Με αφορμή την ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου που καταργεί την απλή αναλογική, την οποία έχει θεσμοθετήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει δημιουργηθεί ένα «πικάντικο» σκηνικό που έχει «γαργαλίσει» τα πολιτικά ένστικτα ενός ευρύτερου ακροατηρίου, αναζωπυρώνοντας έτσι τα ερωτήματα για το κατά πόσο βρισκόμαστε κοντά σε πρόωρες εκλογές: Θα μπει σε πειρασμό ο Κυριάκος Μητσοτάκης να εκμεταλλευτεί νωρίτερα το θετικό πολιτικό momentum που έχει η ΝΔ;
Το βασικό πολιτικό στοιχείο που δίνει λογική βαρύτητα στην εικασία για πρόωρες εκλογές -εκτός από την κατάργηση της απλής αναλογικής και το κλιμακωτό μπόνους εδρών- είναι η καλή πορεία της διακυβέρνησης Μητσοτάκη στον τομέα της οικονομίας και της καθημερινότητας (πλην του προσφυγικού-μεταναστευτικού). Η διατήρηση της ψήφου εμπιστοσύνης των πολιτών και η απόδοση των οικονομικών δεικτών (συν την επίτευξη της μείωσης των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων) φέρνουν μια πραγματικότητα κατά την οποία δεν μπορεί να αποκλειστεί το σενάριο μιας προσφυγής σε εκλογές για να κεφαλαιοποιηθεί στην κάλπη το θετικό momentum της ΝΔ, ανανεώνοντας μία ακόμα τετραετία.
Μπλοκάρουν τα σενάρια εκλογικού αιφνιδιασμού
Από την Ηρώδου Αττικού διαμηνύουν πρώτον ότι ο εκλογικός νόμος , που αναμένεται να ψηφιστεί αύριο Παρασκευή, εξασφαλίζει την αναλογικότητα και την κυβερνησιμότητα στη χώρα. Δεύτερον, πως δεν θα πάμε σε πρόωρες εκλογές (το δήλωσε ξεκάθαρα ο υπουργός Εσωτερικών, Τάκης Θεοδωρικάκος) παρά την έντονη σεναριολογία που θέλει τον πρωθυπουργό να αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο ως «πειρασμό». Πάντως, η ολοκλήρωση των θεσμικών εκκρεμοτήτων, δηλαδή η προεδρική εκλογή της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου και η αλλαγή του εκλογικού συστήματος , ξεκινά ένα νέο κύκλο για τον επόμενο σχεδιασμό και αποτελεί μια αφετηρία που θα δώσει συνέχεια στο στίγμα της τετραετούς διακυβέρνησης.
Όσο, λοιπόν, η σεναριολογία διατηρείται, οι κυβερνητικές πηγές μπλοκάρουν τα σενάρια περί εκλογικού αιφνιδιασμού, θυμίζοντας τις δημόσιες αναφορές του Κυριάκου Μητσοτάκη για εκλογές το 2023.
Φοβάται τις πρόωρες εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ
Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθούν να δηλώνουν ότι προετοιμάζονται για το σενάριο των πρόωρων εκλογών. Αυτό που καλλιεργεί επικοινωνιακά η Κουμουνδούρου είναι ότι η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να πάει σε διπλές εκλογές πρόωρα για να «κάψει την απλή αναλογική». Επιμένουν δε, απευθυνόμενοι κυρίως στο ΚΙΝΑΛ, ότι σε μια τέτοια περίπτωση ανοίγει ο δρόμος για σχηματισμό προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας από τις πρώτες εκλογές, που θα γίνουν με απλή αναλογική.
Κυβερνητικές πηγές απαντούν στον ΣΥΡΙΖΑ
Κυβερνητικές πηγές πάντως, απαντούν κατηγορηματικά ότι τίποτα από αυτά δεν ισχύει και πως ο ΣΥΡΙΖΑ συντηρεί την εκλογολογία για να προσπεράσει τα δικά του εσωκομματικά προβλήματα και την πολιτική αμηχανία του μετά και την εκλογή της Αικατερίνης Σακελλαροπούλου ως Προέδρου της Δημοκρατίας.
Λένε: «Ο νέος εκλογικός νόμος επαναφέρει το bonus εδρών για το πρώτο κόμμα, όμως αυτό γίνεται πλέον κλιμακωτά, ανάλογα με το ποσοστό που αυτό θα λαμβάνει. Το μεγαλύτερο bonus που θα δίνεται επιτρέπει σε ένα κόμμα με ποσοστά αντίστοιχα αυτών της ΝΔ στις εκλογές του 2019 να κυβερνήσει αυτοδύναμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε αφού ισχυρίζεται πως είναι κόμμα εξουσίας, να αναθεωρήσει τα περί απλής αναλογικής και να στηρίξει τον νέο εκλογικό νόμο. Φαίνεται όμως πως δεν πιστεύει πως στις επόμενες εκλογές θα είναι πρώτο κόμμα».
Ο νέος εκλογικός νόμος
Τα τέσσερα βασικά σημεία του νέου εκλογικού νόμου:
- Υπάρχει πρόβλεψη για bonus 50 εδρών που θα δίνεται κλιμακωτά, ανάλογα με το ποσοστό του πρώτου κόμματος, το οποίο θα ξεκινά από χαμηλά και θα αυξάνεται, όσο αυξάνεται και το ποσοστό.
- Το πρώτο κόμμα θα παίρνει bonus 20 έδρες αν έχει ποσοστό 25% (Κάτω από το 25% δεν υπάρχει κανένα bonus για το πρώτο κόμμα)
-Από το ποσοστό αυτό (το 25%) και μετά, για κάθε 0,5% το πρώτο κόμμα θα παίρνει bonus έναν βουλευτή. Που σημαίνει ότι το maximum bonus των 50 εδρών, θα το λαμβάνει αν έχει επί πλέον 15% (από το αρχικό 25%).
-Συνεπώς το πρώτο κόμμα θα λαμβάνει bonus 50 έδρες, για να μπορέσει να κυβερνήσει αυτοδύναμο, μόνο αν φτάνει το 40%.
Υπέρ του νέου εκλογικού νόμου αναμένεται να ψηφίσουν η ΝΔ και πιθανόν η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου. «Όχι» θα ψηφίσουν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝΑΛ, το Μερα25, το ΚΚΕ.
Καβγάς στη Βουλή για τον εκλογικό νόμο
Η ρύθμιση που υπήρχε στον εκλογικό νόμο Παυλόπουλου και περιόριζε στους συνασπισμούς κομμάτων να παίρνουν το μπόνους ακόμα και αν είχαν εκλεγεί ως πρώτη δύναμη, ρύθμιση που επανέρχεται αυτούσια στον εκλογικό νόμο που προτείνει η κυβέρνηση για ψήφιση προκάλεσε ένταση στη βουλη.
ΣΥΡΙΖΑ, Κίνημα Αλλαγής και ΚΚΕ επέκριναν την κυβέρνηση για τη ρύθμιση ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση κατέθεσε ένσταση αντισυνταγματικότητας.
Ο υφυπουργός εσωτερικών Θεόδωρος Λιβάνιος επιτέθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ λέγοντας ότι ήθελε την επανεκλογή του Προκόπη Παυλόπουλου και την ίδια ώρα τον κατηγορεί ότι είχε φτιάξει ένα αντισυνταγματικό νόμο
«Η κυβέρνηση έφερε γραμμή γραμμή λέξη λέξη το νόμο που ίσχυε το 2008. Τον είχε εισηγηθεί ο Προκόπης Παυλόπουλος. Λέτε τώρα που θέλατε την επανεκλογή του ότι ο νόμος που έκανε ήταν αντισυνταγματικός. Θέλατε να επανεκλεγεί ένας πρόεδρος που έκανε αντισυνταγματικούς νόμους;»
Μάλιστα ο κ. Λιβάνιος επιτέθηκε και στο Κίνημα Αλλαγής καθώς νωρίτερα ο Ανδρεας Λοβέρδος είχε αναρωτηθεί εαν η κυβέρνηση φοβάται το ενδεχόμενο το Κίνημα Αλλαγής που είναι συνασπισμός κομμάτων να κερδίσει στις επόμενες εκλογές περισσότερες ψήφους από τη Νέα Δημοκρατία
«Επειδή εξανίσταται το Κίνημα Αλλαγής για την αντισυνταγματικότητα πρέπει να ξέρει ότι κέρδισε τρεις εκλογές με το νόμο Κούβελα που ήταν ενισχυμένη αναλογική. Τότε δεν νιώθετε την αντισυνταγματικότητα τότε δεν διαβάζετε τι έλεγαν οι συνταγματολόγοι;»
Με βάση τη διάταξη που υπήρχε και στο νόμο Παυλόπουλου με τον οποίο έγιναν οι εκλογές του 2015 και του 2019 αν συνασπισμός ο οποίος αποτελείται από δύο κόμματα συγκεντρώσει 40% και το δεύτερο αυτοτελές κόμμα συγκεντρώσει 25% τότε το μπόνους θα χορηγηθεί στο δεύτερο κόμμα καθώς το 25% είναι μεγαλύτερο από το 20% το οποίο είναι ο μέσος όρος των κομμάτων του συνασπισμού.
Η έκθεση της επιστημονικής υπηρεσίας της Βουλής αναφέρει ότι η ρύθμιση υπήρχε αυτούσια και σε προηγούμενο νόμο και ότι κατ'ουσίαν αποκλείει τους συνασπισμούς κομμάτων από την πρόσβαση στην πριμοδότηση. Προσθέτει μαλιστα ότι επί της συνταγματικότητας της διαφορετικής μεταχείρισης συνασπισμών και αυτοτελών κομμάτων έχουν εκφραστεί πολλές και αντικρουόμενες απόψεις .
Να σημειωθεί ότι η αίτηση αντισυνταγματικότητας απορρίφθηκε στην ψηφοφορία.