Στη δύσκολη εποχή που ζούμε είναι αναγκαίες οι μεταρρυθμίσεις που διευκολύνουν τη ζωή των πολιτών και ενισχύουν το επενδυτικό τοπίο.
Είναι, όμως, επίσης αναγκαία ορισμένα μέτρα -στοχευμένες παρεμβάσεις- ανακούφισης των πολιτών και των επιχειρήσεων, ως βοήθημα για να ξεπεράσουν τις συνεχείς πληθωριστικές πιέσεις. Ακόμη περισσότερο όταν τα μέτρα αυτά δεν έχουν ιδιαίτερο δημοσιονομικό κόστος, όπως στην περίπτωση του Market Pass.
Σε αυτό, όπως και σε πολλά άλλα, αντιτίθεται μια ιδιότυπη πολιτική «ελίτ», που φροντίζει κάθε τόσο να κατακεραυνώνει τους κυβερνώντες ως σπάταλους και λαϊκιστές, προεξοφλώντας για τον εαυτό της περίπου το αλάθητο του Πάπα. Είναι δημόσια πρόσωπα, ως επί το πλείστον ευκατάστατοι και μορφωμένοι, που δεν έχουν για πάνω από μια δεκαετία τολμήσει να αναμετρηθούν με την πραγματικότητα, ζητώντας τη λαϊκή ψήφο. Ορισμένοι δεν το τόλμησαν ποτέ. Προσκολλημένοι -όχι μόνο χρονικά αλλά και πολιτικά- στην εποχή των Μνημονίων, ασκούν δριμύτατη κριτική προς οποιοδήποτε μέτρο έχει χαρακτήρα ανακούφισης προς δοκιμαζόμενα νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Αυτοπροβάλλονται ως «μεταρρυθμιστές», όμως η μόνιμη επωδός τους στις συνήθως πομπώδεις δημόσιες εμφανίσεις τους είναι η εμμονή στα δημοσιονομικά θέματα και ο εξορκισμός κάθε μέτρου στήριξης της κοινωνίας, ειδικά σε μία περίοδο όπου πολίτες κι επιχειρήσεις δοκιμάζονται από την πανδημία και την παγκόσμια οικονομική αστάθεια λόγω της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Για να ξεκαθαρίσουμε μερικά πράγματα: μεταρρύθμιση σημαίνει αλλαγή παραδείγματος, δηλαδή μια δημόσια πολιτική που επιφέρει σοβαρές, ριζικές αναδιαρθρώσεις σε δομές και τρόπο λειτουργίας, παράγοντας αποτελέσματα για την οικονομία και το σύνολο των πολιτών. Παίρνοντας ένα παράδειγμα από τη δημόσια πολιτική υγείας, μπορούμε να πούμε ότι μεταρρύθμιση ήταν η δημιουργία του ΕΣΥ, ή, σε μικρότερη κλίμακα, η ηλεκτρονική συνταγογράφηση. Στον αντίποδα, το clawback για τον περιορισμό της φαρμακευτικής δαπάνης ήταν ένα αναγκαίο πρόσκαιρο μέτρο λόγω αδυναμίας ριζικής μεταρρύθμισης στο χώρο του φαρμάκου. Μεταρρύθμιση ήταν επίσης η δυναμική ανάπτυξη της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης την τελευταία τριετία προς όφελος των πολιτών και της οικονομίας, αλλά και η εφαρμογή της αξιολόγησης στην εκπαίδευση, που, εάν συνεχιστεί, μπορεί να αλλάξει τη λειτουργία των σχολείων.
Η μόνιμη προσκόλληση στη μονοδιάστατη «συνταγή» της λιτότητας δεν είναι, προφανώς, μεταρρύθμιση, όπως οι «πεφωτισμένοι» δημοσιολογούντες θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να υιοθετήσουμε τις πολιτικές της ανεύθυνης δημοσιονομικής σπατάλης του παρελθόντος, που σώρευσαν δεινά στη χώρα και στους πολίτες.
Από την άλλη πλευρά όμως, ακόμα και τα γεράκια της δημοσιονομικής λιτότητας στην Ε.Ε. ξαναθυμήθηκαν τον Keynes για να στηρίξουν τις κοινωνίες και τις οικονομίες των κρατών, εν μέσω πολλαπλών και συνεχιζόμενων κρίσεων. Οι «μεταρρυθμιστές» της λιτότητας κάνουν πως δεν το βλέπουν. Παραγνωρίζουν την κρίσιμη συγκυρία και τα προβλήματα μεγάλου μέρους της κοινωνίας λόγω των εξωγενών παραγόντων που προαναφέραμε.
Τα βέλη της ιδιότυπης αυτής «ελίτ» στόχευσαν πρόσφατα ακόμη και το Market Pass, ένα κυβερνητικό μέτρο στήριξης των ασθενέστερων, αλλά και των μεσαίων στρωμάτων της κοινωνίας και μάλιστα χωρίς δημοσιονομική επιβάρυνση, μια που οι πόροι προέρχονται από τα κέρδη των διυλιστηρίων. Πρόκειται για μια αναδιανεμητική πολιτική που μπορεί να μην καλύπτει όλες τις ανάγκες, ωστόσο, σε συνδυασμό και με άλλα μέτρα όπως το επίδομα θέρμανσης και το καλάθι του νοικοκυριού, συντελεί στη μερική ανακούφιση των νοικοκυριών από την ακρίβεια. Δημόσια και απροκάλυπτα το μέτρο καταγγέλθηκε ως πελατειακό και προεκλογικό και ως δημοσιονομική εκτροπή, παρά το μηδενικό δημοσιονομικό του κόστος!
Ο λαϊκισμός των δήθεν μεταρρυθμιστών συνάντησε τον άκρατο και διχαστικό λαϊκισμό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία αφενός πλειοδότησε, τάζοντας περισσότερα, και αφετέρου κατηγόρησε την κυβέρνηση για προεκλογικές παροχές προς άγραν ψήφων!
Όμως κανένας λαϊκισμός, ούτε αυτός των δήθεν μεταρρυθμιστών, δεν μπορεί να αποτελέσει διέξοδο για τη χώρα και τους πολίτες. Παν μέτρον άριστον: χρειαζόμαστε μέτρο στην κομματική αντιπαράθεση και στην κριτική του αντιπάλου και είναι ανάγκη να περιορίσουμε τον πολιτικαντισμό και την τοξικότητα. Αργά ή γρήγορα, οι κάλπες θα στηθούν πριν τον Ιούλιο του 2023. Οι πολίτες απαιτούν καθαρές κουβέντες, ειλικρινείς εξηγήσεις και βιώσιμες και εφαρμόσιμες προτάσεις πολιτικής για τα προβλήματα των ιδίων και της χώρας. Η ώρα της κοινωνίας των πολιτών να εκφραστεί στην κάλπη πλησιάζει.
*H Εύη Χριστοφιλοπούλου, είναι Επ. Καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης και πρώην υπουργός