H ευρωπαϊκή οικονομία ανακάμπτει ταχύτερα απ' ό,τι προβλεπόταν αρχικά, ωστόσο θα αργήσει να επανέλθει στην αναπτυξιακή τροχιά που είχε βρεθεί πριν από το 2019 και το ξέσπασμα της πανδημίας, επισήμανε, μεταξύ άλλων, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ.
Με την αναφορά αυτή επιχείρησε να εξηγήσει τους λόγους που συνέβαλαν στην απόφαση για περιορισμό των αγορών ομολόγων του προγράμματος ΡΕΡΡ.
Λαγκάρντ: Το Δεκέμβριο θα συζητήσουμε για τα ελληνικά ομόλογα
Η ίδια κράτησε κλειστά τα χαρτιά της για το τι πρόκειται να συμβεί με τα ελληνικά ομόλογα μετά την λήξη του προγράμματος ΡΕΡΡ, τον Μάρτιο του 2022. Χαρακτήρισε άκαιρη και πολύ πρόωρη τη συζήτηση αυτή, αφήνοντας να εννοηθεί ότι οι αποφάσεις για το θέμα θα ληφθούν τον Δεκέμβριο.
Οι σημερινές αποφάσεις δεν επηρέασαν ωστόσο αρνητικά τη δευτερογενή αγορά ομολόγων. Είναι χαρακτηριστικό ότι η απόδοση του 10ετούς ομολόγου υποχώρησε μετά τις ανακοινώσεις στο 0,77% από το 0,87% που είχε κλείσει χθες στην ΗΔΑΤ.
Η ανάκαμψη της οικονομίας αποτυπώνεται στις φθινοπωρινές προβλέψεις της ΕΚΤ, στις οποίες ο πήχης για την αύξηση του ΑΕΠ φέτος ανεβαίνει στο 5%, από το 4,6% που ήταν τον Ιούνιο. Ωστόσο, οι προβλέψεις για το 2022 και το 2023 παρέμειναν αμετάβλητες, στο 4,6% και 2,1%. Οι προβλέψεις αυτές συνέβαλαν στη σημερινή απόφαση του Δ.Σ. να περιορίσει τις μηνιαίες αγορές ομολόγων στο πλαίσιο του προγράμματος ΡΕΡΡ.
Όπως ανέφερε η Κριστίν Λαγκάρντ, το Δ.Σ. της ΕΚΤ αποφάσισε να επιβραδύνει ελαφρώς τον ρυθμό με τον οποίο αγοράζει ομόλογα από την αγορά μέσω του προγράμματος PEPP (πανδημίας), στο οποίο μετέχουν και τα ελληνικά ομόλογα. Αυτό συνεπάγεται ότι η ΕΚΤ θα αγοράζει λιγότερα από 80 δισ. ευρώ τον μήνα, όπως αναφέρεται στην απόφαση. Παράλληλα, η ΕΚΤ θα συνεχίσει τις αγορές ομολόγων μέσω του προγράμματος ΑΡΡ, απορροφώντας 20 δισ. ευρώ τον μήνα.
Παροδικό το πρόβλημα του πληθωρισμού
Η επικεφαλής της ΕΚΤ παραδέχθηκε ότι στην ευρωζώνη υπάρχει πρόβλημα με τον πληθωρισμό, όμως, όπως προκύπτει και από τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Τράπεζας, η άνοδος αυτή θα είναι παροδική και σταδιακή, όπως ανέφερε χαρακτηριστικά η κυρία Λαγκάρντ.
Πιο συγκεκριμένα, οι οικονομολόγοι της ΕΚΤ προβλέπουν ότι φέτος ο πληθωρισμός θα κλείσει στο 2,2% (από 1,9% που ήταν η πρόβλεψη του Ιουνίου), το 2022 θα διαμορφωθεί στο 1,7% από το 1,5%, και το 2023 στο 1,5%.
Λαγκάρντ: Οι αυξήσεις στις τιμές να μη φέρουν αύξηση μισθών
Το μεγάλο στοίχημα, σύμφωνα με την επικεφαλής της ΕΚΤ, είναι η άνοδος αυτή των τιμών να μην έχει δευτερογενείς επιπτώσεις, προκαλώντας πιέσεις για αύξηση των μισθών.
Η ακρίβεια, που ήδη είναι αισθητή σε αρκετές χώρες τής ευρωζώνης, οφείλεται, σύμφωνα με την ίδια, σε μεγάλο βαθμό στο «άνοιγμα της οικονομίας» μετά τα συνεχή lockdown, το οποίο, μεταξύ άλλων, δημιούργησε συνθήκες αυξημένης ζήτησης και προσφοράς για πολλά προϊόντα και υπηρεσίες, στην άνοδο των τιμών των πρώτων υλών και του πετρελαίου, αλλά και στην επαναφορά του ΦΠΑ στη Γερμανία στα προ κρίσεως επίπεδα.