Δεν ξέρω ποιο «ένζυμο» λείπει από τον πολιτικό οργανισμό της Μαριέττας Γιαννάκου. Αλλά σε έναν χώρο που έχει το αντανακλαστικό της συμφωνίας με την ηγεσία, της μηχανιστικής αναπαραγωγής απόψεων και επιλογών που υπαγορεύονται άνωθεν, η βουλευτής της ΝΔ και πρώην υπουργός απέχει από την αδελφότητα των yesmen/yeswomen, ακόμα και αν αυτό της στερεί την τοποθέτηση σε θέσεις εξουσίας.
Μοιάζει να είναι ένας δρόμος μοναχικός, μακρύς, αλλά επίμονος για την έμπειρη πολιτικό, που από χθες έγινε η φωνή εναντίον του νομοσχεδίου που προωθεί το υπουργείο Δικαιοσύνης για τη συνεπιμέλεια.
Διαφώνησε με έναν τρόπο χαμηλόφωνο, που την καθιστά μεγαλύτερο πονοκέφαλο για τον υπουργό Κώστα Τσιάρα ακόμα και από τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Διότι η κυρία Γιαννάκου δεν έκανε τη διαφωνία της performance.
«Οι αποφάσεις για το συμφέρον του παιδιού και τα δικαιώματα των γονέων δεν πρέπει να ρυθμίζονται άκαμπτα και οριζόντια με σολομώντειες λύσεις», είπε η κυρία Γιαννάκου, σχολιάζοντας την υποχρεωτική ποσόστωση του χρόνου επικοινωνίας των παιδιών και με τους δύο γονείς, χρόνος ο οποίος οφείλει να εξετάζεται ξεχωριστά σε κάθε περίπτωση, ώστε να μη διαφοροποιείται η ποιότητα του χρόνου που μοιράζεται κάθε γονέας με το παιδί του.
Δεν διαφωνεί με το κόμμα ή την κυβέρνησή της για πρώτη φορά. Λέγεται ότι πρώην πρωθυπουργός είχε πει στον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος την τοποθέτησε στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας, να προσέχει τη Γιαννάκου γιατί «θα είναι η πρώτη που θα στραφεί εναντίον σου». Ωστόσο, δεν έχουμε δει τη Μαριέττα Γιαννάκου να κάνει δηλώσεις, να δίνει συνεντεύξεις, να αρθρογραφεί ανοιχτά εναντίον του Μητσοτάκη και της κυβέρνησης, όπως έχουν κάνει άλλα στελέχη που δεν μπήκαν στην κυβέρνηση και που έχουν διαβατήριο σε τηλεοπτικά πάνελ και ένα μονίμως σε εγρήγορση κοινό ακολούθων στα social media. Η μόνη φράση στην οποία κάθε τόσο επιστρέφει διακριτικά, όταν ερωτηθεί, είναι «αν μου ζητηθεί η γνώμη μου, πρόθυμα θα τη δώσω».
Δεν είναι η πρώτη φορά που ακούστηκε η φωνή της τόσο δυνατά και επίμονα, όσο τώρα στο νομοσχέδιο για τη συνεπιμέλεια. Αντίστοιχα, είχε αντιταχθεί τον Ιανουάριο του 2020 σε άρθρο του υπουργείου Υγείας για τους χώρους εποπτευόμενης χρήσης ναρκωτικών, συμφωνώντας μάλιστα με το ΚΚΕ.
«Αυτό το άρθρο του υπουργείου Υγείας, κύριε υπουργέ, να το βγάλετε από το νομοσχέδιο. Θα συμφωνήσω με το ΚΚΕ. Και όλη η νομοθεσία για τα ναρκωτικά πρέπει να αλλάξει. Είναι ιδεολογικά επικίνδυνη η κατάσταση στη χώρα μας με τον τρόπο που κινείται για τα ναρκωτικά. Οι ΧΕΧ δεν έχουν μελετηθεί στο εξωτερικό για να δούμε τα αποτελέσματά τους. Δεν θα το ψηφίσω αν το κρατήσετε. Θα το καταψηφίσω δημοσίως στην Ολομέλεια», είχε πει τότε.
Η περίπτωση της Μαριέττας Γιαννάκου είναι ξεχωριστή και μάλλον χαρακτηρίζεται από τη μοναξιά (ή την ξεροκεφαλιά, επιμένουν κάποιοι).
Η διαφορετική της άποψη από την επίσημη κυβερνητική γραμμή εκφράζεται με έναν τρόπο κομψό, σχεδόν εσωστρεφή, χωρίς διαρροές σε φίλους δημοσιογράφους, χωρίς υπαινικτικά tweets και κυρίως χωρίς παζάρια για θέσεις και αξιώματα. Θα είχε κάτι το σχεδόν δονκιχωτικό η στάση της τα τελευταία τουλάχιστον δέκα χρόνια, αν δεν στηριζόταν σε μια απoλύτως επιστημονική και βαθιά ορθολογιστική σκέψη που τη χαρακτηρίζει ως άνθρωπο. Ισως επειδή είναι ψυχίατρος, έχει εντρυφήσει, όπως η ίδια λέει, «στην επιστήμη των ματαιώσεων», δεν τρέφεται από την ανάγκη για ηγεσία, δεν κάνει την πολιτική της καριέρα αίτημα. Δεν φοβάται τις ματαιώσεις.
Χωρίς λαρυγγισμούς και στρατηγικά μελετημένες επικοινωνιακές κινήσεις, η Μαριέττα Γιαννάκου μιλά κυρίως στη Βουλή ή μέσω άρθρων. Αποστρέφεται σχεδόν τη διαρκή επίκληση των επικοινωνιακών αναγκών της κυβέρνησης και των πολιτικών της επιλογών. Δεν ταυτίζει την κοινή γνώμη με το κομματικό πελατολόγιο, εκνευρίζεται με τη μη αναγνώριση του λάθους, με τη συνήθεια να παραχώνεται η γκάφα και η αστοχία κάτω από το χαλί της εξουσίας.
«Κάποτε στην πολιτική εθεωρείτο μέγα λάθος να αλλάξεις ρότα ή να αλλάξεις την επιλογή. Τώρα νομίζω είμαστε σε μια εποχή που θεωρείται υγιές. Να αποδεχθείς, δηλαδή, ότι δεν είχες επιτυχία και να λειτουργήσεις κάπως αλλιώς» έλεγε, παλιότερα, στον δημοσιογράφο Νίκο Ζαχαριάδη.
Τι άλλο καθορίζει τη δημόσια ταυτότητα της Μαριέττας Γιαννάκου; Εχει κερδίσει τον σεβασμό από όλα τα κόμματα, χωρίς να τον περιφέρει ως λάφυρο (όταν πέρασε τη μεγάλη περιπέτεια της υγείας της, ο Μανώλης Γλέζος την επισκεπτόταν ακόμα και στην εντατική, όπως και ο Κυριάκος Μητσοτάκης).
Σε μια εποχή που το δίπολο μοιάζει να είναι «τεχνοκράτης ή πολιτικάντης με δεξιότητες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», η Μαριέττα Γιαννάκου θυμίζει τι σημαίνει πολιτικός. Αλλωστε το έκανε πάντα, κόντρα όχι μόνο σε ηγεσίες, αλλά και στον ίδιο της τον εαυτό: όπως όταν έγινε υπουργός Υγείας το 1990 και η πρώτη της απόφαση ήταν να απαγορεύσει το κάπνισμα στις πτήσεις της Ολυμπιακής. Λεπτομέρεια: η ίδια ήταν βαριά καπνίστρια εκείνη την εποχή.
Δεν ξέρω αν η στάση της κυρίας Γιαννάκου στη Βουλή είναι ενοχλητική για την κυβέρνηση. Θα έπρεπε να αποτελεί όμως το λιγότερο ένα ανακουφιστικό ξάφνιασμα απέναντι σε στελέχη που αρκούνται στα repost χωρίς να επενδύουν την προσωπική τους φωνή στο κεντρικό μήνυμα.