Διαφορά 11,8% διατηρεί η Νέα Δημοκρατία έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ το ΚΙΝΑΛ ανεβαίνει στο 18,5%, μια ανάσα από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σύμφωνα με δημοσκόπηση της Metron Analysis στο Mega.
Βάσει των στοιχείων της δημοσκόπησης που μεταδόθηκαν στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του καναλιού, η διαφορά μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος και της αξιωματικής αντιπολίτευσης ανέρχεται σε 11,8% (36% έναντι 24,2%).
Στην πρόθεση ψήφου με αναγωγή, η Νέα Δημοκρατία παίρνει ποσοστό 36% (που την οδηγεί κοντά σε αυτοδυναμία), παρότι εμφανίζεται με 9 μονάδες κάτω από το ποσοστό των τελευταίων εκλογών.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λαμβάνει ποσοστό 24,2%, από 31,5% στις εκλογές.
Μεγάλη άνοδος για το ΚΙΝΑΛ, το οποίο ανεβαίνει στο 18,5% από 8,1% στις εκλογές. Μάλιστα, ένα 49% λέει ότι θα μπορούσε να ψηφίσει ΚΙΝΑΛ, όταν για τη ΝΔ είναι 46% και για τον ΣΥΡΙΖΑ 35%. Η διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον μόλις στις 5,7 ποσοστιαίες μονάδες.
Πρόθεση ψήφου
Στην πρόθεση ψήφου η Νέα Δημοκρατία παίρνει ποσοστό 29,1%, ενισχυμένη κατά 1,6 μονάδες από τον Δεκέμβριο (27,5%). Δεύτερος έρχεται ο ΣΥΡΙΖΑ με 19,6% από 18,1%, κερδίζει δηλαδή 1,5 μονάδα. Ανεβασμένο εμφανίζεται το ΚΙΝΑΛ, το οποίο λαμβάνει ποσοστό 15% από 14,6% τον Δεκέμβριο, ενώ η διαφορά του ΚΙΝΑΛ με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι μόλις 4,6%.
Ακολουθούν το ΚΚΕ με 4,4%, από (4,7%), η Ελληνική Λύση με 4,1% (4,4% τον Δεκέμβριο), το ΜέΡΑ25 με 3,3% (2,9%), η Δημιουργία Ξανά με 1,2% (1%) και οι Ελληνες για την Πατρίδα με 1,5%.
Παρατηρώντας την πρόθεση ψήφου όσων δηλώνουν υπέρ του ΚΙΝΑΛ, προκύπτει ότι το 27,8% προέρχεται από τον χώρο της κεντροαριστεράς, ενώ το 29,5% από (από 26,9%) τον χώρο του κέντρου. Μια δεξαμενή ψηφοφόρων δηλαδή που ενδιαφέρει άμεσα και τη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Καταλληλότερος για πρωθυπουργός αναδεικνύεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης με 36%, ακολουθεί ο Αλέξης Τσίπρας με 16% και ο Νίκος Ανδρουλάκης με 8%.
Στη συνολική αξιολόγηση για την κυβέρνηση θετική άποψη έχει το 40%, ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση μετρά μόλις 16%. Αντίθετα, στις αρνητικές η ΝΔ συγκεντρώνει 54% και ο ΣΥΡΙΖΑ 76%.
Οι πολίτες που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση, σε ποσοστό 44% αξιολογούν θετικά τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, και αρνητικά το 52%. Θετικά κρίνεται ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας σε ποσοστό 21% και αρνητικά από 7 στους 10 ερωτηθέντες (72%).
Ακόμη, οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν ποιο πρόβλημα μπαίνει ξανά στην καθημερινότητά τους. Εκτός από την πανδημία, βρίσκεται η οικονομία/ακρίβεια με 32%, πολύ κοντά στον κορωνοϊό, που βρίσκεται στο 34%.
«Βαρίδι» για την κυβέρνηση είναι η διαχείριση του κορωνοϊού, καθώς το 56% έχει μάλλον αρνητικές εντυπώσεις, ενώ το 33% έχει μάλλον θετικές.
Στο μέτωπο της οικονομίας είναι επίσης δύσκολα τα πράγματα, διότι σχεδόν 6 στους 10 (61%) κρίνουν αρνητικά το κυβερνητικό έργο και μόλις 27% θετικά.
Ο δείκτης οικονομικής εμπιστοσύνης υποχώρησε στο -32 και είναι ο χαμηλότερος από τον περασμένο Οκτώβριο.
Ακόμη, περίπου 6 στους 10 (62%) απαντούν ότι τα χειρότερα με την πανδημία τα έχουμε αφήσει πίσω, ενώ το 30% ότι τα χειρότερα είναι μπροστά μας, ένα ποσοστό αρκετά υψηλό.
Το 82% των ερωτηθέντων απαντά ότι έχει κάνει εμβόλιο, ενώ το 17% δεν έχει κάνει.
Από όσους δεν έχουν νοσήσει, το 81% έχει κάνει εμβόλιο, ενώ όσοι έχουν νοσήσει λένε σε ποσοστό 19% ότι έχουν εμβολιαστεί.
Το 65% δηλώνει ότι είναι ασφαλή τα εμβόλια, ενώ 2 στους 10 λένε ότι δεν είναι ασφαλή. Επίσης, το 8% απαντά ότι κάποια είναι και κάποια όχι.
Οι επιπτώσεις της πανδημίας στην προσωπική ζωή είναι ένα κεφάλαιο της έρευνας το οποίο δείχνει πώς αισθάνονται οι πολίτες. Ένα 81% λέει ότι έχει επηρεαστεί πολύ (44%) ή αρκετά (37% ), ενώ ένα 15% ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας δεν είναι σημαντικές και ένα 4% ότι δεν έχει επηρεαστεί καθόλου.
Ως προς την ψυχολογική διάσταση της πανδημίας, το 76% δηλώνει ότι έχει κουραστεί αλλά αντέχει και το 22% ότι έχει κουραστεί πολύ και δεν αντέχει άλλο. Από αυτούς που έχουν κουραστεί αλλά αντέχουν το 83% είναι υπέρ των εμβολίων.
Σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Metron Analysis, Στράτο Φαναρά, τα στοιχεία προέκυψαν από ένα δείγμα 1.306 ατόμων, που συγκεντρώθηκαν την περίοδο 12-18 Ιανουαρίου, ενώ ήταν τηλεφωνική στο μεγάλο μέρος της και ένα μικρό δείγμα διαδικτυακή.