Για το Βρετανικό μουσείο, τα Γλυπτά του Παρθενώνα και τον απόηχο της συνάντησης Κυριάκου Μητσοτάκη, Κιρ Στάρμερ μίλησε ο Παύλος Μαρινάκης.
«Η διμερής συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Βρετανό ομόλογό του Κιρ Στάρμερ, μια πολύ σημαντική συνάντηση σε επίπεδο συμβολισμών και κυρίως σε επίπεδο ουσίας, δεν είχε ως κύρια ατζέντα την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα, κορυφαίο αίτημα για την Ελλάδα, διαχρονικό και ξεχωριστό αίτημα. Είχε μια σειρά από άλλα θέματα οικονομικής φύσεως, όπως για το μεταναστατευτικό που εκεί για άλλη μια φορά αποτυπώθηκε η πολύ μεγάλη αξία της επιτυχούς -δεδομένων και των συνθηκών- αντιμετώπισης από την Ελλάδα.
Ως προς το ζήτημα των Γλυπτών, η σημαντική διαβεβαίωση από τον Βρετανό πρωθυπουργό ότι σε περίπτωση συμφωνίας - θυμίζω ότι είναι μια διμερής διαπραγμάτευση με το Βρετανικό Μουσείο- δεν θα σταθεί εμπόδιο η βρετανική κυβέρνηση. Έχει αξία αυτή η διατύπωση. Αλλά δεν χρειάζεται να τρέχουμε, να πανηγυρίζουμε πριν από μια τελική συμφωνία, η οποία όταν έρθει, θα είναι κάτι πολύ σημαντικό. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει κάτι περισσότερο, κάτι νεότερο, δεν υπάρχει κάποια μυστική συνάντηση που έχει γίνει, όπως γράφτηκε» ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, σε συνέντευξή του στον ραδιοφωνικό σταθμό ΣΚΑΪ 100,3.
H Ελλάδα δεν θα απεμπολήσει κανένα δικαίωμα λέει ο Π. Μαρινάκης
Ο κ. Μαρινάκης υπογράμμισε πάντως πως «η Ελλάδα δεν θα απεμπολήσει κανένα δικαίωμα, ούτε πρόκειται να εκχωρήσει κάποια διεκδίκηση».
Κληθείς να σχολιάσει τα γεγονότα στη Νότια Κορέα, ο κ. Μαρινάκης επεσήμανε: «Σίγουρα είναι κάτι που έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να το παρακολουθήσουμε για την ευρύτερη κατάσταση που θα διαμορφωθεί. Η Νότια Κορέα είναι μια δημοκρατία που εξέπεμπε μήνυμα σταθερότητας, είναι κάτι που πρέπει να το παρακολουθήσουμε. Και σίγουρα να μην βιαζόμαστε να γινόμαστε και αναλυτές. Προστέθηκε όμως και αυτό σε ένα παζλ ευρύτερης αστάθειας στη μία μετά την άλλη περιοχή παγκοσμίως».
Για την τροπολογία της αντιπολίτευσης περί φορολόγησης υπερκερδών των τραπεζών σημείωσε: «Θυμάμαι, όταν ήμουν φοιτητής, τη λογική των Γενικών Συνελεύσεων. Αυτό μου θυμίζει το ΠΑΣΟΚ. Δηλαδή, τι πιστεύει ένα κόμμα εν προκειμένω το οποίο έγινε Αξιωματική Αντιπολίτευση, όχι με τον παραδοσιακό τρόπο μέσω εκλογών. Τι κάνει, λοιπόν, το ΠΑΣΟΚ; Και είναι η τρίτη φορά που το βλέπουμε αυτό σε περίπου ενάμιση μήνα. Πιάνει ό,τι πιστεύει ότι θέλει να ακούσει ο κόσμος και λέει ας κάνουμε μια τροπολογία. Χωρίς να το κοστολογεί, χωρίς να βλέπει αν αυτό μπορεί να εφαρμοστεί». Και πρόσθεσε: «Η βάση, λοιπόν, του λαϊκισμού είναι ακριβώς αυτή. Τι πιστεύουμε ότι θέλει να ακούσει ο κόσμος, να το κάνουμε».
Σχετικά με το «όχι» στην έκτακτη φορολόγηση ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξήγησε πως «Πρώτος λόγος είναι γιατί κάτι τέτοιο δεν έχει καμία βάση, βάσει του νέου ρυθμιστικού πλαισίου και τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Απαγορεύεται, αυτό είναι το σωστό ρήμα, να βάλεις μία έκτακτη φορολόγηση και αυτά τα χρήματα που θα πάρεις, 150 εκατομμύρια, πόσα λέει το ΠΑΣΟΚ, να τα δώσεις με μόνιμα χαρακτηριστικά πίσω στους πολίτες. Δεν μπορούμε να το κάνουμε. Ο μόνος τρόπος που μπορείς να αυξήσεις τις δαπάνες σου είναι μέσω μειώσεων φόρων όταν τα παραπάνω έσοδα προκύπτουν από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Κάτι, δηλαδή, που κάνουμε εμείς: Αυξάνουμε τα έσοδα από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και την αύξηση της απασχόλησης, χωρίς να αυξάνουμε φόρους».
Σύμφωνα με τον κ. Μαρινάκη, αυτό που θέλει να πετύχει η κυβέρνηση είναι «πρώτον, να μειωθούν οι προμήθειες προς τους πολίτες. Δηλαδή, να πληρώνουν λιγότερα στις συναλλαγές τους. Ήδη το κάναμε στο IRIS. Επίσης, να αυξηθεί η ρευστότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Μια σειρά από τέτοιες θετικές ειδήσεις προανήγγειλε (o Κ. Χατζηδάκης), συνιστώντας να μην βιαζόμαστε. Μας ενδιαφέρουν οι πολίτες».
Όπως είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, «Ο επιδιωκόμενος στόχος είναι χαμηλότερες προμήθειες χωρίς να διαταραχθεί η αξιοπιστία, η φερεγγυότητα και η πορεία του τραπεζικού συστήματος στη χώρα. Καλύτεροι όροι για στεγαστικά δάνεια, αυξημένα επιτόκια καταθέσεων και ρευστότητα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η υπερφορολόγηση έχει το εντελώς αντίθετο αποτέλεσμα. Όταν πας σε κάποιον και του λες: ρίξε τις προμήθειες, δώσε περισσότερα στον κόσμο, δώσε μια ανάσα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και εγώ θα σου βάλω και φόρο. Όταν πας σε κάποιον και του λες: θα σε φορολογήσω, ενώ δεν μπορείς αυτά τα λεφτά να τα δώσεις στους πολίτες, η πιο λογική αντίδραση ποια θα είναι; Να κάνει τα ανάποδα από αυτά που θέλουμε να κάνουμε. Άρα, το ΠΑΣΟΚ με την τροπολογία του, πρώτον προτείνει κάτι που δεν μπορεί να γίνει στο σύνολό του και, δεύτερον, θα οδηγήσει στο αντίθετο αποτέλεσμα. Αυτό είναι λαϊκισμός».
Ερωτηθείς σχετικά με τη φορολόγηση των τραπεζών, ο κ. Μαρινάκης απάντησε πως «Οι τράπεζες φορολογούνται και με μεγαλύτερο συντελεστή, δεν μειώθηκε ο φορολογικός συντελεστής για τις τράπεζες, όπως για τις υπόλοιπες επιχειρήσεις. Για να θυμίσω ότι η κυβέρνηση αυτή μείωσε τον φορολογικό συντελεστή για τις επιχειρήσεις».
Ο κ. Μαρινάκης επεσήμανε στη συνέχεια για τη λειτουργία της Επιτροπής Ανταγωνισμού ότι «σε επίπεδο προστασίας των καταναλωτών, είτε αυτό έχει να κάνει με τους δανειολήπτες, είτε έχει να κάνει με τους καταναλωτές, για αντιμετώπιση φαινομένων εικονικών εκπτώσεων, για πρώτη φορά ο τόπος έχει μία κυβέρνηση, που από τα πολύ μεγάλα λόγια περνάει στις πράξεις. Σε επίπεδο καταναλωτών έχουμε συστήσει τη ΔΙ.Μ.Ε.Α. (Διυπηρεσιακή Μονάδα Ελέγχου Αγοράς), η οποία κάνει ελέγχους. Στο 10% των ελέγχων διαπιστώνονται προβληματικές, παραβατικές περιπτώσεις και έχουμε αντίστοιχα πρόστιμα. Μόνο τις τελευταίες βδομάδες τα πρόστιμα έφθασαν περίπου τα δύο εκατομμύρια ευρώ και σε μεγάλες αλυσίδες και σε μικρότερα καταστήματα».
Αναφερόμενος στα βαρέα κι ανθυγιεινά στους υγειονομικούς, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ότι «η πρώτη τροπολογία του ΠΑΣΟΚ πρότεινε εγγράφως, ακοστολόγητα, να ενταχθούν όλοι οι υγειονομικοί. Κανείς από την κυβέρνηση, ούτε εσείς νομίζω, ούτε κανείς, δεν είναι της άποψης να μη δώσει μια κυβέρνηση κάτι, ειδικά σε έναν τόσο κρίσιμο κλάδο εργαζομένων και σ' ένα σύνολο ειδικοτήτων νοσηλευτών, γιατρών, αρκεί να μπορεί πλέον να το δώσει και αυτό να μην τινάζει το ΕΣΥ στον αέρα. Το ΕΣΥ έχει μια πολύ μεγάλη ανάγκη στελέχωσης. Έχουμε καταφέρει κι έχουμε αυξήσει το προσωπικό του ΕΣΥ κατά 10% από το 2019, έχουμε αυξήσει τις δαπάνες για το ΕΣΥ κατά 76% και δεν αρκεί απ' ό,τι φαίνεται. Χρειάζεται κι άλλο. Και παρ' όλα αυτά, μια σειρά από προκηρύξεις που βγάζει το υπουργείο Υγείας, δεν καλύπτονται 100%, γι' αυτό και μία από τις δώδεκα παροχές που ψηφίζονται αυτόν τον μήνα από το υπουργείο Οικονομικών, αφορά και τα κίνητρα, αυτά που ανακοίνωσε ο κ. Γεωργιάδης και θα φθάνουν μέχρι και τα 600 ευρώ. Έρχεται, λοιπόν, το ΠΑΣΟΚ και προτείνει μια τροπολογία -αυτό λέγεται "φιάσκο" πολιτικά- που θα οδηγούσε στη διάλυση του ΕΣΥ ή τέλος πάντων στη μαζική φυγή μέχρι 7.000 υπηρετούντων».
Και αντέτεινε: «Εμείς θα ψηφίσουμε, κι ελπίζω μαζί με το ΠΑΣΟΚ, αυτό το οποίο θα έχει κοστολογηθεί. Αυτά είναι χρήματα που θα δοθούν από τον Προϋπολογισμό και ο υπουργός θέλει να δει τον τρόπο με τον οποίον θα εφαρμοστεί για να μην διαταραχθεί η λειτουργία του ΕΣΥ».
Ακολούθως ο κ. Μαρινάκης τόνισε ότι «η κυβέρνηση αυτή έχει μειώσει μαζί με τους έμμεσους, πάνω από 70 φόρους -73 φόρους για την ακρίβεια από το 2019. Κάποιοι έχουν καταργηθεί, συμπεριλαμβανομένων πάνω από είκοσι έμμεσων φόρων. Άρα, ότι ο Μητσοτάκης δεν έχει μειώσει έμμεσους φόρους είναι ένα πολύ μεγάλο ψέμα. Και μάλιστα η αναλογία άμεσων και έμμεσων φόρων που πράγματι ήταν προβληματική στη χώρα μας έχει γίνει καλύτερη υπέρ των άμεσων φόρων. Συγκεκριμένα οι έμμεσοι φόροι στη χώρα μας το 2019 ήταν το 67% και τώρα είναι το 62%. Έμμεσοι φόροι που έχουν μειωθεί, αφορούν τους αγρότες μας, δηλαδή λιπάσματα, ζωοτροφές, αγροτικά μηχανήματα, αλλά και φόροι που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας, όπως τις μεταφορές, προϊόντα σχετιζόμενα με την Υγεία, τον κινηματογράφο και τις σχολές χορού».
«Τι έρχεται και λέει το ΠΑΣΟΚ; Η πρώτη διατύπωση από τον κ. Ανδρουλάκη είναι 2% μείωση ΦΠΑ και βλέπουμε. Χωρίς λοιπές διατυπώσεις περί προϊόντων. Τρία δισ. είναι αυτό. Δεν υπάρχουν τρία δισ. Τρία δισ. που δεν ξέρουμε από που θα τα βρούμε», εξήγησε.
Υπογράμμισε στη συνέχεια πως «πρέπει να ασχοληθούμε παραπάνω με τους συνεπείς, αυτούς που πληρώνουν. Κάποτε πριν από περίπου 10 χρόνια, το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας ήταν πόσο λιγότεροι νέοι θα φύγουν από τη χώρα, δηλαδή να κρατήσουμε κάποιους ανθρώπους και που θα βρει ο κόσμος δουλειά. Τώρα έχουμε καταφέρει και έχουμε δημιουργήσει 500.000 θέσεις εργασίας και το πρόβλημα είναι το αντίθετο, πως θα βρουν εργαζόμενους οι επιχειρήσεις. Εδώ είναι το επόμενο ζήτημα και σ' αυτό πρέπει να σταθούμε. Έχουν ανέβει οι μισθοί, αλλά χρειάζεται περισσότερο και η απάντηση είναι ότι θα ανέβουν».
«Άρα το πρώτο είναι ότι τώρα ευτυχώς συζητάμε για το πώς θα αυξήσουμε κι άλλο τους μισθούς, αλλά δεν συζητάμε για το πώς θα σταματήσει να αιμορραγεί η χώρα μας, γιατί αυτοί οι 500.000 άνθρωποι που βρήκαν δουλειά, αύξησαν και τα έσοδα στο κράτος, χωρίς να αυξηθούν οι φόροι και αυξάνουν έτσι με αυτόν τον τρόπο και τους μισθούς. Γιατί; Γιατί υπάρχει μεγαλύτερος ανταγωνισμός για μία θέση εργασίας. Δεν γίνονται μαγικά τα πράγματα» τόνισε.
Και πρόσθεσε πως «μεταξύ των 12 φοροαπαλλαγών ή ελαφρύνσεων, που προβλέπει το φορολογικό νομοσχέδιο, που ψηφίστηκε στη Βουλή, είναι και η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Είναι μέσα και στον Προϋπολογισμό, γιατί θα εφαρμοστεί με το νέο έτος. Με αυτή τη μείωση μίας μονάδας των ασφαλιστικών εισφορών, φτάνουμε στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Παράλληλα μεταξύ των μειώσεων των φόρων που έχει κάνει η κυβέρνηση αυτή, είναι και η μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων και παράλληλα έχουμε μειώσει και την προκαταβολή φόρου».
Και κατέληξε αναφορικά με τη γραφειοκρατία ότι «ακόμα έχουμε πολλά να κάνουμε, όμως για πρώτη φορά ανακοινώνονται, από το '19 μέχρι σήμερα ψηφιοποιήσεις υπηρεσιών και το κράτος αρχίζει και γίνεται πιο φιλικό. Ο στόχος ποιος είναι; Για τους εργαζόμενους αυτές οι θέσεις εργασίας να είναι όλο και καλύτερα αμειβόμενες, αλλά αυτός που σε έχει πάει από τα 1.046 στα 1.300 μέσο μισθό, μπορεί να σε πάει στα 1.500 με το disclaimer, που είναι πολύ σημαντική επισήμανση του κόστους ζωής. Και σας είπα τι μπορούμε να κάνουμε και τι κάνουμε».
Κληθείς να σχολιάσει την πρόταση του Α. Χαρίτση για Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο κ. Μαρινάκης είπε πως «το πρόβλημα δεν είναι η πρόταση. Δεν φταίει, δηλαδή, ο κ. Ράμμος που κάποιοι τον προτείνουν. Απ' ότι φαίνεται, όμως, δεν είναι αντίθετος με την πρόταση, γιατί όταν λέει ο κ. Χαρίτσης τον έχει ενημερώσει και έχει περάσει τόσο χρονικό διάστημα και δεν έχει βγει, με κάποια έστω διαρροή, ο κ. Ράμμος να πει ότι εγώ δεν ενδιαφέρομαι, αυτό είναι ζήτημα. Νομίζω ότι δεν είναι και το καλύτερο πράγμα στον κόσμο ο πρόεδρος μιας τόσο σημαντικής Αρχής να είναι πρόταση μιας σειράς από πολιτικά πρόσωπα για την Προεδρία της Δημοκρατίας».
Ο κ. Μαρινάκης υπογράμμισε στο σημείο αυτό πως «ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας είναι ο εγγυητής του Πολιτεύματός μας, έχει έναν βαρύ θεσμικό ρόλο, είναι ο πρώτος πολίτης της χώρας. Είναι τεράστιας σημασίας, δεν χρειάζεται να το συζητήσουμε αυτό. Αλλά ο κ. Ράμμος, αυτή τη στιγμή, επιτελεί έναν άλλο ρόλο, όπου είναι ένας ρόλος ελεγκτικός, που πρέπει να είναι αμερόληπτος, που δεν πρέπει να είναι φωνή κανενός κόμματος, προφανώς ούτε της κυβέρνησης, αλλά ούτε και της Αντιπολίτευσης. Και όταν η Αντιπολίτευση κάνει μία πρόταση, μόνο από αυτό δεν σημαίνει ότι «βαραίνει» ένα πρόσωπο».
Κλείνοντας σχετικά με τη δήλωση Τσίπρα επί της εκλογής ΠτΔ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ανέφερε: «Όπως πολύ σωστά είπατε, ίσως στα συμπαθέστατα «χρυσόψαρα» να εκλεγόταν ες αεί πρωθυπουργός ο κ. Τσίπρας. Έχει ρίξει κυβέρνηση, και όχι μόνος του, με ψήφους οι οποίες ήταν ευπρόσδεκτες τότε - να θυμηθούμε έτσι και την πάνω και την κάτω πλατεία - στη διαδικασία του Προέδρου της Δημοκρατίας. Τώρα λέει ότι -είναι σημαντική η μεταστροφή- ορθώς δεν πέφτει μία κυβέρνηση από αυτή τη διαδικασία - που δεν πέφτει. Ο Πρωθυπουργός κλείνει την οποιαδήποτε συζήτηση, η οποία είναι πρόωρη για να προστατεύσει τον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Εγώ θα πω μόνο, επειδή, έστω και έμμεσα, πάλι ονειρεύεται ο κ. Τσίπρας αποστασίες, αστάθεια. Δύο βασικά: Το ένα έχει να κάνει με τον κ. Τσίπρα. Είναι σημαντικό το ότι συνεχίζει και βγαίνει και τοποθετείται, για να θυμόμαστε ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο, ότι η σταθερότητα, μια άλλη πορεία της χώρας, δεν είναι αυτονόητη. Υπάρχουν εδώ αυτοί οι οποίοι επιθυμούν -και δεν είναι μόνο ο κ. Τσίπρας, είναι πολλοί- την επιστροφή στο χάος. Και το δεύτερο που θέλω να πω είναι ότι δεν θα χαρίσουμε, δεν θα εκχωρίσουμε τη σταθερότητα που καταφέραμε, κυρίως με την υπομονή και τους κόπους των πολιτών, για να φτάσουμε στο σημείο, αυτό το οποίο είναι ζητούμενο σχεδόν για την πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών».
ΑΠΕ-ΜΠΕ