Η διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ είναι προφανώς ένας από τους βασικούς λόγους της δημοσκοπικής του πτώσης.
Όχι τόσο γιατί αυτοί που τον εγκατέλειψαν έχουν κάποια ιδιαίτερη απήχηση στο εκλογικό σώμα (τα γκάλοπ δίνουν στη Νέα Αριστερά ποσοστά κάτω του 3%) αλλά γιατί η μακρά περίοδος εσωστρέφειας και η έστω και μικρή απώλεια δυνάμεων αποδεικνύονται προς το παρόν καθοριστικά στοιχεία για την αλλαγή του συσχετισμού των πολιτικών δυνάμεων. Έτσι σε κάποιες δημοσκοπήσεις το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται πάνω από τον ΣΥΡΙΖΑ, έστω και με ποσοστά που κινούνται στο όριο του στατιστικού λάθους.
Ένα ασφαλές συμπέρασμα από όσα έχουμε παρακολουθήσει μέχρι τώρα είναι ότι η κοινή γνώμη δεν συγκινείται ιδιαίτερα από το δράμα που παίχτηκε τους τελευταίους μήνες στο χώρο της Αριστεράς. Παρά την τεράστια δημοσιότητα που πήρε η σφοδρή εσωκομματική σύγκρουση, που έγινε για το ξεκαθάρισμα των πολιτικών λογαριασμών που είχαν ανοίξει μεταξύ τους κορυφαία στελέχη από την εποχή του Αλέξη Τσίπρα και αποφάσισαν να τις λύσουν μετά την εκλογή Κασσελάκη, ο κόσμος δε φαίνεται να συγκινήθηκε ιδιαίτερα. Μέσα από αυτή τη σύγκρουση, όμως, αποδείχτηκε κάτι που είχε φανεί από καιρό: η Αριστερά δεν έχει πολιτικό μέλλον στη χώρα, αν δεν μπορέσει να υπερβεί τον εαυτό της, να ξεπεράσει στερεότυπα που έχει ήδη ξεπεράσει η κοινωνία και να προτείνει λύσεις για τα πραγματικά προβλήματα των πολιτών.
Οι «11» έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ με βασικό επιχείρημα ότι ο Κασσελάκης, που εξελέγη αρχηγός από τη βάση, δεν είναι αρκετά Αριστερός. Γι αυτό, άλλωστε, αποφάσισαν να ονομαστούν «Νέα Αριστερά». Ενώ, όμως, υποτίθεται ότι αποχώρησαν για να τιμήσουν το αριστερό τους παρελθόν και να διεκδικήσουν το αριστερό τους μέλλον, πριν καλά - καλά συγκροτήσουν κοινοβουλευτική ομάδα, εμφανίζονται πρόθυμοι να ανοίξουν πολιτικό διάλογο με το ΠΑΣΟΚ, το οποίο κινείται δεξιότερα του ΣΥΡΙΖΑ. Υπερβατικό, όσο να πεις!
Ας αφήσουμε, όμως, τη «Νέα Αριστερά» κι ας πάμε στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο πρόεδρος Στέφανος Κασσελάκης επιμένει στην αριστερή του ταυτότητα, προσπαθεί όμως να της δώσει διαφορετικό περιεχόμενο από αυτό που έχουν συνηθίσει στο κόμμα του, να σπάσει δηλαδή κάποια «ταμπού». Η επίσκεψη του στον τραυματία αστυνομικό που δίνει μάχη για τη ζωή του, η πρόταση του για κάμερες στα γήπεδα και η θέση του ότι η τήρηση του νόμου και της τάξης δεν είναι δεξιά αντίληψη, αλλά εκφράζει και την Αριστερά αποτελούν ενδεικτικά παραδείγματα. Στο ίδιο πλαίσιο μπορεί να δει κανείς και την διαφαινόμενη απόφαση του Κασσελάκη να υπερψηφίσει τις αμυντικές δαπάνες αλλά και την προσπάθεια του να… αποστιγματίσει την αριστεία, την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπιζε ως κάτι ταξικό και ελιτίστικο. Ακόμη πιο «σκληρός» με τα αριστερά στερεότυπα είναι όταν αναφέρεται στην Οικονομία. Στον ΣΕΒ είπε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ περνάει σε νέα φάση της ιστορίας του, που δεν δαιμονοποιεί πλέον το κεφάλαιο αλλά το βλέπει ως εργαλείο για την ευημερία. Επίσης τάχθηκε υπέρ της καθιέρωσης της πρακτικής stock option για τους εργαζόμενους.
Τι συμπέρασμα μπορεί να βγάλει κανείς από όλα αυτά; Η «κυβερνώσα» ελληνική Αριστερά ψάχνει τη νέα της ταυτότητα στην εποχή της κανονικότητας. Αν καταφέρει να την βρει, ίσως μπορέσει να ξαναγίνει κυβερνώσα. Διαφορετικά, μοιάζει καταδικασμένη να επιστρέψει εκεί από όπου ξεκίνησε, μικρή, πολυδιασπασμένη αλλά… πιστή στις απόψεις της.