ο Αλέξης Τσίπρας ταλαντεύεται- το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης: την άρνηση να παραδεχτεί, επίσημα και καθαρά, ότι η εκλογική του ήττα δεν οφείλεται μόνο στην οικονομική πολιτική, αλλά και σε λάθη σε άλλα πεδία, καθώς και σε ανοίκειες συμπεριφορές στελεχών του.
Κάνοντας ένα είδος αυτοκριτικής για την ΕΡΤ, ο Τσακαλώτος είπε το -όχι και τόσο αυτονόητο για κομματικό στέλεχος- ότι όραμά του για την δημόσια ραδιοτηλεόραση «δεν είναι να έχουμε έναν αριστερό Μπάμπη Παπαδημητρίου κι έναν αριστερό Αρη Πορτοσάλτε». Ποιος είδε τον Πολάκη και δεν τον φοβήθηκε. Το μόνο που δεν είπε στον Τσακαλώτο είναι «βούλωστο». Το είπε αλλιώς. Και υπερασπίστηκε αυτό που συνέβαινε στην ΕΡΤ επί ΣΥΡΙΖΑ.
Μόλις έκανε αυτήν την ανάρτηση, o λογαριασμός του στο το Fecebook πλημμύρισε από επιδοκιμαστικά σχόλια. Το ίδιο συνέβαινε και όσο ο Πολάκης ήταν υπουργός και συμπεριφερόταν αναλόγως. Το φαν κλαμπ του ήταν πεπεισμένο ότι όποια μπαρούφα κι αν έλεγε ή όποια πράξη κι αν έκανε, ακόμα και οι πιο προκλητικές, «κατατρόπωναν την Δεξιά». Αποδείχτηκε το αντίθετο.
Το χειρότερο, όμως είναι ότι αυτές τις συμπεριφορές ανεχόταν ο Αλέξης Τσίπρας. Ακόμα κι όταν ο Πολάκης κάπνιζε μέσα στο υπουργείο Υγείας, ακόμα κι όταν αντιδικούσε και με νεκρούς, ακόμα κι όταν καθημερινά τσαμπουκαλευόταν στο facebook, δίκην παλιού κουτσαβάκη, δεν είχε καμιά επίπτωση. Ο Τσίπρας τον δικαιολογούσε με αναφορά στην «αψάδα» του και δεν έκανε το αυτονόητο στη σχέση του πρωθυπουργού με τον υπουργό του: να του επιβάλει να ασχολείται με τα καθήκοντά του και στα άλλα να αλλάξει συμπεριφορά, αλλιώς να τον στείλει στο σπίτι του.
Προφανώς επικράτησε η άποψη ότι ο Πολάκης είχε μεγάλο φαν κλαμπ. Πράγματι, είχε και έχει. Αλλά αυτό δεν μπορεί να δικαιολογήσει εκείνη την μεγαθυμία του Τσίπρα. Διότι η μπουνταλοσύνη του Πολάκη ικανοποιούσε μεν τους φανατικούς, αλλά απωθούσε τους άλλους, οι οποίοι μπορεί να ήταν και περισσότεροι. Και οι φανατικοί είναι δεδομένοι, οι άλλοι όχι. Αποδείχτηκε στις εκλογές (πάντως, οι φανατικοί ήταν αρκετοί για να ξαναβγάλουν τον ίδιο βουλευτή…).
Τώρα ο Πολάκης συνεχίζει την ίδια τακτική. Αντί να ασχοληθεί με τον τομέα που γνωρίζει (Υγεία) ή έστω με αυτόν που του έχει ανατεθεί (Εσωτερικών), επιπλήττει συναδέλφους του που διαπιστώνουν το αυτονόητο, όπως ο Τσακαλώτος: ότι στην δημόσια ραδιοτηλεόραση η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε. Αλλά και γενικότερα απέτυχε στον τομέα των μέσων ενημέρωσης. Πότε με τα εμπάργκο, που έσπευσε να άρει προεκλογικά και πότε με τις απόπειρες να φτιάξει «δικούς του» μιντιάρχες, ορισμένοι από τους οποίους είναι ήδη εχθροί του (περίπτωση Μαρινάκη) και άλλοι αρχίζουν και το στρίβουν (περίπτωση Σαββίδη).
Κι αν αυτά είναι επιλογές και λάθη σύμφυτα με την άσκηση εξουσίας, τώρα που αυτή χάθηκε επιβάλλεται αναστοχασμός και αλλαγή πορείας. Δηλαδή, η αυτοκριτική(πρέπει να) είναι απαραίτητη προϋπόθεση για τη διόρθωση. Αλίμονο αν ισχύσει η προτροπή του Πολάκη προς Τσακαλώτο «μη μιλάς γι αυτά».
Επιπλέον, η αυτοκριτική και η διαπίστωση των λαθών επιβάλλει την αλλαγή του μοντέλου της αντιπολίτευσης, που άσκησε ο ΣΥΡΙΖΑ πριν από το 2015.Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πλέον ένα γκρουπούσκουλο, που έφτασε στην εξουσία λόγω της συγκυρίας (Μνημόνια, αντικαθεστωτισμός, κατάρρευση του παλιού πολιτικού συστήματος την περίοδο 2010-2014). Είναι μεγάλο κόμμα, μέρος του πολιτικού συστήματος και πρέπει να εκφράσει το μεγαλύτερο κομμάτι του πέραν της Δεξιάς χώρου.
Οσοι πιστεύουν ότι αυτό μπορεί να γίνει με γλωσσικούς εξτρεμισμούς τύπου Πολάκη, ας έχουν κατά νου αυτήν την ρήση του φιλοσόφου Τζορτζ Σανταγιάνα: «Φανατισμός είναι να διπλασιάζεις την προσπάθεια, ενώ έχεις ξεχάσει τον σκοπό».
ΥΓ: Κι επειδή έχουμε συνηθίσει να μηδενίζουμε τα πάντα, ας δούμε αυτή την απόφαση του Σταύρου Θεοδωράκη. Δυστυχώς, οι έξυπνοι Ελληνες ψηφοφόροι άφησαν έξω από τη Βουλή αυτό το μικρό κόμμα…