Στην επιθυμία της νέας ελληνικής κυβέρνησης να ξοφλήσει πρόωρα μέρος των δανείων του ΔΝΤ και στις ελπίδες της να λάβει πράσινο φως από το eurogroup και εθνικά κοινοβούλιο κρατών μελών της ευρωζώνης, όπως η Μπούντεσταγκ, αναφέρεται η Handelsblatt.
Το δημοσίευμα της έγκυρης γερμανικής οικονομικής εφημερίδα εξηγεί ότι πρόκειται για ένα ποσό της τάξης των 3,7 δισ ευρώ από τα 8,33 δισ. που χρωστά ακόμη η χώρα μας στο Ταμείο. «Στις 29 Αυγούστου έρχεται στο Βερολίνο ο Έλληνας πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Ένα θέμα είναι η επιθυμία της νέας κυβέρνησης στην Αθήνα να ξοφλήσει τον Σεπτέμβριο πρόωρα ένα μέρος του δανείου – κάτι που χρειάζεται ωστόσο την έγκριση της Μπούντεσταγκ», σημειώνει η Handelsblatt επισημαίνοντας ότι η ελληνική κυβέρνηση «θέλει να μειώσει το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους καθώς τα δάνεια του ΔΝΤ είναι πολύ ακριβά. Ενώ ο ΕΜΣ, ο μεγαλύτερος πιστωτής της Ελλάδας χρεώνει επιτόκιο περίπου 1% το ΔΝΤ απαιτεί σχεδόν πενταπλάσιο». Κι αυτό ενώ η Ελλάδα δανείζεται με πολύ φθηνότερο επιτόκιο από τις αγορές.
Ωστόσο, όπως αναφέρει η Handelsblatt, για το βήμα αυτό θα πρέπει να δώσουν την έγκρισή τους ο ΕΜΣ και τα κοινοβούλιο ορισμένων κρατών μελών της ευρωζώνης, μεταξύ των οποίων και το γερμανικό. Το θέμα, λέει, αναμένεται να απασχολήσει την επόμενη συνεδρίαση του eurogroup στις 13 Σεπτεμβρίου, ενώ ο ΕΜΣ έχει ήδη δώσει πράσινο φως, αφού η Ελλάδα θα βελτιώσει έτσι την βιωσιμότητα του χρέους της. Το άρθρο θυμίζει ότι η και η προηγούμενη κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα είχε εκδηλώσει ανάλογη επιθυμία την περασμένη άνοιξη, αλλά το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών είχε εκφράσει τότε επιφυλάξεις, στις οποίες δεν φαίνεται να εμμένει πλέον. Και καταλήγει: «Εξίσου σημαντικό με την ελάφρυνση της εξυπηρέτησης του χρέους είναι και το πολιτικό μήνυμα που θα στείλει μια πρόωρη εξόφληση των δανείων του ΔΝΤ. Ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης θέλει να διαπραγματευτεί με τους πιστωτές μια χαλάρωση των αυστηρών όρων λιτότητας, που προβλέπουν ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα στον ελληνικό προϋπολογισμό 3,5% έναντι του ΑΕΠ μέχρι το 2022. Ο Μητσοτάκης θέλει να μειώσει τα πρωτογενή πλεονάσματα για να μειώσει και τους φόρους και να έχει στη διάθεσή του περισσότερους πόρους για επενδύσεις. Θεωρεί ότι υπάρχει περιθώριο για μια χαλάρωση των στόχων των προϋπολογισμών καθώς η Ελλάδα θα χρειάζεται σαφώς λιγότερα για την εξυπηρέτηση του χρέους απ’ ό,τι αναμενόταν και με μια εξόφληση των δανείων του ΔΝΤ θα μειωθεί το βάρος αυτό περαιτέρω».