Οι κάλπες της 21ης Μαΐου έστειλαν ηχηρά μηνύματα. Μηνύματα που υπερβαίνουν τους εκλογικούς συσχετισμούς, είναι πρωτίστως πολιτικά και δείχνουν να ξεπερνούν τη σημερινή εκλογική συγκυρία.
Θα ήταν ευχής έργο τα μηνύματα να «παραληφθούν» και να αναλυθούν με σοβαρότητα από όλα τα επιτελεία. Γιατί το θέμα μας δεν είναι απλώς ο συσχετισμός δυνάμεων στις προσεχείς εκλογές, το βασικό θέμα μας είναι πώς θα πορευθεί η χώρα την επόμενη κρίσιμη τετραετία.
Η Ελλάδα δεν θέλει να πάει ούτε δεξιά ούτε αριστερά. Θέλει πρωτίστως να πάει μπροστά. Αξιολογεί και κρίνει τί της προτείνεται «από τα δεξιά και από τα αριστερά» και αναλόγως επιλέγει πρόσωπα και κόμματα που θα βοηθήσουν τη χώρα να γυρίσει σελίδα. Η κάλπη της 21ης Μαΐου υποδηλώνει μια διαφορετικού τύπου «Αλλαγή» από την εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία.
Η χώρα πέρασε δια πυρός και σιδήρου την προηγούμενη δεκαετία. Οι βαθύτερες αιτίες της χρεοκοπίας δεν αναγνωρίστηκαν και δεν αναλύθηκαν από τα κομματικά επιτελεία ποτέ επαρκώς και με την απαραίτητη ανάληψη ευθύνης. Δεν μπορέσαμε να συμφωνήσουμε ούτε στα αυτονόητα και οφθαλμοφανή, όπως τις ευθύνες για τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της κυβέρνησης Καραμανλή και προτιμήσαμε να διώξουμε δικαστικά τον Α. Γεωργίου. Όμως, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, το 2010 δεν ήταν μόνο η οικονομία που χρεοκόπησε.
Χρεοκόπησε ένα μοντέλο διακυβέρνησης που κυριάρχησε στα χρόνια της μεταπολίτευσης, με παραλλαγές ασφαλώς και με κάποιες αξιοσημείωτες προσπάθειες εκσυγχρονισμού κυρίως την περίοδο προετοιμασίας για ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ. Από τη χρεοκοπία και μετά, η «συζήτηση» για τα πώς και τα γιατί ήταν αποσπασματική και ατελής και κατά κύριο λόγο εξαντλείτο στην ανταλλαγή πυρών και κατηγοριών ανάμεσα στο ΠΑΣΟΚ και τη Νέα Δημοκρατία. Χωρίς διάθεση να δούμε τον πυρήνα του προβλήματος κατάματα για να μπορέσουμε να προχωρήσουμε παρακάτω. Για να λέμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους, αυτό ήταν το υπόβαθρο που δημιούργησε το «φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ».
Εφόσον το πρόβλημα δεν ήταν στο υπόδειγμα αλλά στους διαχειριστές, ο κόσμος στράφηκε προς ένα διαχειριστή νέο και άφθαρτο που τα έβαζε με τους «κακούς δανειστές», με τους οποίους υποσχόταν να συγκρουστεί μετωπικά, για να επιστρέψει η κανονικότητα στη χώρα! Ήταν μια κακέκτυπη παραλλαγή του «η Ελλάδα ανήκει στους Έλληνες» συμβατή και με το «μπόλιασμα» του ΣΥΡΙΖΑ με την «κουλτούρα» των παλαιοκομματικών πασοκογενών που είχαν αρχίσει να εισρέουν μαζικά στο κόμμα. Τα όσα έγιναν κατά την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ είναι γνωστά και δεν έχει νόημα να επαναληφθούν, γιατί δεν καθόρισαν από μόνα τους το αποτέλεσμα της 21ης Μαΐου.
Το 2019 ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε τις εκλογές με 31,5% , δηλαδή μόλις 3,93% λιγότερο από το ποσοστό του Σεπτεμβρίου 2015! Για 4 ολόκληρα χρόνια, χρόνια διαδοχικών κρίσεων και σκληρών δοκιμασιών ως αποτέλεσμα της πανδημίας και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, ήταν απόλυτος κυρίαρχος στο χώρο της αντιπολίτευσης, με ένα ΠΑΣΟΚ κουρασμένο, συρρικνωμένο και αντιμέτωπο με σοβαρές εσωτερικές προκλήσεις.
Σε όλη τη διάρκεια της τετραετίας αυτής ουδέποτε κατάφερε να ανακάμψει δημοσκοπικά και δεν έφτασε ποτέ να «απειλεί» τη ΝΔ, ακόμα και στις πιο δύσκολες για την κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό ώρες.
Τί φταίει λοιπόν και συνετρίβη εκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ χάνοντας το 1/3 των ψήφων του στις εκλογές της 21ης Μαΐου;
Φταίει ο Κατρούγκαλος; Φταίει ο Αντώναρος; Φταίει η Θεανώ Φωτίου; Φταίει ότι δεν ανταποκρίθηκε το ΠΑΣΟΚ στο ….κάλεσμα για προοδευτική κυβέρνηση συνεργασίας; Κάποια από αυτά, μεμονωμένα ή συνδυαστικά, έπαιξαν ασφαλώς το ρόλο τους στο εύρος της συντριβής και στο χαοτικό άνοιγμα της ψαλίδας.
Όμως τίποτα από αυτά ή και όλα αυτά μαζί δεν αρκούν για να δοθεί μια πειστική εξήγηση σε μια προδιαγεγραμμένη εκλογική αποτυχία.
Πίσω από το αποτέλεσμα των εκλογών της 21ης Μαΐου βρίσκεται μια κοινωνία που εξελίσσεται, που παρακολουθεί τί συμβαίνει γύρω της, που συνειδητοποιεί καλύτερα τις προκλήσεις, που θέλει να πάει μπροστά. Που έχει πάθει κι έχει μάθει ότι «τα εύκολα τα λόγια τα μεγάλα» δεν παράγουν αποτελέσματα κι ότι αν τα πιστέψουμε μπορεί να μας βρει και καμιά συμφορά. Που δεν «αγοράζει» εύκολα υποσχέσεις για «κοινωνική δικαιοσύνη» όχι γιατί αδιαφορεί, αλλά γιατί κατανοεί καλύτερα πώς παίζεται το παιγνίδι της οικονομίας και αξιώνει από τα πρόσωπα και τα κόμματα προτάσεις σοβαρές και τεκμηριωμένες, για το «πώς».
Αυτές τις αλλαγές, ο ΣΥΡΙΖΑ ούτε που τις μυρίστηκε εξού και αποδίδει την ήττα του στη «μη ανιχνεύσιμη δυναμική» -έτσι το λέει η ανακοίνωση- που ανέπτυξε τις τελευταίες μέρες πριν από τις εκλογές η Νέα Δημοκρατία.
Ευτυχώς, δεν πρόκειται περί αυτού. Η κοινωνία έστειλε το μήνυμα ότι έκλεισε ο κύκλος της μεταπολίτευσης, ξεθώριασαν τα μετεμφυλιακά σύνδρομα, ο οπαδισμός συρρικνώθηκε και περιορίστηκε η απήχηση του τυφλού καταγγελτικού λόγου. Η κοινωνία θέλει να πάει μπροστά και περιμένει προτάσεις. Η πραγματική πρόοδος είναι αυτή, συντηρητικοί και αναχρονιστές είναι όσοι αρνούνται να το δουν και να αναπροσαρμόσουν τον τρόπο λειτουργίας τους και τις πολιτικές τους προτάσεις.