Τηλεσυζήτηση - εκδήλωση με θέμα: «Η Ελληνική Οικονομία σήμερα. Υπάρχει προοπτική με την πανδημία;», διοργάνωσε το Κίνημα Αλλαγής με κεντρική ομιλήτρια την πρόεδρο του κόμματος, Φώφη Γεννηματά.
Ανοίγοντας τη συζήτηση κατηγόρησε την κυβέρνηση για αλαζονική στάση καθώς «η αποδοχή της «έκθεσης Πισσαρίδη» έρχεται ως μονοκομματική επιλογή και όχι ως αποτέλεσμα μιας ευρύτερης πολιτικής και κοινωνικής συμφωνίας», όπως είπε. Ιδιαίτερα όταν η υλοποίηση του υπερβαίνει χρονικά την κυβερνητική θητεία της ΝΔ».
Επιπλέον δήλωσε πως το Κίνημα Αλλαγής διαφωνεί με το περιεχόμενο και την κατεύθυνση αυτής της πρότασης:
- 1ον) Γιατί δεν συνιστά ολοκληρωμένο πολιτικό σχέδιο για το μέλλον, και για την μετάβαση σε μια αναπτυγμένη, σύγχρονη, ανταγωνιστική οικονομία.
- 2ον) Γιατί ενώ μιλά για τον στόχο της αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ, «ξεχνά» ότι από το όφελος της ανάπτυξης πρέπει, με πολιτικές αναδιανομής, να μειωθούν οι κοινωνικές ανισότητες. Δεν είναι καθόλου τυχαία η ηθελημένη αοριστία στις προτάσεις για τους φορολογικούς συντελεστές, και η έλλειψη αναφοράς για την φορολόγηση του πλούτου.
- 3ον) Γιατί μιλά για «ανάπτυξη» που βασίζεται στη στήριξη των μεγάλων και δεν αφορά τους πολλούς, τους μικρούς και μεσαίους.
- 4ον) Γιατί απουσιάζουν επιδεικτικά τα μέτρα για την Κοινωνική Προστασία, τα μέτρα που εξασφαλίζουν την κοινωνική συνοχή. Ακόμη και για την ενίσχυση των Δημόσιων Νοσοκομείων, που ως φαίνεται πρόκειται να παραδοθούν σε ιδιώτες.
- 5ον) Γιατί εμμένει στις βαθιά συντηρητικές προτάσεις για απολύσεις, για ωράριο λάστιχο, για την κατάργηση των ελεύθερων διαπραγματεύσεων των κοινωνικών εταίρων για τον κατώτερο μισθό. Δεν τους απασχολεί ότι και ο εργαζόμενος πρέπει να προσδοκά οφέλη από την ανάπτυξη, να βελτιώνει τη ζωή του, να αισθάνεται ασφαλής στην εργασία του.
- 6ον) Γιατί δεν υπάρχει καμία μέριμνα για να φέρουμε πίσω τους νέους επιστήμονες, που επενδύσαμε πάνω τους, αλλά σήμερα λόγω της κρίσης δουλεύουν και προσφέρουν στο εξωτερικό.
- 7ον) Γιατί εμμένει στην αντίληψη που θέλει τον ασφυκτικό έλεγχο του κράτους αλλά όχι τις ισχυρές δημόσιες επενδύσεις όπως για το ΕΣΥ, τις κοινωνικές υποδομές που σήμερα καταρρέουν.
«Η ΝΔ έκανε την επιλογή της, προχωρά στον συντηρητικό δρόμο της. Υπάρχει όμως και η προοδευτική διέξοδος. Η δική μας πρόταση της Νέας Αλλαγής. Ο δρόμος του Κινήματος Αλλαγής», τόνισε η κ. Γεννηματά και πρόσθεσε: «Η συζήτηση για το δικό μας σχέδιο, για τον δικό μας προοδευτικό δρόμο, εισέρχεται σε μια αποφασιστική φάση. Σε αυτό εντάσσεται και η σημερινή εκδήλωση. Θα το παρουσιάσουμε αναλυτικά και στη Βουλή. Αλλά όχι μόνο εκεί. Στόχος μας είναι να γίνει γνωστό, όχι μόνο στους παραγωγικούς φορείς με τους οποίους έχουμε συζητήσει αλλά σε κάθε πολίτη, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Με χρήση λόγω της πανδημίας των ψηφιακών δυνατοτήτων. Είναι το δικό μας Κοινωνικό Συμβόλαιο για την νέα Ελλάδα».
Η Φώφη Γεννηματά επανέλαβε τους άξονες που αποτελούν την πρόταση του Κινήματος Αλλαγής, την οποία είχε παρουσιάσει τον Σεπτέμβριο στην Hellexpo.
Α) Πρόσθετα μέτρα για τους εργαζόμενους και τις επιχειρήσεις.
Β) Παρεμβάσεις και μέτρα για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
- Ελάφρυνση του φορολογικού βάρους των επιχειρήσεων, των μεσαίων στρωμάτων, των αυτοαπασχολούμενων.
- Ισχυρά κίνητρα που συνδέονται με επενδύσεις και νέες θέσεις εργασίας και όχι μόνο για τα μερίσματα και τα κέρδη.
Γ) Δημόσιες επενδύσεις για υποδομές και κοινωνική προστασία.
- Σε υποδομές που συμβάλλουν στην ανάπτυξη.
- Στην αναγέννηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας.
- Στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση και ψηφιοποίηση του κράτους για την εξυπηρέτηση του πολίτη και των επιχειρήσεων. Με πλήρη διαφάνεια στις λειτουργίες του.
- Την ενίσχυση της Πολιτικής Προστασίας και δημόσιας ασφάλειας, ιδιαίτερα με τα προβλήματα που δημιουργεί η Κλιματική Αλλαγή.
Δ) Επενδύσεις για την παραγωγική ανασυγκρότηση, τεχνολογικά σύγχρονες, οικονομικά βιώσιμες, ανθεκτικές στην ύφεση, με εξαγωγικό προσανατολισμό, που δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας. Με αιχμή την ενίσχυση της βιομηχανίας, τις νέες μορφές τουρισμού, την στήριξη και μετασχηματισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, την επένδυση στην πρωτογενή παραγωγή.
Νίκος Χριστοδουλάκης: Χρήσιμη η έκθεση Πισσαρίδη, αλλά διαπιστωτική
Την ανάγκη για κοινές ευρωπαϊκές δράσεις και συντονισμό, στην υγειονομική άμυνα, τον τουρισμό και τις αεροπορικές εταιρείες, ώστε να αντιμετωπιστούν οι συνέπειες της πανδημίας στην Ευρωζώνη και τις οικονομίες των χωρών της ΕΕ πρόβαλε ο πρώην υπουργός Οικονομικών , Νίκος Χριστοδουλάκης, μιλώντας στην διαδικτυακή εκδήλωση του Κινήματος Αλλαγής για την ανάκαμψη της οικονομίας μετά την πανδημία. Κεντρική ιδέα είναι, σύμφωνα με τον κ. Χριστοδουλάκη, η εγκατάλειψη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων έως το 2030 και αυτά να προσδιοριστούν στο 1% του ΑΕΠ. Επίσης πρότεινε να μην συνυπολογιστούν τα δάνεια 12,5 δισ. στο δημόσιο χρέος, όταν με αυτά επιχορηγούνται ιδιωτικές επενδύσεις .
Ειδικότερα για την Ελλάδα ο πρώην υπουργός ανέφερε ότι η Έκθεση Πισσαρίδη είναι εκτενής και χρήσιμη, αλλά διαπιστωτική. Την χαρακτήρισε «χρήσιμη ως εγκυκλοπαίδεια ανάπτυξης, όμως δεν είναι Οδικός Χάρτης Μετάβασης». Όπως υπογράμμισε ο Νίκος Χριστοδουλάκης η πρόταση της κυβέρνησης για το Ταμείο Ανάκαμψης δεν έχει βάθος, στόχους και σχέδιο. Υποστήριξε πως περιγράφει κατανάλωση νέων τεχνολογιών και πως πουθενά δεν αναγράφεται πως θα γίνει η παραγωγή πράσινης ανάπτυξης. Κάλεσε το Κίνημα Αλλαγής να παρέμβει για καθετοποίηση της πράσινης παραγωγής με άξονες την οργάνωση και στήριξη νέων μονάδων, την ενίσχυση των εξαγωγών έναντι των εισαγωγών και τον καθορισμό τοπικών προδιαγραφών και εφαρμογών. «Να πει το Κίνημα Αλλαγής : Ελάτε σ΄αυτούς που ξέρουν πως γίνεται η ανάπτυξη όπως το 1996-2004», κατέληξε ο κ. Χριστοδουλάκης.
Σαχινίδης: Να διεκδικήσει ο νότος παράταση αναστολής Συμφώνου Σταθερότητας
Από τη δική του πλευρά ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Φίλιππος Σαχινίδης ανέδειξε τις δημοσιονομικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της οικονομίας. Τόνισε ότι οι απώλειες στο ΑΕΠ θα καλυφθούν προς το τέλος του 2022 και το κρίσιμο ερώτημα για την πορεία της οικονομίας και τη δυνατότητα να εισέλθει σε βιώσιμη τροχιά ανάπτυξης είναι αν θα διατηρηθεί το περιβάλλον των ευνοϊκών δημοσιονομικών προϋποθέσεων που σήμερα υπάρχουν. Προειδοποίησε, μάλιστα, πως «αν η Ελλάδα το 2022 πρέπει να επιστρέψει σε πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ τότε - πριν προλάβει η οικονομία να ανακάμψει - θα κληθεί να ακολουθήσει μια περιοριστική δημοσιονομική πολιτική που θα την καθηλώσει σε πολύ χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης ή και στασιμότητα».
Πρότεινε στη κυβέρνηση από κοινού με τις υπόλοιπες χώρες που έχουν περιορισμένο δημοσιονομικό χώρο και χτυπήθηκαν υπερβολικά από την κρίση πανδημίας (Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία) να διεκδικήσει την παράταση της αναστολής των Κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και το 2022.
Επιπλέον αντέκρουσε απόψεις που ήδη διατυπώνονται σε ευρωπαϊκές χώρες σύμφωνα με τις οποίες θα πρέπει να παρακρατήσει η ΕΚΤ οριστικά τα ομόλογα που έχει αγοράσει. Τόνισε χαρακτηριστικά ότι τις απέρριψε η κ. Λαγκάρντ σε απάντησή της στο Ευρωκοινοβούλιο καθώς όπως είπε παραβιάζει την απαγόρευση χρηματοδότησης των ελλειμμάτων των χωρών. Κάλεσε την κυβέρνηση και τον υπουργό Οικονομικών να καταθέτει από εδώ και στο εξής το ΜΠΔΣ ως οφείλει εκ του νόμου 3871/2010 -η υποχρέωση αυτή δεν εκπληρώθηκε το 2019 ούτε και το 2020- ώστε οι αγορές να γνωρίζουν ποιος είναι ο μεσοπρόθεσμος σχεδιασμός της κυβέρνησης για τη δημοσιονομική πολιτική.
Ο Φίλιππος Σαχινίδης συνέστησε επαναξιολόγηση και σχετικά με την φορολογική πολιτική. «Τα τελευταία χρόνια το βάρος της φορολογίας έπεσε στο εισόδημα από τη μισθωτή εργασία και ελαφρύνθηκε η φορολογία εισοδήματος από το κεφάλαιο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι ελαφρύνσεις στο εισόδημα από το κεφάλαιο που προωθεί η κυβέρνηση της ΝΔ στο 2021. Μία πρόταση για να ανατραπεί αυτή η ανισορροπία είναι η καθιέρωση του φόρου πλούτου. Έτσι, θα μετριαστούν οι ανισότητες πλούτου και εισοδήματος στην Ελλάδα, θα αντιμετωπιστεί μερικώς η απώλεια εσόδων από την αναγκαία μείωση της φορολογίας στο εισόδημα από την εργασία και την αναδιάρθρωση έμμεσης και άμεσης φορολογίας», υπογράμμισε.
Ο καθηγητής του ΕΚΠΑ και επιστημονικός διευθυντής του ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, Γιώργος Αργείτης υποστήριξε ότι η μετάβαση σε ένα νέο βιώσιμο υπόδειγμα προοδευτικής ανάπτυξης χωρίς αποκλεισμούς προϋποθέτει αλλαγές σε αντιλήψεις και πεποιθήσεις για τις αναγκαίες παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας. Ο κ. Αργείτης πρόσθεσε πως η εμπειρία δείχνει ότι «οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις αποτυγχάνουν γιατί ακόμη και αν βελτιώσουν τις προοπτικές απασχόλησης, αυτό θα γίνει για εκείνους που ο ιδιωτικός τομέας θεωρεί «πιο απασχολήσιμους» και όχι για εκείνους που θεωρούνται «λιγότερο απασχολήσιμοι» ή «καθόλου απασχολήσιμοι. Χρειαζόμαστε λοιπόν μια νέα προσέγγιση όπου η δημοσιονομική πολιτική θα θεσμοθετεί ένα αυτόματο σταθεροποιητή που θα μειώνει όχι μόνο το κενό ζήτησης, αλλά και το κενό της ζήτησης εργασίας, και μάλιστα με τρόπο που να καταλήγει σε μετρήσιμα κοινωνικοοικονομικά αποτελέσματα».
Πρότεινε την θέσπιση του «εργοδότη ύστατης καταφυγής» και να επαναπροσδιοριστεί ο κατώτατος μισθός ως μισθός αξιοπρεπούς διαβίωσης για να γίνει ένα οργανικό συστατικό ενός βιώσιμου και δίκαιου υποδείγματος ανάπτυξης.
Στη συζήτηση παρενέβησαν οι βουλευτές , Κώστας Σκανδαλίδης εισηγητής του Κινήματος Αλλαγής για τον προϋπολογισμό και συντονιστής του ΚΤΕ Οικονομικών και ο Μιχάλης Κατρίνης, αρμόδιος του ΚΤΕ Ανάπτυξης.