Ο ευρωβουλευτής της ΝΔ Στέλιος Κυμπουρόπουλος σε άρθρο του στο iefimerida με αφορμή την Πρωτομαγιά μιλάει για τις νέες προκλήσεις της Εργασίας στην Ψηφιακή Εποχή.
Έχω αγωνισθεί πολύ για να αποκτήσω τον τίτλο του επιστήμονα και στην πορεία έμαθα να αναγνωρίζω το βάθος των άλλων επιστημών.
Τα οικονομικά της εργασίας αποτελούν μια γοητευτική, αυτοτελή επιστήμη την οποία μελετώ, διαπιστώνοντας τα ευεργετικά αποτελέσματα της γνώσης της στην ευημερία της συνανθρώπων μου, αφού συμμετέχω στην Επιτροπή Εργασίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Οι εργασιακές ανάγκες αλλάζουν διαρκώς. Αλλά πως και με τι συνέπειες και τι ρυθμούς; Η ταχύτητα, ανταγωνιστικότητα, ευελιξία της εργασίας και η ψηφιακή οικονομία είναι προκλήσεις που παρουσιάζονται σήμερα για τους εργαζομένους. Οι προκλήσεις αυτές παρουσιάζονται ως συνέπεια της εξέλιξης της παγκόσμιας οικονομίας και των κοινωνικών αλλαγών αλλά και αποτελούν και ευκαιρίες.
Ευκαιρία για περισσότερες ευκαιρίες εργασίας για όλους, ευκαιρία για ποιοτικότερη εργασία σε ένα φιλικότερο εργασιακό περιβάλλον, ευκαιρία για καλύτερες αμοιβές. Η αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων και η εκμετάλλευση των ευκαιριών στην αγορά εργασίας επιτάσσει την αγαστή και μακροχρόνια συνεργασία όλων των κοινωνικών εταιρών (κυβέρνησης, εργοδοτών, εργαζομένων).
Στις 23 Απριλίου ευρωβουλευτές από πλήθος χωρών και από διαφορετικές κοινοβουλευτικές ομάδες αποστείλαμε επιστολή στον Ευρωπαίο Επίτροπο Εργασίας ζητώντας ένα Ευρωπαϊκό Σχέδιο Μάρσαλ, που θα βασίζεται στον κοινωνικό διάλογο και τη συναίνεση των κοινωνικών εταίρων.
Ειδικά για την Ελλάδα η πορεία που πρέπει να καλύψουμε είναι μακρά και ανηφορική. Ο κορυφαίος οργανισμός που μελετάει την εξέλιξη της εργασίας, το Συμβούλιο της Λισαβόνας παρουσίασε το 2019 μια αποκαρδιωτική εικόνα για την Ελλάδα.
Εξετάζοντας την σχέση με την εργασία των γυναικών, των νέων και των μεγαλύτερων αλλά και τις νέες μορφές εργασίας και την αποτελεσματικότητα μετάβασης (ταχύτητα εύρεσης νέας εργασίας/ευελιξία στην αγορά εργασίας/ενεργό εργατικό δυναμικό), διαπίστωσε τα αποτελέσματα της έλλειψης εμπιστοσύνης μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων στην Ελλάδα.
Στη συνολική κατάταξη, η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση (28η στους 28!), με τις τρεις κορυφαίες θέσεις να καταλαμβάνουν οι Σουηδία, η Δανία και η Ολλανδία.
Η αρνητική αυτή κατάταξη της Ελλάδας οφείλεται στην μη σωστή αξιοποίηση του εργατικού δυναμικού, στην μη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που να στηρίζονται στον ανταγωνισμό του ψηφιακού κόσμου, καθώς και στην αναποτελεσματική μετάβαση από την μια εργασία στην άλλη. Συγκεκριμένα, στο σύγχρονο εργατικό δυναμικό, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 28η θέση σε τρεις δείκτες:
1) στην αξιοποίηση γυναικών στον εργασιακό τομέα με ποσοστό απασχόλησης μόλις 39,1%.
2) της νεολαίας (ηλικίας 15-29 ετών) με 30%
3) των ηλικιωμένων (55-74 ετών) με 25,3%.
Ενδεικτικός δείκτης της πορείας που πρέπει να διανύσουμε ως χώρα είναι η μέση αναμονή ανέργων για εύρεση νέας απασχόλησης, στην Σουηδία είναι οκτώ μήνες, ενώ στην Ελλάδα δυόμισι χρόνια.
Τα αίτια είναι πολλά. Το αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας το οποίο είναι παρωχημένο και βασίζεται κυρίως στον τουρισμό και την παροχή υπηρεσιών, στο φορολογικό σύστημα που δεν ενισχύει την νέα επιχειρηματικότητα, στο τραπεζικό σύστημα που δεν δανειοδοτεί νέες καινοτόμες επιχειρηματικές προτάσεις, στην απουσία επενδυτικών κινήτρων για την προσέλκυση εταιριών υψηλής τεχνολογίας, στο παρωχημένο εκπαιδευτικό σύστημα που δεν είναι συνδεδεμένο την αγορά εργασίας και πολλά άλλα.
Στόχος μας πρέπει να είναι η μια σύγχρονη οικονομία της γνώσης όπου κανείς δε θα μένει πίσω, με κινητοποίηση και ένταξη όλου του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών, των νέων, των ηλικιωμένων, των αναπήρων παρέχοντας τους όλες τις απαραίτητες δεξιότητες που απαιτούνται.
Η εργασία προσφέρει τα πάντα στον άνθρωπο. Κοινωνικοποίηση, συμμετοχή, ανεξαρτησία, ενδυνάμωση, ύπαρξη. Κατά τον Stephen Hawking: «Η δουλειά δίνει νόημα και σκοπό και η ζωή είναι κενή χωρίς αυτήν». Η συνετή πολιτική είναι θέμα προετοιμασίας και στρατηγικής για τις επερχόμενες αλλαγές. Οφείλουμε στο μέλλον της κοινωνίας μας και της συνοχής της να υιοθετήσουμε τις πρακτικές των εταίρων μας στην Ένωση, που έχουν κριθεί για το κοινωνικό κράτος και την ευημερία τους.
Ως Ελλάδα κάναμε σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, στις εβδομάδες της της έξαρσης της κρίσης του Covid-19 πολλά, διανύσαμε μεγάλη απόσταση στην ψηφιοποίηση της διοίκησης και στην φιλικότητα της προς τους πολίτες. Στην προγενέστερη περίοδο προχωρήσαμε σε αλλαγές στο φορολογικό σύστημα και προβήκαμε σε επανακαθορισμό του αναπτυξιακού μοντέλου της Χώρας. Σύντομα θα ψηφιστούν σημαντικές δομικές αλλαγές στην εκπαίδευση. Προχωράμε αποφασιστικά και προσεγγίζουμε τους εταίρους μας υιοθετώντας σύγχρονες πρακτικές και εγκαταλείποντας αντιλήψεις και νοοτροπίες του χθες.
Η Ελλάδα αν παραμείνουμε προσηλωμένη στον στόχο μας χωρίς εκπτώσεις και φοβικά σύνδρομα σύντομα θα μπορεί να αποκτήσει πρωτόγνωρη ανάπτυξη, να δημιουργήσει χιλιάδες καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και να κλείσει το χάσμα που υπάρχει στην απασχόληση γυναικών, νέων συμπολιτών μας με αναπηρία.
Φιλεργατική πολιτική είναι αυτή που δημιουργεί θέσεις εργασίας και ευκαιρίες απασχόλησης για όλους. Φιλολαϊκή πολιτική είναι αυτή που επιτρέπει στους πολίτες να έχουν πολλαπλές δυνατότητες να αναπτύξουν την δημιουργικότητα τους, να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο και να απολαμβάνουν καλές αμοιβές για την εργασία τους.
Έχουμε ανηφορικό δρόμο να διανύσουμε, έχουμε να πετύχει πολλά, χρειάζεται να κάνουμε ακόμα περισσότερα με προσήλωση στον στόχο, χωρίς ιδεοληψίες και στείρους αρνητισμούς. Η κυβέρνηση λαμβάνει διαρκώς νέες πρωτοβουλίες, που αποδίδουν ήδη αποτελέσματα χρειάζεται όλοι όμως να συμπαραταχθούμε σε αυτή την προσπάθεια.
Το μήνυμα της Εργατικής Πρωτομαγιάς παραμένει το ίδιο και επίκαιρο ακόμα και στις μέρες μας. Οι στόχοι και οι επιδιώξεις για καλύτερες συνθήκες εργασίας και καλύτερες αμοιβές είναι το διαρκές ζητούμενο. Όμως καθώς οι εποχές αλλάζουν και ο κόσμος μεταμορφώνεται γύρω μας οφείλουμε και εμείς να αλλάζουμε τα εργαλεία και τις μεθόδους μας, ώστε η Κοινωνική Ευρώπη να παραμείνει μια ζωντανή πραγματικότητα.