Για τη Νέα Δημοκρατία της Αντιπολίτευσης όλα ήταν απλά. Μια από τις βασικές προεκλογικές δεσμεύσεις της ήταν η αποφασιστικότητα και η αποτελεσματικότητά της στην επίτευξη της δημόσιας ασφάλειας, που σύμφωνα με τον αντισύριζα λαϊκισμό της κινδύνευε σοβαρά.
Μετεκλογικά, όπως αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις, οι πολίτες νοιώθουν έντονη ανησυχία και η ανασφάλεια κυριαρχεί. Το κυβερνητικό αφήγημα αφού πέρασε ‘’θριαμβευτικά’’ από την πλατεία Εξαρχείων και από τις καταλήψεις, έχει καταρρεύσει με πάταγο. Το οργανωμένο έγκλημα σήκωσε κεφάλι, συμβόλαια θανάτου, προστασία, λαθρεμπόριο, στυγερές δολοφονίες, έχουν αρχίσει να φαίνονται ως αναπόσπαστό κομμάτι της άγριας καθημερινότητας μας.
Σε όλα αυτά καμία απάντηση από το οργανωμένο Κράτος.
Τα τμήματα της ΕΛ.ΑΣ. για τη δίωξη και την καταπολέμηση του εγκλήματος, όχι μόνο είναι υποστελεχωμένα, αλλά παράλληλα, αστυνομικοί, ενώ θα μπορούσαν να προσφέρουν ενεργά στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας, απασχολούνται αλλού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η φύλαξη της οικίας του κ. Φουρθιώτη από μισό αστυνομικό τμήμα.
Το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η Κυβέρνηση συνολικά, έχουν άλλες προτεραιότητες. Έχουν προσλάβει 3.000 ειδικούς φρουρούς, εκτός πανελληνίων εξετάσεων και ΑΣΕΠ, οι οποίοι υπηρετούν κυρίως σε νεοσύστατες υπηρεσίες, που αντικείμενό τους έχουν την καταστολή. Επιλέγουν να ενισχύουν διαρκώς παλιά και νέα σώματα καταστολής όπως ΟΔΟΣ, ΔΡΑΣΗ, πανεπιστημιακή αστυνομία κ.α., όταν το έγκλημα στους δρόμους και τις γειτονιές διογκώνεται.
Το περίφημο «Νόμος και Τάξη» της Δεξιάς καμία σχέση δεν έχει με την πραγματική ασφάλεια των πολιτών. Περιορίζεται σε άσκηση κοινωνικής βίας, πάταξης και καταστολής, εναντίων της νεολαίας, των φοιτητών, των απεργών, των διαδηλωτών και ανυποψίαστων πολιτών.
Το έγκλημα στα Γλυκά Νερά, η στυγερή γυναικοκτονία, συγκλόνισε την Ελληνική και όχι μόνο κοινωνία. Είναι ένα αποτρόπαιο έγκλημα που ανέδειξε, για μια φορά ακόμη, την έκταση και την ένταση της ενδοοικογενειακής βίας, αλλά και την άμεση ανάγκη που υπάρχει για να περιοριστεί και να εξαλειφθεί.
Αντίθετα η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως πρώτο βήμα, σχεδίασε και δημιούργησε εντός της ΕΛ.ΑΣ. Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας. Σήμερα, όμως, αυτό περιορίζεται στην απλή καταγραφή περιστατικών και στην τήρηση στατιστικών στοιχείων, αποδυναμώθηκε και φυτοζωεί.
Η δολοφονία της νεαρής μητέρας από το σύζυγό της, έχει πάρει το δρόμο της δικαιοσύνης. Η αποτροπή, όμως, τέτοιων εγκλημάτων, δεν αρκείται σε άχαρες διαπιστώσεις. Πολύ περισσότερο, δεν επιτρέπει την για άλλη μία φορά ανέξοδη, ανεύθυνη και επικίνδυνη στοχοποίηση αλλοδαπών, μεταναστών και προσφύγων. Ξενοφοβική ρατσιστική πρακτική, προς τέρψη του ακροδεξιού ακροατηρίου της Κυβέρνησης. Όσοι εξέφρασαν τέτοιες ρατσιστικές βεβαιότητες και στερεότυπα, αμέσως μετά το στυγερό έγκλημα, οφείλουν να ζητήσουν, τουλάχιστον, συγνώμη και όλοι μαζί να μην επιτρέψουμε να ξανασυμβούν τέτοιες απαράδεκτες συμπεριφορές.
Επιβάλλεται, η συντεταγμένη Πολιτεία να λαμβάνει μέτρα πρόληψης, περιορισμού και αποτροπής τέτοιων στυγερών περιστατικών, ενισχύοντας τις κατάλληλες δομές και υπηρεσίες.
Πέρα από την πρόληψη και αντιμετώπιση των κοινωνικών, οικονομικών και ψυχολογικών παραμέτρων που γεννούν το έγκλημα, απαιτείται η ενίσχυση της αστυνομίας με εξειδικευμένο προσωπικό και η κατάλληλη εκπαίδευση του προσωπικού. Επιπλέον, χρειάζεται πρόληψη, με ουσιαστικές παρεμβάσεις και στοχευμένες εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης της κοινωνίας μας, από τις υπηρεσίες της Πολιτείας. Τα Υπουργεία Παιδείας και Προστασίας του Πολίτη, μπορούν και πρέπει να συμβάλουν ουσιαστικά προς αυτή την κατεύθυνση.
Καθήκον της αστυνομίας είναι η προστασία και η ασφάλεια του πολίτη, που συνδέεται άμεσα με την έγκαιρη πρόληψη, αποτροπή και καταπολέμηση του εγκλήματος. Για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει όχι μόνο να ενισχυθεί το έμψυχο δυναμικό της, αλλά και να κατανεμηθεί ορθά, με συγκεκριμένη προτεραιοποίηση την αντιμετώπιση της βαριάς εγκληματικότητας. Είναι αναγκαία η ύπαρξη μιας αστυνομίας άρτια εκπαιδευμένης στις σύγχρονες απαιτήσεις, με εξειδικευμένο και επιστημονικό προσωπικό, που θα πλαισιώνεται και με την απαραίτητη σύγχρονη υλικοτεχνική υποδομή. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα υπάρξουν τα επιθυμητά αποτελέσματα και θα ενισχυθεί ουσιαστικά το αίσθημα προστασίας και ασφάλειας του πολίτη.
Οφείλει έστω και τώρα η κυβέρνηση με υπευθυνότητα, χωρίς λαϊκισμούς και μεγάλα λόγια, να ζητήσει βοήθεια από την κοινωνία και συναίνεση από κόμματα για την χάραξη μιας Εθνικής αντιεγκληματικής πολιτικής που θα είναι μακροχρόνια και θα ξεπερνά, ως εκ τούτου, τον πολιτικό εκλογικό κύκλο.
Δυστυχώς όμως για να γίνει αυτό η Νέα Δημοκρατία οφείλει να αποκηρύξει για άλλη μία φορά τον αντιπολιτευτικό της λόγο, όπως έγινε και με το ‘’μαξιλάρι’’ των 37 δις και για την Συνθήκη των Πρεσπών και για τόσα άλλα που θα έρθουν στο άμεσο μέλλον.
*Ο Διονύσης Καλαματιανός είναι Βουλευτής Ηλείας, αν. τομεάρχη Προστασίας του Πολίτη της Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ.