Η απώλεια του Κώστα Σημίτη δίνει αφορμή για να επανέλθει στο προσκήνιο η πολιτική διαχωριστική γραμμή που γεννήθηκε στα χρόνια των μνημονίων και τείνει να ξεθωριάσει με το πέρασμα του χρόνου και τον πολιτικό κατακερματισμό των τελευταίων χρόνων.
Πρόκειται για τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στον ορθολογισμό και το λαϊκισμό, η οποία ουσιαστικά καθόρισε τις νέες μεταμνημονιακές παρατάξεις και αποτυπώθηκε αυθεντικά στην κάλπη του δημοψηφίσματος τον Ιούλιο του 2015.
Η παράταξη του «ναι» και η παράταξη του «όχι» παραμένουν υπαρκτές μέχρι σήμερα, παρά το γεγονός ότι η πρώτη (του «ναι») έχει διευρυνθεί ενώ η δεύτερη (του «όχι») έχει συρρικνωθεί μετά τη στρατηγική ήττα που υπέστη μέσω της διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο Σημίτης υπήρξε ο κατ´ εξοχήν εκπρόσωπος του ορθολογισμού, του πολιτικού ρεαλισμού και του φιλοδυτικού, ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας. Είναι ο ηγέτης που μετατόπισε το ΠΑΣΟΚ από το σοσιαλισμό στη σοσιαλδημοκρατία και από τον λαϊκισμό στον ορθολογισμό - στο μέτρο του δυνατού, βέβαια, μιας και μιλάμε για μια παράταξη που επί των ημερών του είχε ποσοστά άνω του 40%. Επί Σημίτη το ΠΑΣΟΚ πέτυχε να προσελκύσει ακόμη και κεντροδεξιούς ψηφοφόρους, πράγμα αδιανόητο μέχρι τότε. Αυτή η «όσμωση» ανάμεσα στον κεντροαριστερό και στον κεντροδεξιό πολιτικό ορθολογισμό, που ξεκίνησε επί Σημίτη με βασικό πολιτικό όχημα το πάλαι ποτέ σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ, αποδείχθηκε καθοριστική μετά τη χρεοκοπία της χώρας. Αποτέλεσε ουσιαστικά τη βάση για την κυβερνητική συνεργασία ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και την πολιτική σύγκρουση που ακολούθησε ανάμεσα στην παράταξη του «ναι» με βασικούς εκφραστές τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ και την παράταξη του «όχι» με βασικούς εκφραστές τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ, που αποτελούσαν κομμάτι της λαϊκιστικής δεξιάς.
Η παράταξη του «ναι» δικαιώθηκε από τις εξελίξεις και από το 2019 έγινε πολιτικά κυρίαρχη με όχημα τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη. Εάν το ΠΑΣΟΚ είχε άλλη ηγεσία το 2009 - όταν ήρθε στην εξουσία και έσκασε στα χέρια του η χρεοκοπία, αν δηλαδή στη θέση του Γιώργου Παπανδρέου βρισκόταν ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ως πιο αυθεντικός εκφραστής του πολιτικού ορθολογισμού - ίσως σήμερα η κυρίαρχη πολιτική δύναμη να μην ήταν η κεντρώα ΝΔ αλλά ένα κεντρώο ΠΑΣΟΚ. Η ιστορία, όμως, δεν γράφεται με υποθέσεις. Ο Μητσοτάκης είχε την τόλμη και την πολιτική ευφυία να αξιοποιήσει τη διαχωριστική γραμμή που βρήκε έτοιμη και κυριάρχησε απέναντι στον λαϊκισμό του Τσίπρα ως ο εκφραστής του ορθολογισμού - τον οδήγησε μάλιστα στη συντριβή, «τελειώνοντας» τον ΣΥΡΙΖΑ.
Βεβαίως, για να είμαστε δίκαιοι, ο πολιτικούς λαϊκισμός δεν υπήρξε «προνόμιο» κάποιας παράταξης στη μεταπολίτευση. Τον χρησιμοποίησαν άπαντες. Από το ΠΑΣΟΚ και τον Ανδρέα Παπανδρέου - που είναι σήμερα ο δημοφιλέστερος πολιτικός ηγέτης της μεταπολίτευσης μέχρι τη ΝΔ σε όλες τις περιόδους που βρέθηκε στην κυβέρνηση ή στην αντιπολίτευση, μέχρι και σήμερα. Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω! Απλώς το δίδυμο Τσίπρα - Καμένου… «το τερμάτισε», με συνέπεια, ωστόσο, να οδηγηθεί σε αυτοκαταστροφή! Διδακτικό, για όσους τους έχουν ως πρότυπα.
Όλα αυτά θεωρητικά αποτελούν παρελθόν και μοιάζουν με θεωρητική πολιτική ανάλυση. Κι όμως, δεν είναι. Η απώλεια Σημίτη και ο τρόπος που την αντιμετώπισαν πολιτικοί και κόμματα, είναι αποκαλυπτική. Από τη μια πλευρά ο Μητσοτάκης - δεχόμενος τα πυρά κάποιων Νεοδημοκρατών - κηρύσσει τετραήμερο πένθος και προβαίνει σε δήλωση αναγνώρισης της μεγάλης εθνικής προσφοράς του Σημίτη, υπογραμμίζοντας πέρα από την είσοδο της Κύπρου στην ΕΕ και το ευρώ και τη συμβολή του Σημίτη στον εκσυγχρονισμό της χώρας. Μαζί του το μεγαλύτερο μέρος του ΠΑΣΟΚ του οποίου άλλωστε ο Σημίτης υπήρξε ιστορικός ηγέτης. Από την άλλη πλευρά σύσσωμη η ελληνική Άκρα Δεξιά (Βελόπουλος, Λατινοπούλου), ο Πάνος Καμμένος και οι διάφοροι εκπρόσωποι της διαλυμένης Αριστεράς. Οι μεν δεξιοί ξιφουλκούν επισήμως κατά Σημίτη και Μητσοτάκη, οι δε αριστεροί εκφράζουν τυπικά τα συλλυπητήριά τους και παραδίδουν τον Σημίτη στην κρίση της Ιστορίας. (Δυστυχώς, για όλους, η Ιστορία είναι πιο αυστηρή αλλά και πιο δίκαιη από τα τρολς που Διαδικτύου που έχουν πιάσει δουλειά τις τελευταίες ώρες).
Η επαναφορά στο προσκήνιο της ξεκάθαρης διαχωριστικής γραμμής με αφορμή την απώλεια του Σημίτη έρχεται σε μια περίοδο που ο Μητσοτάκης ψάχνει στον καθαρό αέρα του βουνού και στην κομψότητα του Μιλάνου μια καλή ιδέα για την Προεδρία της Δημοκρατίας. Η ευκαιρία που του δίνεται, σε μια περίοδο που η φθορά της ΝΔ είναι φανερή σε όλες τις δημοσκοπήσεις, είναι μεγάλη. Ο πρωθυπουργός έχει τη δυνατότητα μιας επιλογής προσώπου που θα συμβολίζει την πολιτική δικαίωση της παράταξης του ορθολογισμού. Βασικό χαρακτηριστικό αυτής της παράταξης είναι η υπέρβαση των κομματικών ορίων. Το στοίχημα για τον Μητσοτάκη είναι μεγάλο και θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό το συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων μέχρι τις επόμενες εκλογές.