Κανένα θαύμα δεν κρατάει πάνω από τρεις μέρες. Τόσο (περίπου) κράτησε και η «νίκη» της Αντιπολίτευσης στις αυτοδιοικητικές εκλογές, όπως και οι χαρές για «προοδευτική συμπόρευση». Μετά βγήκαν οι δημοσκοπήσεις και ήρθε ο πικρός λογαριασμός.
Δύο ολόφρεσκες μετρήσεις, της Opinion Poll και της Metron Analysis, επανέλαβαν αυτό που ήδη όλοι υποπτευόμασταν: ότι η Αντιπολίτευση αδυνατεί να αμφισβητήσει την κυριαρχία Μητσοτάκη. Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ αποσυντίθεται (15,2%), το δε ΠΑΣΟΚ παραμένει με μικρά ποσοστά στην τρίτη θέση (13,4%).
Οι δημοσκόποι αναγνωρίζουν ότι δεν έχει ξανασυμβεί το πρώτο κόμμα να έχει τριπλάσια διαφορά από το δεύτερο. Και μάλιστα μετά από 4,5 χρόνια στη διακυβέρνηση. Τα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει ένα κόμμα του 40% (ΝΔ) και ένας αστερισμός κομμάτων της αντιπολίτευσης, όπου το μεγαλύτερο βρίσκεται στο 13-15%.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα το έχει προφανώς ο νέος αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Κυριάρχησε στα πρωινά πάνελ, έβγαλε βόλτα το σκύλο, παντρεύτηκε με βέρα Cartier, ίδρωσε στο γυμναστήριο, αλλά δεν πείθει: τον έχει περάσει ακόμη και ο Κουτσούμπας σε δημοτικότητα, οι ψηφοφόροι του φεύγουν τρέχοντας προς ΚΚΕ (7,8%) και ΠΑΣΟΚ (6,5%), ένα 70% των Ελλήνων τον αξιολογεί αρνητικά. Είναι κάτω από τη Ζωή και τον Βελόπουλο σε θετικές γνώμες.
Πρέπει να είναι η χειρότερη επίδοση νέου αρχηγού στα χρονικά.
Με άλλα λόγια: Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε και από πριν πρόβλημα αξιοπιστίας και εναρμόνισης με την πραγματικότητα, αλλά τώρα έχει και πρόβλημα απαξίωσης από την κοινωνία, παρά τον νέο αρχηγό.
Κάπου εδώ, λοιπόν, τελειώνει το «θαύμα» του ΣΥΡΙΖΑ, που πίστεψε ότι ένας άγνωστος, πλούσιος νέος από την Αμερική, θα κατακτούσε την Αριστερά με το χαμόγελό του και θα κέρδιζε τον Μητσοτάκη. Αναγκαστικά πλέον ο Κασσελάκης, εκτός από απειλές για διαγραφές και «κόφτη» στελεχών στα κανάλια, θα πρέπει να κάνει κάτι περισσότερο για να δικαιολογήσει την εκλογή του στον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι δημοσκοπήσεις αποτελούν αποδοκιμασία και για τον ΣΥΡΙΖΑ συνολικά, δηλαδή αποδοκιμασία και για την εσωκομματική αντιπολίτευση. Όσο κι αν μοιρολογούν και ωρύονται γιατί τους πήραν το «μαγαζί», κι όσο και αν επικαλούνται τις αξίες της Αριστεράς, μπας και συγκινήσουν, οι άνθρωποι είναι εκτός εποχής. Τους βγάζει η κοινωνία από το κάδρο.
Χαμηλές είναι οι πτήσεις και για το ΠΑΣΟΚ. Ακούγονται τώρα κάπως υπερφίαλοι οι πανηγυρισμοί επειδή βγήκε στις εκλογές ο Κουρέτας με τον Δούκα. Μόνο εκλογές που δεν ζήτησαν τα στελέχη της Χαριλάου Τρικούπη.
Οι δημοσκοπήσεις έστειλαν το μήνυμα ότι στην Αντιπολίτευση υπάρχουν κόμματα αδύναμα, που δεν έχουν πείσει με τις ιδέες τους και τις προτάσεις τους.
Μια πιθανή εξήγηση είναι ότι το ΠΑΣΟΚ δεν έχει μια σαφή στρατηγική για τη χώρα, δεν προβάλλει καθαρές μεταρρυθμιστικές θέσεις, ενώ κρατάει μια στάση ίσων αποστάσεων που θολώνει τα πράγματα. Επιτρέπει σε στελέχη του, όπως ο Γιώργος Παπανδρέου, να εμπλέκονται άσκεφτα σε μια συζήτηση για πιθανή συνεργασία με το ΣΥΡΙΖΑ, που δημιουργεί σύγχυση. Το ΠΑΣΟΚ θα ανέβαινε πολλές μονάδες, αν έβαλλε συστηματικά κατά του ΣΥΡΙΖΑ. Αν έθετε σαφή όρια ως κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας και του εκσυγχρονισμού. Μόνο τότε κάποιοι κεντρώοι ψηφοφόροι θα μπορούσαν να αφήσουν τη ΝΔ και να πήγαιναν μαζί του. Αν δεν λύσει αυτά, θα είναι το μικρό τριτο-δεύτερο κόμμα που μεγαλώνει λίγο, χωρίς όμως να δημιουργεί ένα ρεύμα στην κοινωνία.
Οι δημοσκοπήσεις αποτελούν «καμπανάκι» και για αγωνιούντες αναλυτές του αριστερού (αλλά και αστικού) Τύπου που έβλεπαν την κυβέρνηση «ξέπνοη και κουρασμένη», ή ήλπιζαν ότι οι αυτοδιοικητικές εκλογές θα της έδιναν τη χαριστική βολή. Αποδεικνύεται ότι το Κέντρο εμπιστεύεται τον Μητσοτάκη, ενώ η Κεντροαριστερά δεν πείθει. Τα ποσοστά της ΝΔ στις δημοσκοπήσεις είναι υπόθεση κυρίως της πολιτικής κυριαρχίας του Κυριάκου Μητσοτάκη, αλλά και ενός αμετακίνητου Κέντρου και κεντρώων ψηφοφόρων που θεωρούν ότι με τα συν και τα πλην μπορεί και πρέπει να κάνει τη δουλειά.