Τους λόγους για τους οποίους δεν δίστασε να εμβολιαστεί με το εμβόλιο της Astrazeneca εξηγεί ο Νίκος Φίλης.
Με ανάρτησή του στον προσωπικό του λογαριασμό στο facebook, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει ότι έχουν ήδη περάσει είκοσι ημέρες από τον εμβολιασμό με την πρώτη δόση του Astrazeneca και εξηγεί τους λόγους για τους οποίους, παρά το γεγονός ότι την ίδια περίοδο αρκετές χώρες εντός ΕΕ είχαν αναστείλει για ένα διάστημα τη χορήγησή του, αποφάσισε να προχωρήσει στη λήψη του.
«Δεν θα ισχυριστώ ότι άκουσα την είδηση και την προσπέρασα. Αλλά δεν κλονίστηκα τόσο, ώστε να μην προσέλθω για τον εμβολιασμό μου. Ποιοι ήταν οι δύο κύριοι λόγοι: Πρώτον, είχα εμπιστοσύνη σε αυτό που έλεγαν οι Έλληνες επιστήμονες, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Αφού τους ακούγαμε από την αρχή της πανδημίας, έπρεπε να τους ακούσουμε κι αυτή την κρίσιμη στιγμή. Δεύτερον, γιατί ως κοινός νους, αντιλαμβανόμουν ότι το «ένα στο εκατομμύριο», ακόμα και το «ένα στις εκατό χιλιάδες» είναι πολύ-πολύ μικρότερο, ασύγκριτα μικρότερο, από την πιθανότητα θανάτου ή επώδυνης νοσηλείας από τον κορωνοϊό», σημειώνει, μεταξύ άλλων, ο Νίκος Φίλης.
«Το εμβόλιο φέρνει βιολογική ασφάλεια και ψυχική απελευθέρωση από το φόβο. Μην υποτιμάτε αυτό το δώρο της Επιστήμης, αυτό το βήμα προς την ελευθερία, αν ανήκετε στις ομάδες εμβολιασμού. Ειδικά οι υγειονομικοί ανάμεσά σας, που δίνετε με θάρρος τη μάχη της πρώτης γραμμής», καταλήγει ο πρώην υπουργός Παιδείας.
Η ανάρτηση του Νίκου Φίλη
Καθώς έχει περάσει 20μερο από τον εμβολιασμό μου με την πρώτη δόση του AstraZeneca, θα ήθελα να κάνω μια μικρή συμβολή στη συζήτηση που απασχολεί έντονα την κοινή γνώμη. Φυσικά, δεν μιλώ ως επιστήμονας, ούτε ως πολιτικός αυτή τη φορά. Ως απλός πολίτης, και μόνο.
Έτυχε να έχω ραντεβού για τον εμβολιασμό, σύμφωνα με την ηλικιακή μου ομάδα, στις 16 Μαρτίου. Την επομένη δηλαδή που οι μισές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία κ.ά.) ανέστειλαν τη χορήγησή του. Δεν θα ισχυριστώ ότι άκουσα την είδηση και την προσπέρασα. Αλλά δεν κλονίστηκα τόσο, ώστε να μην προσέλθω για τον εμβολιασμό μου.
Ποιοι ήταν οι δύο κύριοι λόγοι: Πρώτον, είχα εμπιστοσύνη σε αυτό που έλεγαν οι Έλληνες επιστήμονες, στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό. Αφού τους ακούγαμε από την αρχή της πανδημίας, έπρεπε να τους ακούσουμε κι αυτή την κρίσιμη στιγμή. Δεύτερον, γιατί ως κοινός νους, αντιλαμβανόμουν ότι το «ένα στο εκατομμύριο», ακόμα και το «ένα στις εκατό χιλιάδες» είναι πολύ-πολύ μικρότερο, ασύγκριτα μικρότερο, από την πιθανότητα θανάτου ή επώδυνης νοσηλείας από τον κορωνοϊό.
Τον απλό πολίτη, που φοβάται και κάνει πίσω, τον καταλαβαίνω. Δεν θα τον κρίνω, ειδικά από τη στιγμή που τα μηνύματα που λαμβάνει καθημερινά, με ρυθμό ριπής πολυβόλου, είναι εν πολλοίς αντιφατικά. Αλλά αν θέλει να ακούσει μια φωνή μη ειδικού, ας είναι αυτή: το ρίσκο είναι τόσο μικρό, οι κίνδυνοι για μας και τους κοντινούς μας ανθρώπους τόσο μεγάλοι, που το εμβόλιο είναι η αυτονόητη επιλογή.
Ας έχουν υπόψη και κάτι άλλο όσοι διστάζουν: καθημερινά, συναντώ ανθρώπους που ζητούν να εμβολιαστούν, χωρίς να έχουν ακόμα το δικαίωμα. Για παράδειγμα, επί ένα χρόνο οι εκπαιδευτικοί των σχολείων ειδικής αγωγής, πηγαίνουν στις τάξεις τους απροστάτευτοι, χωρίς εμβολιασμό. Μετά από άπειρες πιέσεις, πολιτικές και συνδικαλιστικές, πήραν σειρά, αλλά ο εμβολιασμός τους μόλις τώρα ξεκινά. Το εμβόλιο φέρνει βιολογική ασφάλεια και ψυχική απελευθέρωση από το φόβο. Μην υποτιμάτε αυτό το δώρο της Επιστήμης, αυτό το βήμα προς την ελευθερία, αν ανήκετε στις ομάδες εμβολιασμού. Ειδικά οι υγειονομικοί ανάμεσά σας, που δίνετε με θάρρος τη μάχη της πρώτης γραμμής.