Δεκτό με συντριπτική πλειοψηφία και χωρίς καμία αρνητική ψήφο, έγινε από την Ολομέλεια της Βουλής, το νομοσχέδιο του υπουργείου Πολιτισμού.
Το ν/σ αφορά την «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Γαλλίας για τις κινηματογραφικές συμπαραγωγές».
Υπέρ της αρχής της κύρωσης της συμφωνίας τάχθηκαν ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ενώ ΚΚΕ, ΕΛΛΥ και ΜέΡΑ25, δήλωσαν «παρών».
Ο υφυπουργός Αθλητισμού, αρμόδιος για θέματα σύγχρονου πολιτισμού, Νικόλας Γιατρομανωλάκης, τόνισε ότι η επικαιροποίηση της αρχικής ελληνογαλλικής συμφωνίας του 1973 είναι απαίτηση του συνόλου της κινηματογραφικής κοινότητας και δίνει εφόδια και εργαλεία στην κινηματογραφική κοινότητα της χώρας να συνεργαστεί με τη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή κινηματογραφική παραγωγή.
Από την πλευρά της, η γενική εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Σία Αναγνωστοπούλου, αναγνώρισε την αναγκαιότητα της επικαιροποίησης της συμφωνίας με στόχο τον εκσυγχρονισμό και την ενίσχυση των κινηματογραφικών συμπαραγωγών, σημειώνοντας ωστόσο, ότι «χωρίς τη δημιουργία ενός Ταμείου που θα είναι το οικονομικό εργαλείο για τις συμπαραγωγές, υπάρχει ο κίνδυνος για τους Έλληνες κινηματογραφιστές να μην μπορέσουν να προχωρήσουν παραπέρα».
Θετικός στο νομοσχέδιο δήλωσε ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Δημήτρης Κωνσταντόπουλος, τονίζοντας ότι στόχος του είναι να ενισχυθούν και να προαχθούν οι ελληνογαλλικές σχέσεις και στον πολιτισμό, ενώ επεσήμανε ότι ευνοούνται οι μικροί και μικρότεροι παραγωγοί ταινιών.
«Κανείς δεν διαφωνεί με την ανάγκη επικαιροποίησης και εκσυγχρονισμού της παλαιότερης συμφωνίας του 1973, ωστόσο το θέμα είναι προς ποια κατεύθυνση θα γίνεται και ποια συμφέροντα θα εξυπηρετεί. Είναι ολοφάνερο ότι πρωτίστως αφορά μια πολιτιστική σύμπραξη με καθαρά εμπορικό χαρακτήρα», σημείωσε ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιάννης Δελής.
Οι επιφυλάξεις του ειδικού αγορητή της Ελληνικής Λύσης, Κωνσταντίνου Μπούμπα, εστιάστηκαν στον κίνδυνο εμπορευματοποίησης των κινηματογραφικών συμπαραγωγών που θα οδηγήσουν, όπως είπε, στην υποβάθμιση της πολιτιστικής ταυτότητας της χώρας.
Ο ειδικός αγορητής του ΜέΡΑ25, Κλέων Γρηγοριάδης, δήλωσε «παρών», καθώς, όπως είπε, ελλοχεύει ο κίνδυνος εμπορευματοποίησης -από κεφαλαιοκράτες επενδυτές- της κινηματογραφικής σύμπραξης, με αναλώσιμους Έλληνες καλλιτέχνες.
Κατά τη συζήτηση του νομοσχεδίου, η αντιπολίτευση επανέφερε εκ νέου το αίτημα της να αποσυρθεί το Προεδρικό Διάταγμα που αφορά τους καλλιτέχνες, χαρακτηρίζοντάς το κατάπτυστο και υποστηρίζοντας ότι υποβαθμίζει τα πτυχία τους.
Από την πλευρά του, ο κ. Γιατρομανωλάκης επανέλαβε ότι το Προεδρικό Διάταγμα αφορά την κωδικοποίηση ενός προσοντολογίου στο Δημόσιο και τις προσλήψεις μέσω ΑΣΕΠ και δεν έχει σχέση με την εκπαιδευτική βαθμίδα των καλλιτεχνών.
«Τολμάμε και ανοίγουμε το θέμα αυτό με ειλικρίνεια και αυτό ζητάμε να κάνει και η αντιπολίτευση. Καλό είναι να μην θολώνουμε τα νερά, λέγοντας πράγματα που δεν ισχύουν. Τα μισθολογικά και επαγγελματικά ποτέ δεν είχαν σημασία στις προσλήψεις των καλλιτεχνών στο Δημόσιο. Τα πτυχία τους εξαιρούνται από το Δημόσιο και μην παραπλανείτε. Μόνο θετική κατεύθυνση έχει το Προεδρικό Διάταγμα γιατί αποσυνδέει τις προσλήψεις των καλλιτεχνών στο Δημόσιο. Αυτό που πράγματι κάνουμε είναι εκεί που δεν ίσχυε, όπως στους δήμους που έκαναν προσλήψεις χωρίς ξεκάθαρες διαδικασίες, το κάνουμε πλέον ρητά. Βάζουμε τάξη και καθορίζουμε τον τρόπο αμοιβής των καλλιτεχνών, άσχετα με την εκπαιδευτική τους βαθμίδα», ανέφερε ο υφυπουργός Πολιτισμού.
Παράλληλα, διαβεβαίωσε και πάλι ότι «το υπουργείο Πολιτισμού έχει την πόρτα του ανοιχτή στο διάλογο σε ό,τι αφορά το ακαδημαϊκό κομμάτι», τονίζοντας ότι για πρώτη φορά, ο ίδιος ο πρωθυπουργός ασχολείται για το πώς θα αναβαθμιστούν οι σχολές παραστατικών τεχνών.
«Είμαστε ανοιχτοί στον διάλογο. Είναι ξεκάθαρο ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Είναι ευκαιρία να ανοίξει η συζήτηση για την αναβάθμιση της ποιότητας των σπουδών των καλλιτεχνών. Εμείς τολμάμε να ανοίξουμε το θέμα και να γίνει μία ειλικρινής συζήτηση και θα πρέπει και η αντιπολίτευση να κάνει το ίδιο και να μην χαϊδεύει αυτιά. Εμείς κάνουμε μια ξεκάθαρη τοποθέτηση απέναντι στα θολά νερά που προσπαθεί να δημιουργήσει η αντιπολίτευση».
Από την πλευρά της, η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Σία Αναγνωστοπούλου, επέμεινε ότι «το Προεδρικό Διάταγμα υπονομεύει τα επαγγελματικά κεκτημένα των καλλιτεχνών και τους ταπεινώνει» και κάλεσε την κυβέρνηση να το αποσύρει και να ξεκινήσει το διάλογο από μηδενική βάση.
Την απόσυρση του προεδρικού διατάγματος ζήτησαν και όλα τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Ο ειδικός αγορητής του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, Δημήτρης Κωνσταντόπουλος, τόνισε ότι πρέπει να βρεθεί λύση μέσα από ειλικρινή διάλογο και όχι με αιφνιδιασμούς όπως κάνει η κυβέρνηση υποβαθμίζοντας τα πτυχία των καλλιτεχνών.
Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ, Γιάννης Δελής, έκανε λόγο για «δίκαιες και μαζικές αντιδράσεις των καλλιτεχνών απέναντι στο αντικαλλιτεχνικό χτύπημα της κυβέρνησης και στην προσπάθειά της να υποβαθμίσει τα πτυχία τους ώστε να μην έχουν κανένα αντίκρισμα».
Ο ειδικός αγορητής του ΜέΡΑ25, Κλέων Γρηγοριάδης, μίλησε για παλλαϊκό αίτημα απόσυρσης του Προεδρικού Διατάγματος και πλατιά διαβούλευση ώστε να λυθεί το πρόβλημα.
Ο γενικός εισηγητής της ΝΔ, Ιάσων Φωτήλας υπογράμμισε ότι το νομοσχέδιο συμβάλει στην ανάπτυξη της χώρας και στόχος του είναι η προώθηση της ελληνικής πολιτιστικής κουλτούρας, η διασφάλιση, στήριξη και ενίσχυση των Ελλήνων κινηματογραφιστών και κυρίως των μικρών παραγωγών.
Τέλος, η αντιπολίτευση κατηγόρησε τη κυβέρνηση για προσπάθεια εργαλειοποίησης των Γλυπτών του Παρθενώνα ενόψει εκλογών.