Κατανοητή και ερμηνεύσιμη η προσπάθεια της κυβέρνησης να απεικονίζει τις επερχόμενες εκλογές με χρώματα γενικών εκλογών (που απέχουν 3 χρόνια…) για να συσπειρώσει την πλειοψηφία του εκλογικού σώματος που την εμπιστεύθηκε με σχεδόν 41% το 2023.
Αξίζει, όμως, να αναρωτηθεί κανείς αν αυτός ο σχεδιασμός την ευνοεί, τελικά, ή αν αντίθετα θα ενισχύσει τα όποια επιχειρήματα εκείνων που ποντάρουν στο αποτέλεσμα της ευρωκάλπης για να ισχυρισθούν ότι ο Μητσοτάκης έχει χάσει την πολιτική κυριαρχία του, άρα… «δικαιούνται» να ζητούν την απομάκρυνσή του (πώς;) από την εξουσία.
Πάντα οι ευρωεκλογές ήταν πολύ πιο «χαλαρές» από τις βουλευτικές, προσφερόμενες για έκφραση δυσαρέσκειας, παραπόνων, γκρίνιας και προειδοποίησης. Και τούτες που έρχονται, είναι πιθανόν να αποτελέσουν πρόσφορο έδαφος για κάτι τέτοιο, λόγω των σωρευμένων προβλημάτων, της επικαιρότητας, της πολιτικής συγκυρίας. Αποτελεί, όμως, στοιχείο προβληματισμού το γεγονός ότι τα πυρά των αντιπολιτευόμενων κομμάτων (συλλήβδην…) δεν είναι τόσο ο απολογισμός του μέχρι σήμερα έργου της δεύτερης κυβέρνησης Μητσοτάκη, αλλά… ο ίδιος ο Μητσοτάκης!
Ομόσταυλο στοιχείο προβληματισμού και σκέψης, αποτελεί επίσης το γεγονός ότι όχι μόνο ο πρωθυπουργός χαίρει δημοτικότητας και εμπιστοσύνης για την διακυβέρνηση της χώρας σε ποσοστό μεγαλύτερο από αυτό που εμφανίζει η ΝΔ στις δημοσκοπήσεις, αλλά και ότι κρίνεται (διακομματικά, δε!) ως ο καταλληλότερος για αυτή την αποστολή! Η γκρίνια γκρίνια, αλλά όταν καλείται κανείς να κρίνει «αν όχι αυτός, ποιός;», το κλίμα αλλάζει. Να φωνάζουμε μεν, αλλά να έχουμε και την ησυχία μας, δε…
Η σημερινή κυβέρνηση, έχει μπροστά της τρία γεμάτα χρόνια για να υλοποιήσει το πρόγραμμά της, να το εμπλουτίσει ή διορθώσει, να κάνει όσα δεν έκανε από το 2019 (σε συνθήκες διαρκούς και πολυεπίπεδης κρίσης), ενδεχομένως να ανατάξει τις προτεραιότητές, να ανασυγκροτηθεί οργανωτικά (και τα «επιτελικά» σχήματα χρήζουν αναθεώρησης…), και να σηκώσει τα μανίκια της. Χρόνος υπάρχει πολύς μετά τις όποιες εντυπώσεις δημιουργηθούν από τα ευρωαποτελέσματα, που νομοτελειακά θα ξεθωριάσουν.
Το βέβαιο είναι ότι η κυβέρνηση δεν έχει έναν συγκεκριμένο βασικό αντίπαλο. Έχει όμως… πολλούς «σκόρπιους» και διαφορετικών στόχων και κινήτρων. Κι’ αυτό συνιστά κι πρόβλημα αλλά και πρόκληση. Σε γενικές γραμμές, στην πλειοψηφία τους, τα κόμματα και τα κομματίδια που συγκροτούν την συνολική αντιπολίτευση εμφανίζονται στις παρούσες συγκυρίες περισσότερο να συγκροτούν ένα κίνημα «αντί», αγανακτισμένων, ένα άθροισμα που αδυνατεί να γίνει σύνολο και το μόνο που τα συνδέει χαρακτηριστικά, είναι ο αντισυστημισμός τους, η γενική και αόριστη άρνηση, η πίστη στην… αδράνεια και τον κακώς εννοούμενο ακραίο και αντιπαραγωγικό συντηρητισμό. Το καθένα από μόνο του, δεν συνιστά κίνδυνο, αλλά αν προσθέσει κανείς την σημερινή δημοσκοπική τους δύναμη μπορεί τελικά στις ευρωεκλογές να αποδειχθούν επικίνδυνα.
Τούτη την ώρα, κυριότερος αρνητής της κανονικότητας και… παράφρων μεταβλητή των εξελίξεων και των πολιτικών προοπτικών (τουλάχιστον μέχρι τις ευρωεκλογές) είναι ο ΣΥΡΙΖΑ… του Κασσελάκη! Ο εξ ουρανού εκπεσών νέος ηγέτης του κόμματος, είναι ένα φαινόμενο (όπως και αν το αξιολογεί καθείς) της μεταπολιτικής μόδας που απλώνεται παγκοσμίως. Από «καλαμπούρι» και… αξιοθέατο, απέδειξε ότι με τις αποκλειστικά επικοινωνιακού χαρακτήρα και άνευ ουσιαστικού περιεχομένου «παρεμβάσεις» του, γοητεύει ένα (νεανικό, απολιτικό και γενικά αδιάφορο), που απομένει ν’ αποδειχθεί αν θα πάει να ψηφίσει στις ευρωεκλογές , αλλά καταγράφεται δημοσκοπικά. Κανείς δεν γνωρίζει (πιθανότατα ούτε καν ο ίδιος ή οι στενοί του συνεργάτες) ποιο είναι το πολιτικό του σχέδιο για να αναλάβει την διακυβέρνηση της χώρας που θεωρεί… εξασφαλισμένη, το πιθανότερο είναι ότι λίγοι θα τον επιλέξουν στις βουλευτικές εκλογές όταν διεξαχθούν, αλλά προευρωεκλογικά και δημοσκοπικά τις εντυπώσεις και τις όποιες εξ αυτών ζημιές, τις προκαλεί. Τουλάχιστον προσώρας…
Το ΠΑΣΟΚ (του κ. Ανδρουλάκη…) δεν δείχνει να καταφέρνει να πάρει κεφάλι για την δεύτερη θέση, παρά την απείρως σοβαρότερη στάση που τηρεί από τον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι κόμμα και με στελέχη ικανά, και με αρχές και πρόγραμμα (παρά τις ενίοτε παλινωδίες του), αλλά πιθανότατα αντιμετωπίζει πρόβλημα συσπείρωσης υπό τον αρχηγό του.
Μόνος σταθερά ανερχόμενος (και επικίνδυνος, γιατί απευθύνεται σε συγκεκριμένο ακραία δεξιό και εθνικιστικό κοινό, εξ ου και προσελκύει δημοσκόπηση την δημοσκόπηση «πελάτες» από τα άλλα ακραία δεξιά κόμματα) η «Ελληνική Λύση» του… αλληλογραφούντος με τον Ιησού κ. Βελόπουλου. Περίπτωση που χρήζει ανησυχίας και προσοχής, γιατί είναι λαϊκιστής ακροδεξιός… νέας κοπής αλλά ίδια νοοτροπίας και «πιστεύω», σαν αυτούς που αναπτύσσονται ραγδαία και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
«Ήρεμη δύναμη», συνεπής και προβλέψιμη παρά τις αντιφάσεις της, το ΚΚΕ, που το μόνο που το ενδιαφέρει είναι να διατηρεί και να αυξάνει «λογικά και με μέτρο» την παρουσία του στο Κοινοβούλιο και τους… «αγώνες στους δρόμους», ξέροντας (και ποντάροντας…) πως ποτέ δεν θα κληθεί να κυβερνήσει και να εφαρμόσει τις ιδεοληψίες του στην πράξη. Ζει στον δικό του κόσμο.
Η «Νέα Αριστερά», πασχίζει παρά το βάρος των επιλογών στο παρελθόν και την κυβερνητική «προσφορά» των στελεχών της, και προσδοκά ο αριστεροεπιδέξιος ζογκλέρ αρχηγός του πρώην κόμματός τους να μην καταφέρει να πιάσει το ποσοστό που ελπίζει στις ευρωκάλπες και να τεθεί θέμα αμφισβήτησης της ηγεσίας του, να… αποδιαλυθεί ο ΣΥΡΙΖΑ και να δει τις δικές της δεξαμενές στελεχών και οπαδών να γεμίζουν…
Αυτή είναι η διάταξη του σκηνικού που πρέπει να απασχολήσει τον κ. Μητσοτάκη. Αλλά πρωτίστως, πρέπει να θεωρήσει τις ευρωεκλογές «ενδιάμεσο σταθμό» ενός μεγάλου ακόμη ταξιδιού. Και μόλις το τρένο ξαναξεκινήσει και ο σταθμός μείνει πίσω, οφείλει (και το ξέρει, παρά τις όποιες συντηρητικότερες εισηγήσεις που του γίνονται) να κάνει καλοσχεδιασμένο restart στο σύστημα και ν’ αποδείξει ότι παραμένει αυτός, που πάντα ήταν…