Επανεκκινούν τη Δευτέρα 25 Ιανουαρίου οι διερευνητικές επαφές ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία.
Ο 61ος γύρος θα διεξαχθεί στην Κωνσταντινούπολη καθώς η τελευταία συνάντηση είχε γίνει στην Αθήνα το 2016. Από τότε, με ευθύνη της Αγκυρας, οι δύο πλευρές δεν έχουν συζητήσει σε αυτό το επίπεδο, ενώ οι ελληνοτουρκικές σχέσεις πέρασαν αρκετές στιγμές έντασης.
Η άρνηση της Ελλάδας να παραδώσει τους 8 Τούρκους αξιωματικούς που κατηγορούνταν για συμμετοχή στο πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016, η σύλληψη των δύο Ελλήνων στρατιωτών στον Εβρο και η κράτησή τους για αρκετό διάστημα στην Τουρκία, η ώθηση των μεταναστών στα ελληνοτουρκικά σύνορα στον Εβρο τον Φεβρουάριο του 2020 και η δίμηνη παρουσία του Oruc Reis σε αμφισβητούμενη θαλάσσια περιοχή στο Αιγαίο αποτέλεσαν τους βασικούς λόγους τριβών των δύο χωρών τα τελευταία χρόνια.
Η ατζέντα των διερευνητικών επαφών
Αθήνα και Αγκυρα κάθονται στο τραπέζι των διερευνητικών έχοντας, τουλάχιστον, δημοσίως, διαφορετική ατζέντα. «Σύμφωνα με τις δημόσιες δηλώσεις τους κάθε μία πλευρά προσέρχεται στις διερευνητικές συνομιλίες με εντελώς διαφορετική ατζέντα. Αν κάποιος πίστευε αυτές τις δηλώσεις θα είχε την εντύπωση ότι προσέρχονται σε διαφορετικές συνομιλίες. Τελικά, ίσως η μοναδική πραγματική ατζέντα αυτών των συνομιλιών είναι να συμφωνηθεί μια κοινή ατζέντα», αναφέρει στο iefimerida, ο Σωτήρης Ρούσσος, αναπληρωτής Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών.
«"Όλα στο τραπέζι" είναι το σύνθημα της Άγκυρας για τις διερευνητικές», λέει η Άννα Ανδρέου, δημοσιογράφος και ανταποκρίτρια στην Τουρκία. Η κ. Ανδρέου σημειώνει, ότι «εδώ και μερικές εβδομάδες ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου για να γίνει πιο πειστικός προτάσσει το επιχείρημα ότι στον 61ο γύρο θα συζητηθούν όλα όσα συζητήθηκαν και στους προηγούμενους 60 γύρους».
Παρά το γεγονός ότι δεν έχει επισήμως δημοσιοποιηθεί ποτέ το περιεχόμενο των προηγούμενων 60 γύρων, το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών διαμηνύει ότι στις διερευνητικές η συζήτηση περιστρέφεται μόνο γύρω από την προσπάθεια συγκλίσεων για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της ΑΟΖ στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. «Τα τελευταία 10 χρόνια έχουν γίνει 60 γύροι διερευνητικών συνομιλιών δηλαδή ένας γύρος κάθε 2 μήνες. Αυτό σημαίνει ότι είτε μέσω των επίσημων συνομιλιών είτε στο περιθώριό τους έχουν συζητηθεί τα πάντα και τα όρια υποχώρησης και συμφωνίας της καθεμιάς πλευράς είναι γνωστά.», λέει ο κ. Ρούσσος.
«Κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Γερμανό ομόλογό του, Χάικο Μάας, ο Τούρκος ΥΠΕΞ κωδικοποίησε τα προβλήματα: Αιγαίο, χωρικά ύδατα, εναέριος χώρος, θέματα που σχετίζονται με τη θάλασσα όπως πεδίο θαλάσσιας δικαιοδοσίας», υπογραμμίζει η Άννα Ανδρέου και προσθέτει: «Η Άγκυρα ανησυχεί, για πιθανή επέκταση των 12 ναυτικών μιλίων στο Αιγαίο, έπειτα από την απόφαση της Αθήνας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο Ιόνιο. Γι’ αυτό και θέλει να θέσει το θέμα ως βασικό στην ατζέντα. Δεύτερον, ανασύρει το ζήτημα των νησιών, που με βάση τη Συνθήκη της Λωζάνης έχουν αποστρατικοποιημένο καθεστώς, θέτοντας μάλιστα και θέμα αμφισβήτησης της κυριαρχίας τους. Τρίτον, θέτει θέμα εναέριου χώρου της Ελλάδας, επικαλούμενη ότι δεν υπάρχει προηγούμενο, χώρας να έχει διαφορετικό μέγεθος εναερίου χώρου και ναυτικών μιλίων».
Τα δεδομένα ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία
Ποια είναι, όμως, τα δεδομένα και πώς διαμορφώνεται η ισορροπία ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία στην παρούσα φάση; «Η Τουρκία πηγαίνει στις συνομιλίες αυτές έχοντας επιτύχει την αμοιβαία αναστολή κάθε ενέργειας σχετικής με τους υδρογονάνθρακες στην περιοχή ανατολικά της Ρόδου (no-no situation), εξέλιξη που θέτει υπό αμφισβήτηση μεγαλεπήβολα σχέδια της Ελλάδας και της Κύπρου, όπως ο αγωγός EastMed. Έχει επιτύχει επίσης την απομάκρυνση του ενδεχομένου σημαντικών ευρωπαϊκών κυρώσεων. Από την άλλη πλευρά η οικονομική κρίση, η ανάγκη για προσέγγιση με την Ε.Ε. και τα δυτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και η αποχώρηση Τραμπ, με τον οποίο ο Ερντογάν είχε οικοδομήσει μια στενή σχέση, την αναγκάζει να προχωρήσει σε κινήσεις αποκλιμάκωσης στην Ανατολική Μεσόγειο. Η Ελλάδα από την άλλη πλευρά απέτυχε να συγκροτήσει συμμαχίες που θα στήριζαν μια σκληρή στάση της Ε.Ε. απέναντι στην τουρκική επιθετικότητα. Δεν προσπάθησε, από ότι φαίνεται να συνδέσει την βάρβαρη και εξόφθαλμη καταπάτηση στοιχειωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δημοκρατικών κανόνων από τη Τουρκία με την πολιτική κυρώσεων της Ε.Ε. απέναντι στο αυταρχικό καθεστώς της Λευκορωσίας», υπογραμμίζει ο Σωτήρης Ρούσσος.
Χαμηλές οι προσδοκίες από τις διερευνητικές
Τέλος, αναφορικά με το ύψος των προσδοκιών που δημιουργεί η επανέναρξη των διερευνητικών, τόσο η Άννα Ανδρέου όσο και ο Σωτήρης Ρούσσος εμφανίζονται συγκρατημένοι. Η κ. Ανδρέου περιγράφει το πολιτικό κλίμα στο εσωτερικό της Τουρκίας, λίγο πριν την επανέναρξη των διερευνητικών. «Η Αγκυρα έχει σκληρύνει τη θέση της στα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό τα τελευταία δύο χρόνια προσεγγίζοντας όλο και περισσότερο τις ακραίες θέσεις της τουρκικής αντιπολίτευσης, η οποία μάλιστα εξακολουθεί να πιέζει για ακόμη πιο σκληρές θέσεις. Τώρα, ο απόστρατος Τζεμ Γκιουρντενίζ, πατέρας του δόγματος της ‘Γαλάζιας Πατριδας’ πιστεύει ότι η Άγκυρα δεν πρέπει να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και λέει ότι η Ελλάδα στοχεύει να φυλακίσει την Τουρκία στον κόλπο της Αττάλειας!»
«Οι προσδοκίες πάντως είναι χαμηλές. Το διεθνές πλαίσιο με την πανδημία, την οικονομική κρίση, το Brexit και την αλλαγή ηγεσιών σε Αμερική και Γερμανία είναι πολύ ρευστό και οι παίκτες θα περιμένουν να σταθεροποιηθεί η κατάσταση και να ξεκαθαρίσει το τοπίο. Εκτιμώντας τις προοπτικές των διερευνητικών συνομιλιών θα πρέπει να συγκρατήσουμε δύο όρους του Κίσινγκερ: “δημιουργική ασάφεια” (constructive ambiguity) και “συνεχής διπλωματική κινητικότητα” (keep going). Δεν επιλύουν διενέξεις, αλλά συνήθως αποτρέπουν την σύγκρουση», τονίζει ο κ. Ρούσσος.