Η διαχείριση της κρίσης στον Έβρο, με την αποτελεσματική φύλαξη των συνόρων, ισχυροποίησε την διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας στην διαχείριση του μεταναστευτικού σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η Αθήνα πιστώνεται την αποφασιστικότητα και την ικανότητα να προστατεύσει τα ευρωπαϊκά σύνορα, ενώ η Άνγκελα Μέρκελ, παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στο ελληνογερμανικό οικονομικό φόρουμ, καταδίκασε ευθέως την συμπεριφορά της Τουρκίας, την οποία χαρακτήρισε απαράδεκτη. Το θετικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί για την Ελλάδα αποτυπώνεται και στην συνομιλία που, σύμφωνα με πληροφορίες του iefimerida.gr, είχε Γερμανός αξιωματούχος με Έλληνες ομολόγους του. «Η πυγμή που δείξατε στον Έβρο θα προκαλέσει μεγαλύτερο σεβασμό από την πλευρά Ερντογάν, καθώς κατάλαβε ότι θα παίρνει σκληρή απάντηση όταν ξεπερνά τα όρια», ήταν η χαρακτηριστική αναφορά.
Λίγη ώρα αργότερα, μιλώντας στο German Council on Foreign Relations, ο Κυριάκος Μητσοτάκης καταχειροκροτήθηκε από το κοινό όταν περιέγραψε την δυσκολία στην γειτνίαση με μια χώρα που προβαίνει σε ενέργειες επικίνδυνες για την περιφερειακή ασφάλεια. «Γιατί ξοδεύουμε τόσα στην Άμυνα; Γιατί γείτονάς μας είναι η Τουρκία, όχι η Δανία. Χρειαζόμαστε μια ισχυρή αποτρεπτική δύναμη. Γι΄ αυτό ξοδεύουμε τόσα για εξοπλισμούς. Θα προτιμούσα να ξοδεύω 1%. Δυστυχώς η Τουρκία δεν είναι Δανία», δήλωσε χαρακτηριστικά ο Πρωθυπουργός.
Κοινή αντίληψη Μέρκελ -Μητσοτάκη για την τουρκική προκλητικότητα
Η κατ’ ιδίαν συνάντηση που είχαν Μητσοτάκης και Μέρκελ στο Βερολίνο πιστοποίησε την κοινή αντίληψη για την αντιμετώπιση της τουρκικής προκλητικότητας. Ταυτόχρονα συζητήθηκαν τα επόμενα βήματα που πρέπει να γίνουν συντονισμένα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την αντιμετώπιση της κατάστασης.
Παράλληλα είχαν ανοιχτή γραμμή με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου που λίγες ώρες αργότερα υποδέχτηκαν τον Ερντογάν στις Βρυξέλλες. Η εκτίμηση της ελληνικής πλευράς ήταν ότι «δεν περιμένουμε πολλά πράγματα» και κυβερνητικά στελέχη έθεταν ως ορόσημο για τις όποιες εξελίξεις την Σύνοδο Κορυφής στις 26 Μαρτίου.
Η Αθήνα έχει θέσει ως προαπαιτούμενο για μια τελική συμφωνία με την Τουρκία την αποκλιμάκωση της έντασης στα ελληνοτουρκικά σύνορα. «Δεν διαπραγματευόμαστε υπό το καθεστώς απειλών και εκβιασμού», όπως το έθετε αρμόδια πηγή. Κανείς όμως δεν αποκλείει την πιθανότητα ο Ερντογάν να επιχειρήσει ένα νέο επεισόδιο έντασης προκειμένου να αποκομίσει περισσότερα ανταλλάγματα πριν υποχωρήσει στις ευρωπαϊκές πιέσεις. Από την πλευρά της κυβέρνησης δηλώνουν έτοιμοι για όλα τα ενδεχόμενα και διαβεβαιώνουν ότι έχουν γίνει οι κατάλληλες προετοιμασίες για να αντιμετωπιστούν όλες οι πιθανές προκλήσεις.
Ανοίγει το θέμα για νέα Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας
Υπό τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί, είναι δεδομένο ότι πλέον έχει ανοίξει η συζήτηση για μια νέα Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει θέσει προς τους εταίρους συγκεκριμένη ατζέντα αλλαγών. Καταρχήν είναι η πολιτική επιστροφών. Η κυβέρνηση ζητά την επιστροφή στην Τουρκία όσων έχουν περάσει παράνομα τα ελληνικά σύνορα μετά την 1η Μαρτίου είτε στα νησιά, είτε στον Έβρο. Παράλληλα, επιδιώκει «η δυνατότητα επιστροφών από την ενδοχώρα να έχει «αναδρομική ισχύ» και κατ’ επέκταση να μπορούν να επιστρέψουν στην Τουρκία και όσοι έχουν έρθει τα προηγούμενα χρόνια, ακόμα και αν δεν βρίσκονται στα νησιά, σε αντίθεση με όσα ισχύουν σήμερα.
Επίσης, τίθεται από ελληνικής πλευράς, η Frontex να πραγματοποιεί περιπολίες από κοινού με τις τουρκικές αρχές στα τουρκικά παράλια και την ακτογραμμή ώστε να εμποδίζει τις βάρκες των διακινητών να ξεκινούν από τα παράλια με προορισμό τα νησιά του Αιγαίου. Η κυβέρνηση, εφόσον υπάρξει έμπρακτη απόδειξη από την τουρκική πλευρά για αλλαγή στάσης, δεν είναι αρνητική στην χρηματοδότηση της Τουρκίας για την συμβολή της στην αντιμετώπιση της μεταναστευτική κρίσης. Θέτοντας όμως μια πολύ αυστηρή προϋπόθεση. Η εκταμίευση των κονδυλίων που θα αποφασιστεί να διατεθούν στην Άγκυρα να γίνεται υπό τον όρο της αυστηρής τήρησης των συμφωνηθέντων. «Να παίρνει χρήματα μόνον εφόσον τηρεί τις δεσμεύσεις που θα αναλάβει», όπως σημείωνε αρμόδια πηγή.
Σήμερα ο Πρωθυπουργός θα μεταβεί στην Βιέννη, όπου θα συζητήσει το μεταναστευτικό με τον αυστριακό Καγκελάριο Σεμπάστιαν Κουρτς.