Αν προκύπτει κάτι από τις ποιοτικές αναλύσεις των τελευταίων δημοσκοπήσεων είναι ότι η ψήφος του εκλογικού σώματος τείνει να είναι όλο και πιο πολύ συναισθηματική.
Από τη μια ο θυμός, η απελπισία, η εκδικητικότητα, από την άλλη ο φόβος της αλλαγής και, πιο σπάνια, η ελπίδα.
Σε περιόδους αβεβαιότητας και θολών οριζόντων, ο ορθολογισμός και η ψύχραιμη αποτίμηση σπανίζουν, και συχνά και οι πλέον νηφάλιοι και σκεπτικοί παρασύρονται από τη «δημιουργούμενη αίσθηση» των πραγμάτων. Μια ματιά σε περασμένες εκλογικές επιλογές μας επιβεβαιώνει του λόγους το αληθές…
Κλασικό παράδειγμα η μεγάλη (δημοσκοπική) άνοδος του κόμματος «Πλεύση Ελευθερίας» της Ζωής Κωνσταντοπούλου. Ενός μονοπρόσωπου κόμματος «έτσι χωρίς πρόγραμμα», που καβάλησε το κύμα σωρευμένης δυσφορίας της κοινωνίας για ένα σωρό υπαρκτούς λόγους, και προβάλλεται, εν είδει πολιτικού αξιώματος, ως «Μεσσίας» και ξόρκι πάσης νόσου και αγωνίας. Ιδανικό πρότυπο λαϊκισμού, που προβάλλει (και υπόσχεται…) όχι το τι θέλει και θα επιδιώξει να γίνει με σχέδιο και πρόγραμμα, αλλά τι δεν θέλει - που κι αυτό ακόμη δεν στοιχειοθετεί με σοβαρότητα και τεκμηρίωση.
Δικαιολογημένα ο πρωθυπουργός θέλει να την αναδείξει και να τη βάλει στο βάθρο της ουσιαστικής αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αντιλαμβάνεται ότι τέτοιου είδους αντιπολιτευτικά έπεα πτερόεντα, που βασίζουν την αντίθεσή τους, κοντόφθαλμα και μονοθεματικά, αποκλειστικά σε ένα συναισθηματικό πρόβλημα ολόκληρης της κοινωνίας, τα Τέμπη, εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να έχουν «οξυγόνο» για να ζήσουν μέχρι τις εκλογές σε δύο χρόνια.
Όση εμμονή και αν επιδειχθεί, νομοτελειακά το θέμα θα ξεφουσκώσει και θα λάβει τις πραγματικές του διαστάσεις. Οι ευθύνες θα επιμερισθούν αναλογικά και υπεύθυνα τόσο στην κυβέρνηση (που εξ αρχής διαχειρίσθηκε άθλια την υπόθεση) όσο και στους λοιπούς διαχρονικούς παράγοντες, είτε αυτοί αφορούν και σε άλλα κόμματα που κυβέρνησαν, είτε στις χρόνιες παθογένειες ενός «αποτυχημένου κράτους», σαν το δικό μας τις πολλές τελευταίες δεκαετίες…
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν η δικαστική χρονοβόρα διαδικασία θα έχει καταλήξει σε συγκεκριμένα συμπεράσματα για το πόσοι και ποιοι ευθύνονται για την τραγωδία, αν έγιναν ή δεν έγιναν διαχρονικά και διακομματικά όσα θα έπρεπε να έχουν γίνει στον ελληνικό σιδηρόδρομο της… μιας και μόνης γραμμής (αν δεν ήταν για κλάματα, σίγουρα θα γελάγαμε…), ξέρω όμως πολύ καλά ότι, τουλάχιστον, η καλλιεργούμενη και συντηρούμενη κοινωνική δυσφορία και αγανάκτηση θα έχει περιορισθεί στις διαστάσεις που επιτρέπουν τα γεγονότα.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, λίγους μήνες μετά το τραγικό συμβάν, ξανακέρδισε δεύτερη θητεία. Δεν μπορεί παρά αυτό κάτι να λέει. Και δεν αποκλείεται να… ξαναειπωθεί στις εκλογές του 2027, παρά τις προσπάθειες των κομμάτων της αντιπολίτευσης (της «Πλεύσης Ελευθερίας», κυρίως…) να διατηρήσουν το θέμα στην επικαιρότητα. Επικαιρότητα δεν νοείται το… επ’ άπειρον!
Ο κόσμος που ξεσηκώθηκε σε γιγαντιαία συλλαλητήρια για τα Τέμπη, στην αντίδρασή του ενσωμάτωσε και την αγωνία του για όλα τα άλλα προβλήματα και τις δυσκολίες της καθημερινότητάς του. Που σε πολύ μεγάλο βαθμό κυριαρχούν και σήμερα στον προβληματισμό του. Στις κάλπες του 2027, αυτός ο κόσμος θα πάει αναζητώντας κάποια ρεαλιστική πρόταση και λύση. Όποιο κόμμα τη διατυπώσει καλύτερα και πειστικότερα θα προτιμηθεί από τους ψηφοφόρους. Μέχρι τώρα, οι δημοσκοπικές καταγραφές δεν δείχνουν κάποιο κόμμα, με αυτό το σκεπτικό, να ξεχωρίζει, να παίρνει κεφάλι.
Η περίπτωση της κ. Κωνσταντοπούλου είναι η επικαιρική, προσωρινή «παράφρων μεταβλητή». Συγκεντρώνει μεν τη δυσαρέσκεια του κόσμου, αλλά δεν του προτείνει κάποιο δικό της σχέδιο και πρόγραμμα ρεαλιστικής διακυβέρνησης…
Βέβαια, δυο γεμάτα χρόνια μέχρι τις κάλπες είναι πολύς χρόνος και για την αντιπολίτευση και για την κυβέρνηση να εκπονήσουν σχέδια και να προτείνουν ελκυστικές εναλλακτικές. Να δούμε αν, κατά πόσο και, κυρίως, πώς θα τον εκμεταλλευθούν και αξιοποιήσουν…