Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συμμετείχε την Τετάρτη σε συζήτηση με τον οικονομολόγο και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Columbia, Τζέφρι Σακς, στο πλαίσιο του συνεδρίου «Athens ESG & Climate Crisis Summit», που διοργανώνει «Η Καθημερινή» στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Τη συζήτηση συντόνισε ο δημοσιογράφος Γιάννης Παλαιολόγος.
Γιάννης Παλαιολόγος: Θα ξεκινήσω με εσάς, κ. Πρωθυπουργέ. Θα ήθελα να σας ρωτήσω για τα σχέδια της Ελλάδας για το κλείσιμο των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής που χρησιμοποιούν άνθρακα έως το 2028. Πρόσφατα δηλώσατε ότι αυτό θα μπορούσε να επισπευσθεί και να ολοκληρωθεί έως το 2025. Ήθελα να σας ρωτήσω που βασίζετε αυτή την αισιοδοξία και σε ποιο βαθμό η τρέχουσα ενεργειακή κρίση, με την τεράστια αύξηση στις τιμές φυσικού αερίου, περιπλέκει το σχεδιασμό σας με δεδομένο ότι το αέριο είναι ένα πολύ σημαντικό μεταβατικό καύσιμο στην πορεία μας προς τις μηδενικές εκπομπές;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Σας ευχαριστώ για αυτή την εισαγωγή. Είναι χαρά που έχω την ευκαιρία να συζητήσω με τον Jeffrey. Θα ήθελα αρχικά να επισημάνω ότι η ελληνική κυβέρνηση αποφάσισε το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων ηλεκτροπαραγωγής τον Σεπτέμβριο του 2019, πριν εκδηλωθεί η πανδημία και πριν προσλάβει μεγαλύτερη δυναμική η επιτάχυνση της απομάκρυνσης από τον άνθρακα, η οποία κατέληξε στη δέσμευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για μείωση των συλλογικών εκπομπών μας κατά 55% έως το 2030. Πρόκειται για μία τολμηρή απόφαση. Θα είναι ο σημαντικότερος παράγοντας στην προσπάθειά μας να μειώσουμε τις εκπομπές μας. Σκοπεύουμε να παραμείνουμε σε αυτό το μονοπάτι, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι επί του παρόντος βιώνουμε σημαντική αναστάτωση στην αγορά φυσικού αερίου.
Φυσικά, το θέμα αυτό θα εξεταστεί στο επίπεδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Γνωρίζετε καλά ότι έχουμε λάβει σημαντικά μέτρα για να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες που θα έχει αυτή η αύξηση στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου, ειδικά για τα ευάλωτα νοικοκυριά. Αλλά δεν πρέπει να χάσουμε τη μεγαλύτερη εικόνα. Πρέπει να είμαστε τολμηροί και φιλόδοξοι, εάν θέλουμε να φτάσουμε τον στόχο μας για μείωση των εκπομπών κατά 55%. Η μείωση της εξάρτησής μας από τον λιγνίτη είναι μια βασική μεταβλητή στην προσπάθεια που καταβάλλει η ελληνική κυβέρνηση, από την οποία θα εκπονηθεί ένα τελικό σχέδιο που θα υποβληθεί στην Επιτροπή, το νέο μας εθνικό σχέδιο για την ενέργεια, το οποίο θα περιλαμβάνει πολύ συγκεκριμένα μέτρα σχετικά με το πώς θα επιτύχουμε αυτόν τον στόχο μέχρι το 2030.
Γιάννης Παλαιολόγος: Κύριε Πρωθυπουργέ, αναφέρατε το «Fit for 55». Ίσως δεν είναι ο ιδανικός τίτλος αλλά, όπως αναφέρατε, αντικατοπτρίζει μία μεγάλη φιλοδοξία, τη μείωση των εκπομπών κατά 55% έως το 2030, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Πόσο περίπλοκη αναμένετε να είναι η προσεχής διαπραγμάτευση, δεδομένων των διαφορετικών συμφερόντων και προσεγγίσεων των 27 κρατών-μελών; Και τι θα προσπαθήσει να διασφαλίσει η Ελλάδα; Και, ειδικότερα, θα ήθελα να μας πείτε για τη νέα πρόταση που παρουσιάσατε με επιστολή σας προς την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αυτό μπορεί να επιτευχθεί στον τομέα της ναυτιλίας, όπου η Ελλάδα, όπως είναι γνωστό, είναι μια παγκόσμια υπερδύναμη και όπου δεν υπάρχει ευρέως διαθέσιμη τεχνολογία για χαμηλές εκπομπές άνθρακα.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Νομίζω ότι η πρόταση που παρουσίασε η Επιτροπή, όπως δήλωσε ο Jeffrey, είναι τολμηρή, φιλόδοξη και ολοκληρωμένη. Επί της αρχής συμφωνούμε με τους φιλόδοξους στόχους και με τα μέσα που προτείνει η Επιτροπή ώστε να επιτευχθεί ο στόχος που θέσαμε με ορίζοντα το 2030. Όντως θεωρώ πως θα είναι μια περίπλοκη συζήτηση στο επίπεδο του Συμβουλίου, κυρίως για πολιτικούς λόγους. Δυστυχώς, οι τρέχουσες ανατιμήσεις στην αγορά του φυσικού αερίου δεν θα διευκολύνουν τη συζήτηση, καθότι πρόκειται για μία μεγάλη και πραγματική ανησυχία. Εάν οι πολίτες, ιδιαίτερα τα ευάλωτα νοικοκυριά, βλέπουν ότι θα πρέπει να επωμιστούν σημαντικό κόστος βραχυπρόθεσμα για την επίτευξη ενός μακροπρόθεσμου στόχου, τότε η κατάσταση δεν θα είναι πολιτικά βιώσιμη.
Γιάννης Παλαιολόγος: Ανησυχείτε βλέποντας πως κάποια κράτη-μέλη προωθούν τις δικές τους θεωρίες ως προς το γιατί έχουμε αυτή την αύξηση στην τιμή της ενέργειας και μήπως αυτό δεν προοιωνίζεται κάτι καλό σε σχέση με τη συναίνεση που επιδιώκετε;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Προφανώς πρόκειται για ένα περίπλοκο πρόβλημα και η απάντηση σχετίζεται με πολλές διαφορετικές μεταβλητές. Δεν υπάρχει μια ενιαία εξήγηση για την αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου. Έχουμε παρατηρήσει σημαντική αύξηση στη ζήτηση και έχουμε παρατηρήσει προβλήματα στο σκέλος της προσφοράς αερίου όσον αφορά τη Δυτική Ευρώπη. Φυσικά, η Ρωσία έχει επίσης διαδραματίσει ρόλο, εκμεταλλευόμενη την τρέχουσα κατάσταση. Νομίζω ότι κατανοούμε αρκετά καλά τι συμβαίνει. Αυτό που δεν είναι σαφές είναι πώς θα αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα. Μία από τις ιδέες που έχουν προταθεί από την Ιταλία αλλά και από την Ελλάδα, είναι να εξετάσουμε την ιδέα αγοράς φυσικού αερίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο, να συγκροτήσουμε έτσι ένα είδος μονοψωνίου που θα έχει αυξημένη αγοραστική δύναμη έναντι των μεγάλων προμηθευτών αερίου.
Αλλά ένα σημαντικό στοιχείο, το οποίο ασφαλώς σχετίζεται έντονα με τη γεωπολιτική διάσταση στην περιοχή, είναι το πώς μπορούμε να βρούμε διαφορετικές πηγές για τον εφοδιασμό με φυσικό αέριο; Συνεπώς, αυτό που συμβαίνει στην Ανατολική Μεσόγειο αφορά ιδιαίτερα την Ευρώπη. Όχι μόνο επειδή η Ευρώπη πρέπει να σταθεί στο πλευρό δύο κρατών-μελών των οποίων τα κυριαρχικά δικαιώματα παραβιάζονται από την Τουρκία. Η κατάσταση στην περιοχή αφορά την Ευρώπη διότι η Ανατολική Μεσόγειος -αναφέρομαι στην Κύπρο, στο Ισραήλ, στην Αίγυπτο- θα πρέπει να αποτελέσουν μια νέα πηγή φυσικού αερίου για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και ένα μεγάλο τμήμα του έργου που επιτελείται στο πλαίσιο του Φόρουμ Φυσικού Αερίου της Ανατολικής Μεσογείου (EMGF) προσανατολίζεται ακριβώς στη διασφάλιση ότι έχουμε εναλλακτική πηγή, σχετικά φθηνού, φυσικού αερίου.
Επιστρέφοντας στο ερώτημά σας. Υπάρχουν διάφορες χώρες που έχουν πολύ συγκεκριμένα προβλήματα, έντονη εξάρτηση από τον άνθρακα, όπως η Πολωνία για παράδειγμα. Αλλά για να μπορέσουμε να απεξαρτηθούμε από τον άνθρακα θα πρέπει να είμαστε σε θέση να καταρτίσουμε ένα συνεκτικό σχέδιο που θα πείσει τους κατοίκους των λιγνιτοπαραγωγών περιοχών ότι υπάρχει ένα καλύτερο μέλλον μετά τον άνθρακα. Αυτό ακριβώς προσπαθούμε να κάνουμε και με το σχέδιό μας για τη Δυτική Μακεδονία και την Πτολεμαΐδα. Κινητοποιούμε περίπου 5 δισεκατομμύρια ευρώ σε πόρους για να δημιουργήσουμε ένα καλύτερο μέλλον για αυτούς τους ανθρώπους, αλλά και για να εξηγήσουμε ότι οι θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν στην εποχή μετά τον λιγνίτη θα είναι καλύτερα αμειβόμενες και πιο βιώσιμες από αυτές που έχουν σήμερα.
Επομένως, είναι αδύνατον να κερδίσουμε αυτή τη μάχη εάν δεν απευθυνθούμε στην καρδιά και το μυαλό αυτών των ανθρώπων. Και για να γίνει αυτό, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η δραματική αύξηση της τιμής του φυσικού αερίου που παρατηρούμε αυτή την περίοδο δεν θα μεταφραστεί σε σημαντικές αυξήσεις στο κόστος του ρεύματος και της θέρμανσης. Διαφορετικά, ενδέχεται να δούμε ένα υπερενισχυμένο κίνημα “κίτρινων γιλέκων” σε όλη την Ευρώπη. Κάτι που θα έκανε το πολιτικό μας έργο για την προώθηση της ιδέας και των προτάσεων του «Fit for 55» πολύ πιο περίπλοκο.
Τώρα, όσον αφορά τη ναυτιλία. Φυσικά και μας αφορά ως χώρα το ζήτημα της ναυτιλίας, καθώς ελέγχουμε πάνω από το 50% του εμπορικού στόλου σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έστειλα μία επιστολή προς την Πρόεδρο της Επιτροπής όπου παρέθεσα τις θέσεις μας σε ό,τι αφορά τη ναυτιλία. Πιστεύω ότι οι Έλληνες εφοπλιστές θα πρέπει να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της καινοτομίας και της έρευνας αλλά ταυτόχρονα θα πρέπει να χρηματοδοτήσουν τις νέες τεχνολογίες που θα οδηγήσουν στη σταδιακή απεξάρτηση της ναυτιλίας από πηγές ενέργειας με βάση τον άνθρακα. Δεν γνωρίζουμε ποια θα είναι η απάντηση, αλλά οι εφοπλιστές μας -και βλέπω πολλούς από αυτούς στο κοινό σήμερα - ήταν πάντα καινοτόμοι, αλλά θα πρέπει να καινοτομήσουν και σε νέες τεχνολογίες γύρω από τη ναυτιλία.
Άρα, η ίδρυση ενός ερευνητικού κέντρου ή ενδεχομένως και ενός ταμείου που θα επενδύει σε καινοτόμες ιδέες γύρω από την απεξάρτηση της ναυτιλίας από πηγές με βάση τον άνθρακα είναι κατά τη γνώμη μου μια λογική προσέγγιση από την πλευρά της ελληνικής ναυτιλίας. Υπάρχουν επίσης πιο τεχνικά ζητήματα σχετικά το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών (ETS), τις άδειες, αλλά και ερωτήματα για το εάν το κόστος θα πρέπει να βαραίνει τον πλοιοκτήτη ή τον διαχειριστή. Το δικό μου επιχείρημα είναι πως όπως και αν γίνει αυτή η κατανομή, θα πρέπει να συνυπολογίσουμε το σημαντικό ρόλο που διαδραματίζει η ελληνική ναυτιλία σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Επομένως, θέλουμε να είμαστε πρωτοπόροι σε αυτή τη συζήτηση δίχως να το κάνουμε «αμυντικά»: αναγνωρίζοντας το πρόβλημα, αναγνωρίζοντας ότι, όντως, η ναυτιλία ευθύνεται για το 3% των συνολικών εκπομπών. Ταυτόχρονα, όμως, θα πρέπει να αναλάβουμε το μερίδιο που μας αναλογεί, θα πρέπει να καινοτομήσουμε σε τεχνολογικό επίπεδο, να συνεργαστούμε με τους μεγάλους παίκτες, τους μεγάλους κατασκευαστές κινητήρων, τα μεγάλα ναυπηγεία. Πραγματικά μπορούμε να γίνουμε πολύ πιο παραγωγικοί και εποικοδομητικοί εάν υιοθετήσουμε αυτή την προσέγγιση ως ελληνική ναυτιλιακή βιομηχανία.
Γιάννης Παλαιολόγος: Και είστε πεπεισμένος ότι η ελληνική ναυτιλιακή κοινότητα είναι σύμφωνη, αλλά και πρόθυμη να επωμιστεί το αναπόφευκτο κόστος; Κάποιοι υποστηρίζουν πως μέχρι πρόσφατα έχει αντισταθεί στις απαραίτητες αλλαγές.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Εξαρτάται. Οι εφοπλιστές μας έχουν υπάρξει καινοτόμοι. Θυμάμαι ακόμα ότι βρισκόμασταν στην πρώτη γραμμή με τα πετρελαιοφόρα διπλού κύτους μετά την περιβαλλοντική καταστροφή που προκάλεσε Exxon Valdez. Είμαι απολύτως πεπεισμένος ότι οι εφοπλιστές μας θα ανταποκριθούν σε αυτή την πρόκληση. Και δεδομένου ότι δεν γνωρίζουμε ποια θα είναι η απάντηση, πρέπει να διασφαλίσουμε ότι διατηρούμε ανοιχτές τις επιλογές μας. Αλλά αυτό που εγώ δεν θα δεχτώ, ως Πρωθυπουργός της Ελλάδας, είναι να μην συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι το αποτύπωμα της ναυτιλίας μας είναι σημαντικά υψηλότερο σε σύγκριση με τη συμβολή μας στο ευρωπαϊκό ΑΕΠ. Οπότε αυτό πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη.
Γιάννης Παλαιολόγος: Κύριε Πρωθυπουργέ, τον περασμένο μήνα, στη Μασσαλία, ανακοινώσατε μια σειρά στόχων, ως τμήμα της συνεισφοράς της Ελλάδας στο project «Μεσόγειος: Μία υποδειγματική θάλασσα έως το 2030». Ήθελα να σας ρωτήσω πόσο επείγουσα είναι η ανάληψη δράσης στη Μεσόγειο. Σε τι βαθμό κατανοούν και άλλες χώρες της περιοχής ότι πρόκειται για επείγουσα ανάγκη. Πότε θα ολοκληρώσει η Ελλάδα το θαλάσσιο χωροταξικό της σχεδιασμό, που επιβάλλεται και από Οδηγία της ΕΕ; Είναι κάτι που πρέπει να περιμένουμε σύντομα;
Κυριάκος Μητσοτάκης: Η απάντηση είναι ναι, για πολύ προφανείς λόγους. Υπάρχουν πολύ σημαντικά ζητήματα σε σχέση με τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό που θα πρέπει να επιλυθούν. Θα σας δώσω μόνο δύο παραδείγματα, τα οποία νομίζω ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικά. Το πρώτο έχει να κάνει με την ιχθυοκαλλιέργεια, η οποία είναι μια πολύ δυναμική βιομηχανία. Πιστεύω ακράδαντα ότι τα ψάρια θα διαδραματίσουν μεγαλύτερο ρόλο ως υποκατάστατο του κρέατος στις πρωτεϊνικές τροφές. Αλλά πρέπει να είναι κανείς πολύ ξεκάθαρος ως προς το πού θα δοθούν οι άδειες για ιχθυοτροφεία, για νέες εγκαταστάσεις ιχθυοκαλλιέργειας.
Η Ελλάδα έχει ακτογραμμή που υπερβαίνει τα 14.000 χιλιόμετρα σε μάκρος. Θα πρέπει να υπάρχει τρόπος να διασφαλιστεί ότι η ιχθυοκαλλιέργεια θα συνυπάρχει με τον τουρισμό και άλλες σημαντικές δραστηριότητες που σχετίζονται με τη θάλασσα. Μία δεύτερη πτυχή του χωροταξικού σχεδιασμού σχετίζεται με την υπεράκτια αιολική ενέργεια. Ο Jeffrey το ανέφερε. Έχουμε σημαντικές προοπτικές όσον αφορά την υπεράκτια αιολική ενέργεια. Πρόκειται για μια πολύ περίπλοκη άσκηση καθώς θα πρέπει να συνυπολογιστούν διάφορα θέματα, όχι μόνο το πού πνέουν ισχυροί άνεμοι, αυτό το γνωρίζουμε πολύ καλά. Θα πρέπει να συνυπολογίσουμε και τις θαλάσσιες ακτοπλοϊκές διαδρομές όπως και ζητήματα συνδεσιμότητας, τα οποία είναι ιδιαίτερα σημαντικά.
Αλλά είμαστε σχεδόν έτοιμοι να θέσουμε προς δημόσια διαβούλευση ένα νόμο σχετικά με την υπεράκτια αιολική ενέργεια, και πιο συγκεκριμένα το νομικό πλαίσιο προκειμένου να μπορέσουμε να την αξιοποιήσουμε. Και στόχος μου, Jeff, θα ήταν να έχουμε τουλάχιστον 2 GW υπεράκτιας αιολικής ενέργειας έως το 2029, 2030. Θέλουμε μάλιστα να καινοτομήσουμε σε ζητήματα που σχετίζονται με το θεσμικό πλαίσιο γύρω από την υπεράκτια αιολική ενέργεια. Και αυτό θα καθίσταται όλο και πιο σημαντικό καθώς θα δυσκολευόμαστε να βρούμε τις χερσαίες εκτάσεις για μονάδες αιολικής ενέργειας. Οι περισσότερες κατάλληλες εκτάσεις είναι ήδη κατειλημμένες. Αλλά εξετάζοντας τα μακροπρόθεσμα μας σχέδια, τουλάχιστον μέχρι το 2030, είμαι σίγουρος ότι θα καταφέρουμε να φτάσουμε τους στόχους μας για τη συνεισφορά της αιολικής ενέργειας.
Το τελευταίο σημείο σχετικά με τις θάλασσές μας έχει να κάνει με την προστασία των ιχθυαποθεμάτων. Αυτό είναι καθοριστικής σημασίας για προφανείς λόγους. Τα ιχθυαποθέματά μας εξαντλούνται λόγω της συστηματικής υπεραλίευσης. Όπως γνωρίζετε, έχουμε λάβει τη δύσκολη απόφαση να περιορίσουμε μερικές από τις πιο επιθετικές ή επιβλαβείς μορφές αλιείας που πραγματικά καταστρέφουν το θαλάσσιο οικοσύστημα. Αλλά πρέπει να προχωρήσουμε περαιτέρω.
Δεσμευτήκαμε ότι μέχρι το 2030 θα θέλαμε το 10% των θαλασσών μας να είναι ζώνες όπου θα απαγορεύεται η αλιεία. Αυτό σημαίνει ότι δεν επιτρέπεται καμία αλιευτική δραστηριότητα. Προφανώς, κάτι τέτοιο είναι περίπλοκο. Θα χρειαστεί η κατάλληλη επίβλεψη, αλλά είναι επίσης κάτι που πρέπει να κάνουμε σε συνεργασία με γειτονικές χώρες. Είχα αυτή τη συζήτηση με τον Mario Draghi για το ενδεχόμενο να συνεργαστούμε με την Ιταλία για να ξεκινήσουμε αυτό το έργο στην Αδριατική, καθώς χρειαζόμαστε τη συνεργασία των γειτονικών χωρών. Ποιος ξέρει, ίσως σε κάποιο σημείο να μπορέσουμε να συνεργαστούμε και με την Τουρκία σε αυτό το θέμα, αντί να χρειάζεται να αντιμετωπίζουμε τις παραβιάσεις της Τουρκίας στα χωρικά μας ύδατα και να εμπλεκόμαστε σε όλες αυτές τις διαμάχες γύρω από την αλιεία.
Θα ήταν πιθανώς πιο εποικοδομητικό εάν καθόμασταν να λάβουμε αποφάσεις ως γειτονικές χώρες προσδιορίζοντας τις ζώνες όπου θα απαγορεύεται η αλιευτική δραστηριότητα. Στην πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει είναι πως η ποσότητα ιχθύων που αναπαράγεται, με πολύ γρήγορους ρυθμούς, στις ζώνες όπου απαγορεύεται η αλιεία είναι αρκετή ώστε να αντισταθμίσει την απώλεια αλιευτικής δραστηριότητας στις ζώνες αυτές. Είμαι υπέρμαχος της ιδέας πως αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο θα πρέπει να κινηθούμε, πρόθυμοι να συνεργαστούμε με τις γειτονικές χώρες που ενδιαφέρονται να το κάνουν το ίδιο, αλλά και απόλυτα προσηλωμένοι στην ιδέα ότι μπορούμε να το κάνουμε και μόνοι μας εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων.
Ένα τελευταίο σημείο, μια απάντηση σε αυτό που ο Jeffrey είπε σχετικά με τη δύναμη του ήλιου. Ναι, νομίζω ότι αν εξετάσουμε το μείγμα ηλιακής και αιολικής ενέργειας, χρειαζόμαστε και τα δύο. Νομίζω, όμως, ότι η υπεράκτια αιολική ενέργεια και οι φιλόδοξες δράσεις για την ηλιακή ενέργεια πρόκειται να οδηγήσουν στην ταχεία διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο μέλλον. Και μιλώντας για το δίκτυο, ανακοινώσαμε χθες μια συμφωνία με την Αίγυπτο για τη διασύνδεση Αιγύπτου και Ελλάδας. Αυτό είναι έχει πολύ μεγάλη σημασία, είναι ένα κρίσιμο ζήτημα για τη σταθερότητα του ευρωπαϊκού δικτύου. Η Αίγυπτος έχει πολύ μεγάλες εκτάσεις που είναι ουσιαστικά έρημος και δεν υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά τη χρήση της γης. Μπορεί να παράγει ηλιακή ενέργεια, πιθανώς ακόμα φθηνότερα συγκριτικά με την Ελλάδα.
Η ηλιακή ενέργεια θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή υδρογόνου, αλλά σίγουρα η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται στην Αίγυπτο πρέπει να βρει το δρόμο της προς το ευρωπαϊκό δίκτυο. Αυτό το έργο θα προχωρήσει. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η συμφωνία που κάναμε με την Αίγυπτο όσον αφορά την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη είναι γεωπολιτικά τόσο σημαντική. Δεν χρειάζεται να ρωτήσουμε κανέναν εάν μπορούμε να διασυνδέσουμε το δίκτυό μας με την Αίγυπτο. Και ελπίζω ότι τέτοιου τύπου project θα λάβουν και μεγαλύτερη ευρωπαϊκή στήριξη. Είναι, άλλωστε, απολύτως απαραίτητα για το μέλλον του ευρωπαϊκού δικτύου μας.
Τζέφρι Σακς: Ανάγκη για ισχυρό περιφερειακό δίκτυο
Την ανάγκη για διεθνή συνεργασία στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της ενεργειακής μετάβασης υπογράμμισε ο Τζέφρι Σακς, University Professor and Director of the Center for Sustainable Development at Columbia University, President of the UN Sustainable Development Solutions Network, Chair of the Lancet COVID-19 Commission. Στο fireside chat που είχε με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, αναφερόμενος στην περίπτωση της Ευρώπης ο καθηγητής είπε πως απαιτείται η συγκρότηση ενός ισχυρού περιφερειακού δικτύου, που θα περιλαμβάνει την Ε.Ε., τα Βαλκάνια, αλλά και χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Δήλωσε «περισσότερο από ικανοποιημένος» από την πολιτική της Ευρώπης. «Πρόκειται για μία περιεκτική στρατηγική που αφορά την ψηφιοποίηση, την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητα» είπε και εξέφρασε την εκτίμηση ότι θα έχει και διπλωματικό αντίκτυπο, επηρεάζοντας την πολιτική και άλλων χωρών.
Ήδη όπως είπε βλέπουμε πρόοδο στην Κίνα, ενώ έχει δεσμευθεί να απεξαρτηθεί από τον άνθρακα η Ρωσία. Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η Νότια Κορέα. Ωστόσο υπάρχουν ακόμη χώρες, όπως η Αυστραλία, η Ινδία και η Σαουδική Αραβία, που είναι άγνωστο τι στάση θα τηρήσουν στην COP26, εξήγησε. Τόνισε δε πως συνολικά οι πλούσιες χώρες έχουν αποτύχει στη δέσμευσή τους για χρηματοδότηση των αναπτυσσόμενων χωρών, με στόχο ταχύτερα βήματα στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.
Όσον αφορά στις ΗΠΑ, τόνισε πως παρά τους φιλόδοξους στόχους του Τζο Μπάιντεν, τα βήματα είναι πολύ αργά. Υπάρχει όπως εξήγησε ένα πολύ ισχυρό επιχειρηματικό λόμπι, το οποίο επηρεάζει και το Κογκρέσο με αποτέλεσμα τα πράγματα να προχωρούν αργά ακόμη και όταν ο πρόεδρος της χώρας θέλει αλλαγές.
«Το αμερικανικό πολιτικό σύστημα είναι σε κρίση» σημείωσε και πρόσθεσε ότι πρέπει να ανεξαρτητοποιηθεί από τις φωνές που ζητούν να αφήσουν εκτός σχεδίων το λεγόμενο Green Deal. Σχολίασε δε ότι «το κοινοβουλευτικό σύστημα έχει μάλλον πλεονέκτημα έναντι του αμερικανικού προεδρικού σε τέτοια ζητήματα».
Τόνισε επίσης ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να εγκαταλείψουν τη «νευρωτική», όπως τη χαρακτήρισε, στάση έναντι της Κίνας και να αντιληφθούν ότι στην αντιμετώπιση τόσο σοβαρών ζητημάτων όπως η κλιματική αλλαγή χρειάζεται συνεργασία με όλες τις χώρες και όχι πολιτικές που κινούνται με γνώμονα την επιδίωξη «να είμαστε πρώτοι σε όλα».