Το γεγονός δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει, αφού στην ελληνική πολιτική σκηνή όλα είναι πλέον δυνατά: Δύο πρώην ορκισμένοι εχθροί, Σαμαράς και Καραμανλής, συμπλέουν φανερά για να κάνουν αντιπολίτευση (και ζημιά) στον κατά γενική ομολογία πολύ πιο επιτυχημένο από τους ίδιους πρωθυπουργό, τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Κανείς δεν γνωρίζει ποιος είναι ο στόχος τους. Μόνο υποθέσεις (αρνητικές) μπορούμε να κάνουμε. Προφανώς, οι δύο πρώην έχουν μια ιδέα για τον εαυτό τους που δεν έχουμε για εκείνους εμείς οι κοινοί πολίτες. Το φορτίο που φέρουν τα ονόματά τους είναι αρκετά βεβαρημένο, αλλά δείχνουν να το αγνοούν. Και, αναπαυτικά καθισμένοι στα μετόπισθεν της πολιτικής, ασκούν κριτική σε κάποιον που είναι εμφανώς καλύτερός τους.
Πρόσφατα αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στο street party που διοργανώθηκε στη Ρηγίλλης για τα 50χρονα της ΝΔ. Όπως φάνηκε, αυτή η συμπεριφορά κρίθηκε εξαιρετικά προσβλητική από την ίδια τη «γαλάζια» παράταξη, η οποία τους ανέδειξε στη θέση του πρωθυπουργού, τους έδωσε επί δεκαετίες άφθονα οφίτσια και συγχώρησε τρομερά λάθη τους.
Οι πολιτικοί όμως στερούνται στοιχειωδών εργαλείων αυτοκριτικής και
σπάνια έχουν γνώθι σαυτόν. Αλαζονεία εμπόδιον σοφίας, όπως θα έλεγε και ο αρχαίος πρόγονος. Επομένως, ακόμη και ένας άνθρωπος ο οποίος έκανε επανειλημμένα κακό στη χώρα του και στην παράταξή του και ο οποίος δεν έχει αφήσει πίσω του κανένα έργο που να αξίζει δάφνες, έχει την πολυτέλεια να διατυπώνει άποψη για μια κυβέρνηση που, παρά τα ελαττώματά της, είναι πολύ καλύτερη και πιο νικηφόρα από τη δική του.
Μια απλή ματιά στην Iστορία αρκεί για να επιβεβαιωθούν οι παραπάνω διαπιστώσεις: ο μεν πρώτος ήταν ο πρόεδρος της ΝΔ που το 2012 έφερε το χαμηλότερο ποσοστό στην ιστορία της (18,85%), αλλά τώρα μέμφεται τον νυν πρωθυπουργό για τη χαμηλή επίδοση στις πρόσφατες ευρωεκλογές (28,31%)! Είναι ο ίδιος που με τα αλλοπρόσαλλα Ζάππεια εναντίον των μνημονίων οδήγησε στην επικράτηση του Αλέξη Τσίπρα, με τα γνωστά, καταστροφικά για την Ελλάδα αποτελέσματα. Και αν γυρίσεις τριάντα χρόνια πίσω και πιάσεις τον κύκλο από την αρχή, πάλι τον ίδιο βλέπεις ως κεντρικό πρόσωπο στη συγκρότηση του σκληρού λαϊκιστικού μετώπου. Γιατί ήταν κατά βάση ο Σαμαράς που έσυρε το πολιτικό σύστημα σε ένα πολιτικό και διπλωματικό αδιέξοδο που εξέθεσε τη χώρα διεθνώς και έριξε την κυβέρνηση της ΝΔ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. Κι όμως, το κόμμα της ΝΔ τον δέχτηκε πίσω, τον έκανε πρόεδρο και τον τίμησε με τη θέση του πρωθυπουργού το 2012 και του βουλευτή σήμερα.
Πιο επιδεικτικά, αγνοεί την (αρνητική) κοινή γνώμη ο έτερος πρόεδρος της ΝΔ, προφανώς στηριζόμενος στο επώνυμό του: Θεωρείται ο πολιτικός που έφερε τη χώρα στον γκρεμό της χρεοκοπίας και εγκατέλειψε το τιμόνι της διακυβέρνησης για να αποποιηθεί τις ευθύνες του. Έκτοτε υπηρετεί τη σιωπή, αλλά χωρίς το πολιτικό περιεχόμενο που της έδωσε ο ένδοξος θείος. Κι όμως, ασκεί κριτική, άλλοτε δημόσια, άλλοτε υπογείως, στην κυβέρνηση, που έχει μεγαλύτερο έργο από το δικό του να επιδείξει, εργάζεται φιλότιμα για να επαναφέρει την Ελλάδα στην κανονικότητα, μετά τη χρεοκοπία, και κυριαρχεί πολιτικά με μια διευρυμένη και νικηφόρα ΝΔ.
Άλλοτε με αφορμή τα ελληνοτουρκικά, άλλοτε για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών, η δυσανεξία των δύο πρώην για την τωρινή κυβέρνηση της ΝΔ δεν κρύβεται. Με κίνδυνο ο δημόσιος διάλογος γύρω από μια σειρά μεταρρυθμίσεων και κρίσιμων αποφάσεων για τα εθνικά να έχει γίνει αφόρητα τοξικός, χωρίς κανένα ορθολογικό υπόβαθρο. «Δεν μιλάς με τον πειρατή» λέει ο Αντώνης Σαμαράς για την Τουρκία, σαν να μας παρακινεί για πόλεμο. Ωραία, αλλά πού μας οδηγεί αυτή η ακραία στάση;
Μόνιμοι χειροκροτητές των δύο πρώην είναι πλέον ο Βελόπουλος και η Λατινοπούλου, η οποία το τελευταίο διάστημα παίζει φόρα-παρτίδα το χαρτί των κ. Σαμαρά (κυρίως) και Καραμανλή, για τους οποίους είπε πως είναι οι καταλληλότεροι για Πρόεδροι της Δημοκρατίας. Στην τελευταία της ανακοίνωση, μάλιστα, απευθύνθηκε ανοιχτά στον πρώτο, λέγοντας πως «τα κλειστά κέντρα που είχε ο Σαμαράς η κυβέρνηση τα έκανε κανονικά μοτέλ φιλοξενίας».
Αν κάνουμε τον κόπο να τους ζητήσουμε να εξηγήσουν τι προτείνουν για τη συνέχεια, θα μείνουμε προφανώς στα κούφια «όχι». Μέχρι στιγμής δεν ακούσαμε κάποια πρόταση, δεν είδαμε έναν οδικό χάρτη από όλους αυτούς. Απλώς κρατούν αναμμένο το σπίρτο, ελπίζοντας να πυροδοτήσουν την αντιπαράθεση μεταξύ... προδοτών και πατριωτών, που τόσο ακριβά πληρώσαμε ως χώρα στο παρελθόν, για μια χούφτα ψήφους, για μια εκδίκηση.